Έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος Αμερικανός ηθοποιός Σερ Σίντνεϊ Πουατιέ σε ηλικία 94 ετών. Ο ηθοποιός ήταν βραβευμένος με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1963 Κάτω από το Βλέμμα του Θεού (Lillies of the Field).
Ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός ηθοποιός που έλαβε αυτή την τιμή, 24 χρόνια μετά τη νίκη της Χάτι ΜακΝτάνιελ που είχε βραβευτεί με Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου το 1939.
Η επιτυχία του ηθοποιού συνεχίστηκε κατά τη δεκαετία του ’60 και το 1967 είχε τρεις επιτυχημένες ταινίες στο Αμερικανικό Box-Office[3]: Ιστορία ενός Εγκλήματος (In the Heat of the Night), Μάντεψε ποιος θα ‘ρθει το βράδυ (Guess Who’s Coming to Dinner) και Στον Κύριο μας με Αγάπη (To Sir, with Love), οι οποίες πραγματεύονταν το θέμα του ρατσισμού. Ο ηθοποιός ήταν επίσης γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες: Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα (Blackboard Jungle, 1955), Έσπασα τα Δεσμά μου (Edge of the City, 1957), Όταν σπάσαμε τις αλυσίδες (The Defiant Ones, 1958), Ένα Σταφύλι στον Ήλιο (A Raisin in the Sun, 1960) και Τυφλός Άγγελος (A Patch of Blue). Το 1972 έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία Οι Δυο Συνένοχοι (Buck and the Preacher). Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει στην 22η θέση στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.
Το 2002 ο ηθοποιός βραβεύτηκε με Τιμητικό Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, για τα επιτεύγματά του ως καλλιτέχνης, αλλά κι ως άνθρωπος και το 2009 τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Μπαράκ Ομπάμα. Από το 1997 ήταν πρέσβης για λογαριασμό του νησιών Μπαχάμες (απ’ όπου καταγόταν και έζησε τα παιδικά του χρόνια), από τις οποίες κατάγεται στην Ιαπωνία.
Ποιος ήταν ο Σίντνεϊ Πουατιέ
Ο Σίντνεϊ Πουατιέ, όπως αναφέρει η wikipedia γεννήθηκε στο Μαϊάμι της Φλόριδας, όπου οι Μπαχαμέζοι γονείς του βρίσκονταν για επίσκεψη. Ο Πουατιέ μεγάλωσε στο Νησί Κατ της Καραϊβικής κι έπειτα διέμεινε στο Μαϊάμι, όπου οι γονείς του, Ρέτζιναλντ Τζέιμς Πουατιέ και Έβελυν Άουτεν, ταξίδευαν για να πουλήσουν ντομάτες κι άλλα προϊόντα της φάρμας τους στο Νησί Κατ. Ο Πουατιέ γεννήθηκε δυο μήνες πρόωρα κι οι ελπίδες επιβίωσης του βρέφους ήταν ελάχιστες, γι’ αυτό το λόγο οι γονείς του διέμειναν τρεις μήνες στις Η.Π.Α. για να τον φροντίσουν. Έτσι ο ηθοποιός έλαβε αυτομάτως την αμερικανική ιθαγένεια. Στα 10 του χρόνια οι γονείς του μετακόμισαν στην πόλη Νασσάου στις Μπαχάμες και στα 15 του χρόνια οι γονείς του τον έστειλαν στο Μαϊάμι για να ζήσει με τον αδελφό του. Στα 17 του μετακόμισε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε ως λαντζιέρης. Με τη βοήθεια ενός Εβραίου σερβιτόρου που καθόταν μαζί του κάθε βράδυ έμαθε να διαβάζει εφημερίδα. Αργότερα αποφάσισε να καταταγεί στον Αμερικανικό Στρατό κι όταν απολύθηκε πέρασε από επιτυχημένη ακρόαση, μέσω της οποίας έλαβε δουλειά στο Αμερικανικό Θέατρο Νέγρων.
Η καριέρα του ως ηθοποιός
Ο Πουατιέ ξεκίνησε τις εμφανίσεις του στο Αμερικανικό Θέατρο Νέγρων, αλλά το κοινό τον αποδοκίμασε. Οι περισσότεροι μαύροι ηθοποιοί της εποχής ήταν καλλίφωνοι, αλλά ο Πουατιέ δε διέθετε μουσικό αυτί, πράγμα που τον καθιστούσε μη ικανό να τραγουδήσει.[14]. Αποφασισμένος να βελτιώσει τις υποκριτικές του δυνατότητες και να ξεφορτωθεί την προφορά που υποδήλωνε την καταγωγή του από τις Μπαχάμες, πέρασε έξι μήνες μελετώντας ώστε να έχει επιτυχία στο θέατρο. Η δεύτερή του απόπειρα στο θέατρο ήταν επιτυχημένη και τον οδήγησε στον πρωταγωνιστικό ρόλο στην θεατρική παράσταση Λυσιστράτη (βασισμένη στην ομώνυμη κωμωδία του Αριστοφάνη) στο Μπρόντγουεϊ, που του χάρισε καλές κριτικές. Εκεί τον πρόσεξε κι ο διευθυντής της 20th Century Fox, Ντάριλ Φ. Ζάνουκ, που τον προσέλαβε για να συμμετάσχει στην ταινία του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς Το Μίσος Προστάζει (No Way Out, 1949) στο ρόλο ενός γιατρού που απειλείται από έναν λευκό άνδρα τον οποίο υποδύθηκε ο Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ. Η ερμηνεία του τον οδήγησε σε περισσότερους ρόλους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν αξιοσημείωτοι, σε σχέση με εκείνους που προσέφεραν σε άλλους Αφροαμερικανούς ηθοποιούς της περιόδου. Καθιερώθηκε με τη συμμετοχή του στην ταινία Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα (Blackboard Jungle, 1955), όπου εμφανίστηκε στο ρόλο μαθητή μιας ανεπίδεκτης τάξης πλάι στον Γκλεν Φορντ.
Ο Πουατιέ ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός ηθοποιός που έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1958 Όταν σπάσαμε τις αλυσίδες (The Defiant Ones). Ήταν επίσης ο πρώτος ηθοποιός που κέρδισε το βραβείο (για την ταινία Κάτω από το Βλέμμα του Θεού (Lillies of the Field) το 1963). (Είχαν προηγηθεί οι βραβεύσεις της Χάτι ΜακΝτάνιελ που βραβεύτηκε με Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου για την ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος (Gone With the Wind, 1939) κι του Τζέιμς Μπάσκετ που έλαβε τιμητικό βραβείο όσκαρ για την ερμηνεία του στην ταινία της Ντίσνεϊ Τραγούδι του Νότου (Song of the South)). Παρά τη νίκη του ο Πουατιέ, φοβόταν ότι η Κινηματογραφική Βιομηχανία του παραχώρησε το βραβείο μόνο και μόνο για να εντυπωσιάσει τα πλήθη και για να του απαγορεύσει μεγαλύτερες και σημαντικότερες απαιτήσεις στο μέλλον[15]. Την επόμενη χρονιά της νίκης του δούλεψε ελάχιστα και παρέμεινε ο μοναδικός Αφροαμερικανός ηθοποιός του Χόλιγουντ με επιτυχία, αλλά οι ρόλοι που του προσέφεραν ήταν αδιάφοροι.
Το 1959 ηθοποιός εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ στη θεατρική παράσταση Ένα Σταφύλι στον Ήλιο, έργο το οποίο μεταφέρθηκε έπειτα με επιτυχία στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Το 1965 έδωσε αξιομνημόνευτες ερμηνείες στις ταινίες Βυθίσατε το Υποβρύχιο U-128 (The Bedford Incident) και Τυφλός Άγγελος (A Patch of Blue) πλάι στις Ελίζαμπεθ Χάρτμαν και Σέλλεϊ Γουίντερς. Το 1967 απεδείχθη η εμπορικότερή του χρονιά με τρεις ταινίες του να είναι οι δημοφιλέστερες της χρονιάς: Ιστορία ενός Εγκλήματος (In the Heat of the Night), Μάντεψε Ποιος θα Έρθει το Βράδυ (Guess Who’s Coming to Dinner) και Στον Κύριο μας με Αγάπη (To Sir, with Love). Στην ταινία Η Ιστορία Ενός Εγκλήματος έλαβε έναν από τους δημοφιλέστερους του ρόλους, ως αστυνομικός Βέρτζιλ Τιμπς. Ο χαρακτήρας του Τιμπς εμφανίστηκε σε άλλες δυο ταινίες με πρωταγωνιστή τον Πουατιέ Με Λένε Κύριο Τιμπς (They Call Me MISTER Tibbs!, 1970) και Η Οργάνωση (The Organization, 1971) που δεν είχαν την επιτυχία του πρωτότυπου. Το 1968 έγραψε το σενάριο της ταινίας Για την Αγάπη της Άιβι (For Love of Ivy), όπου ανέλαβε επίσης τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ο τύπος άρχισε να κατηγορεί τον Πουατιέ ότι είχε τυποποιηθεί σε εξιδανικευμένους ρόλους Αφροαμερικανών, στους οποίους δεν επιτρεπόταν να έχουν σεξουαλικά η προσωπικά πάθη κι ελαττώματα, όπως συνέβαινε για παράδειγμα με το χαρακτήρα που ερμήνευσε στην ταινία Μάντεψε ποιος θα ‘ρθει το βράδυ. Ο Πουατιέ είχε αντιληφθεί αυτό που συνέβαινε, αλλά αμφιταλαντευόταν πάνω στο θέμα: ήθελε μεγαλύτερη ποικιλία ρόλων αφενός, αφετέρου ήθελε να αποτινάξει το στερεότυπο με το οποίο παρουσίαζε η κινηματογραφική βιομηχανία τους μαύρους. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που απέρριψε το ρόλο του Οθέλλου στην ομώνυμη τηλεοπτική μεταφορά του θεατρικού του Σαίξπηρ από το κανάλι NBC. To 2002 ο Πουατιέ έλαβε Τιμητικό Όσκαρ για τη συνεισφορά του στην 7η τέχνη. Μετά το θάνατο του Έρνεστ Μποργκνάιν το 2012 είναι ο γηραιότερος εν ζωή κάτοχος Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου..
Η καριέρα του ως σκηνοθέτης
Ο Πουατιέ σκηνοθέτησε αρκετές ταινίες. Έκανε το ντεμπούτο του στο σκηνοθετικό τιμόνι το 1972 με την ταινία Οι Δυο Συνένοχοι (Buck and the Preacher), όπου συμπρωταγωνίστησε με τον Χάρι Μπελαφόντε. Η εμπορικότερη ταινία που σκηνοθέτησε ήταν το Τώρα… δεν μας Σταματάει Τίποτα (Stir Crazy, 1980) που θεωρούταν για πολλά χρόνια η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία από Αφροαμερικανό σκηνοθέτη.. Πρωταγωνιστές της ήταν ο Ρίτσαρντ Πράιορ και ο Τζιν Γουάιλντερ. Το 1974 σκηνοθέτησε ξανά τον Χάρι Μπελαφόντε, μαζί με τον φίλο του Μπιλ Κόσμπι στην ταινία Uptown Saturday Night. Το 1975 σκηνοθέτησε ξανά τον Μπιλ Κόσμπι στην ταινία Οι Κατεργάρηδες (Let`s Do It Again). Η ταινία του 1977 A Piece of Action σηματοδότησε την αρχή της αποχής του από την υποκριτική προκειμένου να αφοσιωθεί στη σκηνοθεσία. Επέστρεψε στην υποκριτική το 1988 με τη συμμετοχή του στην ταινία Φονική Καταδίωξη (Shoot to Kill).