Ο τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θα ταξιδέψει σήμερα στη Σαουδική Αραβία κορυφώνοντας έτσι μια προσπάθεια μηνών για την αποκατάσταση των δεσμών της Άγκυρας με το Ριάντ, στο πλαίσιο της οποίας εντάσσεται και η απόφαση της Τουρκίας να μεταφερθεί η εκδίκαση της υπόθεσης της δολοφονίας του Σαουδάραβα αρθρογράφου της Washington Post Τζαμάλ Κασόγκι στη Σαουδική Αραβία.
Όπως ανακοίνωσε η τουρκική προεδρία, στις συναντήσεις που θα πραγματοποιήσει κατά τη διάρκεια της διήμερης επίσκεψής του ο Ερντογάν θα έχει συνομιλίες για τις σχέσεις της Αγκυρας με το Ριάντ, καθώς και για τους τρόπους ενίσχυσης της συνεργασίας με τη Σαουδική Αραβία.
Αναλυτές και αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η χρηματοδότηση από τη Σαουδική Αραβία μπορεί να βοηθήσει την εξασθενημένη τουρκική οικονομία, όπως μεταδίδουν Reuters και Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι δεσμοί ανάμεσα στις δύο χώρες επλήγησαν μετά τη δολοφονία του Κασόγκι στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη το 2018.
Ο Ερντογάν είχε κατηγορήσει τα «υψηλότερα κλιμάκια» της κυβέρνησης του Ριάντ ότι έδωσαν την εντολή για την δολοφονία, αλλά έκτοτε η Άγκυρα έριξε τους τόνους.
Ανοίγοντας τον δρόμο για την επίσκεψη του Ερντογάν, τουρκικό δικαστήριο νωρίτερα μέσα στο μήνα αποφάσισε να αναστείλει την δίκη ερήμην των 26 Σαουδάραβων κατηγορουμένων για την δολοφονία του Κασόγκι και την μετέφερε στο Ριάντ, μια απόφαση η οποία είχε τη στήριξη της κυβέρνησης και προκάλεσε αντιδράσεις από οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το Reuters μετέδωσε για την προγραμματισμένη επίσκεψη του Ερντογάν νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.
Η επίσκεψη σηματοδοτεί μια δραματική μεταβολή της διμερούς πολιτικής και ίσως το μεγαλύτερο βήμα στην προσπάθεια της Άγκυρας από το 2020 να αποκαταστήσει τους πληγέντες δεσμούς της με τις περιφερειακές δυνάμεις, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Ισραήλ, της Αιγύπτου και της Σαουδικής Αραβίας.
Μετά τον πόλεμο των λέξεων για την υπόθεση Κασόγκι, η Σαουδική Αραβία επέβαλε το 2020 ανεπισήμως μποϊκοτάζ στα τουρκικά προϊόντα.
Η τουρκική οικονομία βρίσκεται εδώ και χρόνια σε δεινή κατάσταση και στα τέλη του 2021 ξέσπασε κρίση με την τουρκική λίρα εξαιτίας μιας ανορθόδοξης νομισματικής πολιτικής την οποία στήριξε ο Ερντογάν και η οποία είχε ως αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να ξεπεράσει το 60%.
Με τον Ερντογάν να αντιμετωπίζει μια εκλογική δοκιμασία στα μέσα του 2023, η Αγκυρα έχει επιδιώξει να περιορίσει τις οικονομικές πιέσεις που υφίσταται μέσω διεθνών επαναπροσεγγίσεων.
Πέραν των υφιστάμενων συμφωνιών ανταλλαγής νομισμάτων με την Κίνα, το Κατάρ, τη Νότια Κορέα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, συνολικού ύψους 28 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Αγκυρα πιθανόν να επιδιώξει να συνάψει μια συμφωνία με το Ριάντ.
Επίσης, προσβλέπει σε επενδύσεις και συμβόλαια παρόμοια με αυτά που έχει υπογράψει με το Αμπού Ντάμπι, σύμφωνα με αξιωματούχους.
«Ο Ερντογάν είναι πραγματιστής και ένα πολιτικό ζώον και η δημοτικότητά του πιθανόν να μην αντέξει ένα χρόνο, αν δεν μπορέσει να αυξήσει τις θέσεις εργασίας. Επομένως, επιδιώκει, εν μέρει, συμφωνίες και χρηματοδότηση από τη Σαουδική Αραβία και μια ανταλλαγή νομισμάτων ενδεχομένως 10 με 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα ήταν κάτι που θα άξιζε τον κόπο», σχολίασε δυτικός διπλωμάτης.