Τα όρια της παγκόσμιας κοινής γνώμης δοκιμάζονται με τη δημοσίευση των διπλωματικών τηλεγραφημάτων από τον ιστότοπο Wikileaks. Ήδη, έχουν δει το ως της δημοσιότητας 250.000 τηλεγραφήματα, τα οποία έχουν διχάσει πολιτικούς, δημοσιογράφους και απλούς πολίτες τόσο, όσο ποτέ άλλοτε.
Ο Σέιμους Μίλνε, αρθρογράφος της Γκάρντιαν (ενός από τα πέντε έντυπα που έχουν στην κατοχή τους τα τηλεγραφήματα), είπε χθες ότι η Wikileaks αναγκάζει την αμερικανική δύναμη να δώσει εξηγήσεις. Άλλοι αναλυτές όμως πιστεύουν ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο πρώτες διαρροές και την τελευταία, η οποία έχει πάρει το όνομα Cablegate.
Ο Μάικλ Κλαρκ, διευθυντής του Βασιλικού Ινστιτούτου Ενιαίων Υπηρεσιών, έχει βγάλει το συμπέρασμα ύστερα από άτυπες συζητήσεις με άλλους αναλυτές ότι ο Ασάνζ έκανε λάθος επιτρέποντας μια αδιάκριτη δημοσίευση των τηλεγραφημάτων. «Στην περίπτωση του Αφγανιστάν και του Ιράκ, υπήρχαν κάποιες ενστάσεις για το κατά πόσον κινδύνευαν οι ζωές ορισμένων ανθρώπων», τονίζει. «Με το υλικό αυτό, όμως, νομίζω ότι έχει παραβιαστεί το όριο της ανευθυνότητας».
Αν και δεν έχουν γίνει δημοσκοπήσεις στις χώρες για τις οποίες έχουν μέχρι τώρα υπάρξει αποκαλύψεις, δύσκολα θα συναντούσε κανείς μια διαμορφωμένη εικόνα.
Τον περασμένο Αύγουστο, μετά τη δημοσίευση του υλικού για το Αφγανιστάν, δημοσκόπηση του Ερευνητικού Κέντρου Pew έδειξε ότι το 42% όσων είχαν ακούσει για τη διαρροή ήταν σύμφωνοι με αυτήν, αλλά το 47% ανησυχούσε ότι ετίθετο σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον.
Σε μια άλλη online δημοσκόπηση στην αμερικανική ιστοσελίδα Jersey Journal, το 60% αυτών που απάντησαν εξέφρασαν την άποψη ότι ο Ασάνζ πρέπει να δικαστεί για κατασκοπεία. Μια δημοσκόπηση όμως για την Daily News της Νέας Υόρκης έδειξε ότι το 70% πιστεύει πως η Wikileaks έχει δίκιο.
Ο ίδιος ο ιδρυτής της Wikileaks είπε στο περιοδικό ΤΙΜΕ: «Πιστεύω πως η ανταπόκριση της αμερικανικής κοινής γνώμης στο εγχείρημά μας είναι πολύ θετική».
Μαζί του φαίνεται να συμφωνούν πολλοί αναγνώστες του περιοδικού, αφού ο Ασάνζ έρχεται τρίτος στην ψηφοφορία για την ανάδειξη του Ανθρώπου της Χρονιάς, μετά τον Ερντογάν και τη Λέιντι Γκάγκα.
Σύμφωνα με τον Πολ Λέβινσον, καθηγητή επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Φόρντχαμ της Νέας Υόρκης, οι πολίτες κρίνουν το Cablegate ανάλογα με την πολιτική τους τοποθέτηση. «Η Δεξιά αποκαλεί τον Ασάνζ προδότη και καταγγέλλει τους Νιου Γιορκ Τάιμς επειδή δημοσιεύουν το υλικό. Οι προοδευτικοί λένε ότι η δημοσίευση των τηλεγραφημάτων θα οδηγήσει σε καλύτερο έλεγχο του κυβερνητικού έργου».
Οι περισσότερες από τις μεγάλες εφημερίδες φαίνεται να αντιτίθενται στην τελευταία διαρροή. «Ο Ασάνζ και οι συνεργάτες του δεν είναι μαχητές της ελευθερίας. Απλώς παρέχουν ένα βήμα για τη δημοσίευση κλεμμένων τηλεγραφημάτων», γράφει η Straits Times της Σιγκαπούρης. Η γερμανική Μπιλντ κατηγόρησε τον Ασάνζ για υποκρισία και αναρχία. «Μια τέτοια οργάνωση μπορεί να υπάρξει μόνο στον ελεύθερο κόσμο», τονίζεται σε κύριο άρθρο της εφημερίδας. «Οι δεσπότες και οι δικτάτορες δεν θα επέτρεπαν την ύπαρξή της».
Για τη φιλελεύθερη Tageszeitung, αντίθετα, η Wikileaks ακολουθεί τους ίδιους κανόνες με τους καλούς δημοσιογράφους.