Όταν ήταν μικρός, ο άνθρωπος που θα γινόταν αργότερα γνωστός ως «Τζιχαντιστής Τζον» έπαιζε στα σκονισμένα δρομάκια της Πόλης του Κουβέιτ.
Για τους ηγέτες του Κουβέιτ, όμως, ο ίδιος και η οικογένειά του δεν ήταν ούτε πολίτες, ούτε νόμιμοι μετανάστες, ούτε φιλοξενούμενοι. Ανήκαν στους λεγόμενους απάτριδες: μέλη παραδοσιακών νομαδικών φυλών της περιοχής, που δεν περιλαμβάνονταν στις τάξεις των πολιτών.
Δεν πρόκειται για κάτι ασυνήθιστο στη Μέση Ανατολή. Σε πολλές χώρες υπάρχουν απάτριδες. Το Κουβέιτ όμως έχει τους περισσότερους. Κι αυτό, επειδή το καθεστώς αυτό εμποδίζει την πρόσβαση στην ελεύθερη περίθαλψη, την επιδοτούμενη ανώτερη εκπαίδευση και την πλήρη απασχόληση.
Είναι άγνωστο κατά πόσον ο νεαρός Μοχάμεντ Εμουάζι ένιωσε τι σήμαινε η ιδιότητα του απάτριδος, καθώς έφυγε με την οικογένειά του για τη Βρετανία όταν ήταν έξι ετών. Επέστρεψε όμως στο Κουβέιτ μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο Ουεστμίνστερ της Βρετανίας, το 2009, για να εργαστεί πρόσκαιρα σε μια εταιρεία πληροφορικής.
Έμεινε εκεί για ένα χρόνο. Και τον Απρίλιο του 2010 έφυγε ξανά, λέγοντας ότι πηγαίνει στη Βρετανία. Κάποια στιγμή του 2013 πέρασε στη Συρία για να ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος και να γίνει ο βασικός του αγγλόφωνος εκτελεστής.
Οι πληροφορίες για το πρόσωπό του είναι σήμερα συγκεχυμένες. Ακόμη και οι φωτογραφίες του είναι λίγες και θολές. Μία τον δείχνει έφηβο, σε μια σχολική φωτογραφία, με το κεφάλι ξυρισμένο. Σε μια άλλη έχει μουστάκι και φοράει το κασκέτο του ράπερ. Μία τρίτη φωτογραφία, που δημοσίευσε η Γκάρντιαν, τον δείχνει στο Κουβέιτ.
Η παλιά διευθύντρια του σχολείου του, που λεγόταν Quintin Kynaston Academy και βρισκόταν σ’ ένα βόρειο προάστιο του Λονδίνου,, βεβαιώνει ότι δεν υπήρχε τότε καμιά ένδειξη ότι θα ακολουθούσε μια τέτοια διαδρομή. «Υπήρχαν βέβαια κάποια προβλήματα, αλλά τα αντιμετωπίσαμε», λέει η Τζο Σούτερ. «Και στην τελευταία τάξη ήταν ένα εργατικό και μελετηρό παιδί, που μπήκε στο Πανεπιστήμιο επειδή ήθελε να σπουδάσει».
Μια πρώην δασκάλα αποκαλύπτει πάντως ότι ο Εμουάζι είχε προβλήματα με βίαιη συμπεριφορά και ότι τον είχαν δει ψυχολόγοι. Κι αν η διευθύντρια αποκλείει ότι μπορεί να έγινε οποιαδήποτε ριζοσπαστικοποίησή του στο σχολείο, το βέβαιο είναι ότι έγιναν τζιχαντιστές άλλοι δύο παλιοί μαθητές. Ο ένας σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 2013 στη Συρία και ο άλλος τον Φεβρουάριο του 2014 στη Σομαλία.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών του Κουβέιτ, οι αρχές ανακρίνουν τώρα ορισμένους μακρινούς συγγενείς του Εμουάζι, κυρίως στην περιοχή Ζάχρα, όπου μένουν πολλοί από τους απάτριδες της χώρας. Ανάμεσά τους, κι ο πατέρας του Εμουάζι, πρώην αστυνομικός, που φέρεται να συνεργάστηκε με τα στρατεύματα του Σαντάμ Χουσέιν κατά την εισβολή στο Κουβέιτ, το 1991. Στη Ζάχρα σημειώνονται κάθε τόσο και διαδηλώσεις, πολλές από τις οποίες είναι βίαιες, με αίτημα τη χορήγηση υπηκοότητας στους απάτριδες και τον τερματισμό των διακρίσεων εις βάρος τους.
Τον περασμένο μήνα, ένα δικαστήριο του Κουβέιτ καταδίκασε ερήμην έναν ηγέτη των «μπιντούν» (όπως λέγονται οι απάτριδες) σε πενταετή φυλάκιση επειδή προσέβαλε τον εμίρη της χώρας. Με την ίδια δικαιολογία έχουν κλειστεί στη φυλακή τα τελευταία χρόνια δεκάδες μπλόγκερ και ακτιβιστές της χώρας.
Ο αριθμός των «μπιντούν» υπολογίζεται σε 100.000, έναντι συνολικού πληθυσμού 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων.
Το πρόβλημα χρονολογείται από την περίοδο λίγο πριν από την ανεξαρτητοποίηση του Κουβέιτ, το 1961. Πολλοί «μπιντούν» – κυρίως απόγονοι φυλών από το Ιράκ και τη Σαουδική Αραβία – έχασαν την προθεσμία να κάνουν αίτηση για χορήγηση υπηκοότητας και οι υποθέσεις τους χάθηκαν στον ιστό της γραφειοκρατίας.
Το 2011, μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, οι ηγέτες του Κουβέιτ επεξέτειναν και στους απάτριδες την πρόσβαση σε επιδόματα και υπηρεσίες. Σύμφωνα με ακτιβιστές, όμως, παραμένουν ακόμη πολλά εμπόδια.