Μπορεί ένας από τους δασκάλους του Ζαν-Πολ Μπελμοντό να του είπε κάποτε ότι δεν θα πετύχει ποτέ με αυτό το πρόσωπο του χουλιγκάνου, ωστόσο ο χαρισματικός ηθοποιός τον διέψευσε κι έγινε ένας μεγάλος σταρ του γαλλικού Νέου Κύματος στον κινηματογράφο μετά την πρωτοποριακή ερμηνεία του στο «Με κομμένη την ανάσα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ το 1959.
Για όλους, ήταν ο «Μπεμπέλ». Με τον θάνατο του Ζαν-Πολ Μπελμοντό, στα 88 του χρόνια, η έβδομη τέχνη έχασε έναν από τους δημοφιλέστερους πρωταγωνιστές της, έναν ηθοποιό που μπορούσε να κάνει τα πάντα, χωρίς να παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του, από ταινίες δράσης μέχρι κωμωδίες και καλλιτεχνικά αριστουργήματα, σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο «γοητευτικός άσχημος» του γαλλικού κινηματογράφου, που έπαιξε σε 80 ταινίες, άφησε την τελευταία του πνοή σήμερα το μεσημέρι στο σπίτι του, όπως ανακοίνωσε η οικογένειά του. «Ο Ζαν-Πολ έσβησε σήμερα. Έφυγε για να ξανασυναντηθεί με τους παλιούς συμμαθητές του Κονσερβατουάρ. Το ειλικρινές χαμόγελό του θα μείνει για πάντα εδώ» γράφει η οικογένεια για τον θάνατο του «στυλοβάτη» της.
Ο ηθοποιός, ο οποίος είχε νοσηλευτεί στις αρχές του έτους λόγω υπερκόπωσης, πέθανε περιτριγυρισμένος από τους δικούς του ανθρώπους, στο σπίτι του στο Παρίσι. Άφησε πίσω του αξέχαστους ρόλους, από τον απατεωνίσκο Μισέλ στο «Με κομμένη την ανάσα» του Γκοντάρ μέχρι τον «Μάγκα με τα χίλια πρόσωπα», κρεμασμένος από ένα ελικόπτερο στη Βενετία.
«Θα μείνει για πάντα ο «Αχτύπητος εραστής»: ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό ήταν εθνικός θησαυρός, γεμάτος αυτοπεποίθηση και γέλιο, με το ευκίνητο κορμί, ο απόλυτος ήρωας και οικεία φιγούρα, ακούραστος, παράτολμος άνθρωπος και μάγος των λέξεων», τον αποχαιρέτισε μέσω του Twitter ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.
Χαρισματικός ηθοποιός έκανε συχνά ο ίδιος τις επικίνδυνες σκηνές, ο Μπελμοντό στράφηκε στη δεκαετία του 1960 στις ταινίες μέινστριμ και έγινε ένας από τους κορυφαίους ήρωες κωμωδιών και ταινιών δράσης.
Η απόφασή του να επιδιώξει μια σταδιοδρομία στον εμπορικό κινηματογράφο και να σνομπάρει τους οίκους τέχνης οδήγησε σε επικρίσεις περί σπατάλης του αδιαμφισβήτητου ταλέντου του, κάτι το οποίο πάντοτε αρνούνταν.
«Όταν ένας ηθοποιός έχει επιτυχία, ο κόσμος του γυρνάει την πλάτη και λέει ότι έχει πάρει τον εύκολο δρόμο, ότι δεν θέλει να κάνει μια προσπάθεια ή να αναλάβει οποιαδήποτε ρίσκα», είχε πει κάποτε ο Μπελμοντό.
«Αλλά αν ήταν τόσο εύκολο να γεμίζουν οι κινηματογράφοι, τότε ο κόσμος του κινηματογράφου θα ήταν πολύ καλύτερα απ΄ ό,τι είναι. Δεν νομίζω ότι θα είχα μείνει στα φώτα της δημοσιότητας τόσο πολύ αν έκανα σκουπίδια. Ο κόσμος δεν είναι ανόητος».
Ζαν Πολ Μπελμοντό: Συντετριμμένος ο Αλέν Ντελόν
«Συντετριμμένος» από τον θάνατο του στενού φίλου του, του Ζαν-Πολ Μπελμοντό, εμφανίστηκε ο Αλέν Ντελόν, το άλλο «ιερό τέρας» του γαλλικού κινηματογράφου.
«Είμαι παντελώς συντετριμμένος… Δείτε, δεν θα ήταν άσχημο να φεύγαμε κι οι δυο μαζί. Είναι μέρος της ζωής μου, ξεκινήσαμε μαζί πριν από 60 χρόνια», είπε ο 65χρονος Ντελόν, με τη φωνή σπασμένη από τη συγκίνηση.
Αν και συχνά τους παρουσίαζαν, λανθασμένα, ως ανταγωνιστές, οι δυο κολοσσοί του γαλλικού κινηματογράφου βίωσαν παράλληλες καριέρες και έγιναν φίλοι, παρά τις διαφορές τους. Έπαιξαν μαζί στην ταινία «Μπορσαλίνο» του 1970: ενσάρκωναν δυο νεαρούς απατεώνες που συνδέθηκαν με βαθιά φιλία και κατέληξαν να γίνουν οι «βασιλιάδες» του υποκόσμου της Μασσαλίας.
Το 1998 ο Πατρίς Λεκόντ τους ένωσε και πάλι, στην ταινία «Ανάμεσα σε δυο μπαμπάδες» με τη Βανέσα Παραντί. «Είναι διαμετρικά αντίθετοι, με αποτέλεσμα να συμπληρώνει ο ένας τον άλλον και, ταυτόχρονα, να βρίσκονται πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Είναι παράξενο, δυο ηθοποιοί, σαν αυτούς, να έχουν ταυτόχρονα τα πάντα κοινά και τίποτα κοινό μεταξύ τους», είχε δηλώσει τότε ο σκηνοθέτης.
Τη θλίψη της «για τον χαμό του Ζαν-Πολ» εξέφρασε και η ηθοποιός Κλαούντια Καρντινάλε, σε μια δήλωση που έστειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο ατζέντης της. «Έζησα δίπλα του τόσες αξέχαστες ευτυχισμένες στιγμές (…) Εκφράζω τη στοργή μου στους συγγενείς του και ιδίως στα παιδιά του. Αντίο, Ζαν-Πολ», πρόσθεσε η Καρντινάλε, με την οποία είχε συμπρωταγωνιστήσει σε πολλές ταινίες ο Μπελμοντό.
Έναν «γενναιόδωρο» ηθοποιό, ένα «ίνδαλμα του γαλλικού και διεθνούς κινηματογράφου» αποχαιρέτισαν επίσης τα Φεστιβάλ των Καννών και της Βενετίας. Ο Μπελμοντό είχε τιμηθεί το 2011 με τον Χρυσό Φοίνικα για το σύνολο της καριέρας του από το Φεστιβάλ των Καννών.
Η Μόστρα της Βενετίας είχε επίσης τιμήσει τον Γάλλο ηθοποιό απονέμοντάς του τον χρυσό Λέοντα το 2016.
Ποιος ήταν ο σταρ του γαλλικού σινεμά
Ο Μπελμοντό γεννήθηκε στις 9 Απριλίου 1933, στο Νεϊγί-σιρ-Σεν με πατέρα τον καταξιωμένο γλύπτη Πολ Μπελμοντό και μητέρα τη ζωγράφο Σαρά Ρενό-Ρισάρ. Παρά το υπόβαθρο της καλλιέργειας που διέθετε, έμοιαζε να τον τραβάει περισσότερο ο κόσμος των σπορ από εκείνον της τέχνης: στα νιάτα του υπήρξε δεινός πυγμάχος.
Αφού αποφάσισε να ασχοληθεί με την ηθοποιία, χρειάστηκε να προσπαθήσει τρεις φορές προτού η Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του Παρισιού τον δεχθεί, το 1952, ως φοιτητή.
Ακόμη και τότε δεν ήταν ένα ομαλό πέρασμα: ο Μπελμοντό τα παράτησε απηυδισμένος το 1956 έπειτα από την ψυχρή υποδοχή που έλαβε για μια ερμηνεία του από κριτική επιτροπή της σχολής.
Ένας από τους δασκάλους του προέβλεψε τότε: «Ο κ. Μπελμοντό δεν θα πετύχει ποτέ με αυτό το πρόσωπο του χουλιγκάνου».
Η απάντηση του Μπελμοντό ήταν μια άσεμνη χειρονομία. Έπαιξε σε περισσότερες από 80 ταινίες, πολλές από τις οποίες είχαν τεράστια εισπρακτική επιτυχία για τον επόμενο μισό αιώνα.
Μολονότι η καριέρα του Μπελμοντό ξεκίνησε από το θεατρικό σανίδι, επί μισό αιώνα κυριάρχησε στις κινηματογραφικές αίθουσες: τις ταινίες του είδαν περισσότεροι από 130 εκατομμύρια θεατές. Ήταν επίσης ένας από τους τελευταίους «μεγάλους» της γενιάς του, μαζί με τον Αλέν Ντελόν και την Μπριζίτ Μπαρντό, όμως σχεδόν εξαφανίστηκε από τις οθόνες μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2001. Παρέμενε ωστόσο το απόλυτο «πρότυπο» για τους ομοτίμους του, όπως για τον Ζαν Ντιζαρντέν, που τον θεωρούσε «έναν από τους τελευταίους ήρωες» του γαλλικού κινηματογράφου. Οι περιπέτειές του στον «Άνθρωπο από το Ρίο», ενέπνευσαν μέχρι και τον Στίβεν Σπίλμπεργκ στην ταινία «Ιντιάνα Τζόουνς».
Οι Γάλλοι δεν βαρέθηκαν ποτέ να βλέπουν και να ξαναβλέπουν τις ταινίες του, στη μεγάλη οθόνη, στην τηλεόραση ή, πιο πρόσφατα, στο Netflix, σε αφιερώματα για τον Γκοντάρ. Άλλωστε, η «συνάντησή» του με τον πατριάρχη της Νουβέλ Βαγκ, ενός άλλου ιερού τέρατος της 7ης Τέχνης, σφράγισε τη μοίρα του: δεν ήταν ούτε καν 30 χρονών όταν, το 1960, έγινε θρύλος, πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Με κομμένη την ανάσα». Η συνεργασία τους θα συνεχιστεί το 1961 με την ταινία «Η κυρία θέλει έρωτα» και το 1965 με τον «Τρελό Πιερό».
Παράλληλα, συναντιέται και συνεργάζεται με όλους τους «μεγάλους» της εποχής: από τον Πίτερ Μπρουκ («Moderato cantabile, 1960»), τον Ζαν-Πιερ Μελβίλ («Ο εφημέριος», 1961) και τον Ανρί Βερνέιγ («Οι δύο αλήτες», 1962), μέχρι τον Φρανσουά Τριφό («Η σειρήνα του Μισισιπή», 1969) και τον Λουί Μαλ («Ο κλέφτης», 1967). Είναι ο μοναδικός που μπορεί να συναγωνιστεί τον Αλέν Ντελόν, τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία «Μπορσαλίνο» (1970). «Εκείνος κι εγώ, είμαστε η μέρα με τη νύχτα», σχολίασε κάποτε ο Μπελμοντό, αποκαλύπτοντας ότι οι δυο τους ήταν στενοί, πιστοί φίλοι και όχι ανταγωνιστές, όπως τους ήθελε συχνά ο Τύπος.
Λατρεύοντας να γυρίζει σκηνές χωρίς κασκαντέρ, ο Μπελμοντό έπαιξε σε πολλές ταινίες δράσης που αγαπήθηκαν από το κοινό. Αρχής γενομένης από το «Καρτούς» του Φιλίπ ντε Μπροκά, που έκοψε 3 εκατομμύρια εισιτήρια, και στη συνέχεια με τον «Άνθρωπο από το Ρίο» (1963) και τον «Τυχοδιώκτη των δυο ηπείρων», με συμπρωταγωνίστρια την Ούρσουλα Άντρες.
Και οι επικίνδυνες σκηνές συνεχίστηκαν στις ταινίες του Βερνέιγ «Τρόμος πάνω από την πόλη» (1975) και «Το Αφεντικό του Club Number 1» (1976).
Μολονότι το κοινό παρέμεινε πάντα πιστό στον Μπεμπέλ, οι κριτικοί αρχίζουν να τον βλέπουν με άλλο μάτι. «Για τη παριζιάνικη διανόηση, είχα μετατραπεί σε κασκαντέρ», είπε ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα.
Παρ’ όλ’ αυτά, συνεχίζει με ταινίες δράσης, όπως οι «Μπάτσος ή αλήτης» (1979) και «Ο περιθωριακός» (1983).
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά ο Μπελμοντό εμφανίζεται ολοένα και λιγότερο στη μεγάλη οθόνη, παρά τις δημοφιλείς ταινίες που γυρίζει με τον Κλοντ Λελούς («Ο κυνηγός της περιπέτειας», 1988, «Οι άθλιοι», 1995).
Σχεδόν τριάντα χρόνια αφού παράτησε το θέατρο, επέστρεψε το 1987 στη σκηνή με το έργο «Κην ή Αταξία και Μεγαλοφυία». Δύο χρόνια αργότερα έπαιξε τον «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» και ο τελευταίος ρόλος του στο θεατρικό σανίδι ήταν στο έργο «Φρεντερίκ ή το Βουλεβάρτο του εγκλήματος», το 1998.
Ο «Μπεμπέλ», ο οποίος τιμήθηκε με βραβείο Σεζάρ για την ταινία «Ο κυνηγός της περιπέτειας» (1988), συμπρωταγωνίστησε στη μεγάλη οθόνη με κάποιες από τις σημαντικότερες ηθοποιούς της γενιάς του: από την Κατρίν Ντενέβ μέχρι την Κλαούντια Καρντινάλε – και ερωτεύτηκε ορισμένες, όπως την Ούρσουλα Άντρες και τη Λάουρα Αντονέλι. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τέσσερα παιδιά.