Αναστασιάδης: Βέτο στην τελωνειακή σύνδεση ΕΕ-Τουρκίας αν η Άγκυρα δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της
«Το έχω κάνει ξεκάθαρο και δεν υπάρχει θέμα υπαναχώρησης»
Για το πρόσφατο ταξίδι του στην Ελλάδα, τα ευρω-τουρκικά, την διαχείριση της Πανδημίας, καθώς και το όραμά του για λύση του Κυπριακού μίλησε στην ΕΡΤ ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
«Νιώθω ιδιαίτερα περήφανος για ό,τι παρακολούθησα, για την οργάνωση και για τις εκδηλώσεις, με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Το δεύτερο, εξίσου σημαντικό με βάση τα τρέχοντα είναι η διαπίστωση για άλλη μια φορά της αποφασιστικότητας, τόσο της Ελληνικής, όσο και της Κυπριακής Κυβερνήσεως, να υπάρχει μια στενότατη συνεργασία, όπως διαγράφεται μετά το ‘74, δηλαδή οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικού χρώματος, να θεωρούν ή να θέτουν πέρα και πάνω από όλα το Κυπριακό και τα όσα παρακολουθούμε πλέον με τις παραβιάσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, ως μείζονος εθνικής σημασίας θέματα.
Και συνεπώς, μια άψογη μεταξύ μας συνεργασία που επιτυγχάνεται μέσα από το συγχρονισμό δράσεων, ενεργειών, παρεμβάσεων κλπ. Επομένως, εκφράζω την απόλυτη ικανοποίησή μου για το άριστο επίπεδο συνεργασίας που παρατηρείται μεταξύ των κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας», ανέφερε ο κος Αναστασιάδης για να προσθέσει:
«Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι όποιες εχθρικές ενέργειες εναντίον είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου έχουν ένα κοινό γνώρισμα: Την επιθετικότητα, την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και συνεπώς υπάρχει η σύμπτωση θέσεων όσον αφορά την προάσπιση των δικαιωμάτων δύο κυρίαρχων ανεξαρτήτων κρατών. Το ίδιο θα συνέβαινε αν ένα εκ των άλλων συνεργαζομένων κρατών αντιμετώπιζε τα ίδια φαινόμενα. Εκείνο όμως που ιδιαίτερα χαρακτηρίζει τα προβλήματα που η Ελλάδα και η Κύπρος σήμερα αντιμετωπίζουν είναι και – αν θέλετε – οι ανέκαθεν στενές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και συνεπώς δεν είναι θέμα διαχωρισμού ή κοινού δόγματος, είναι θέμα κοινών θέσεων: Πώς αντιμετωπίζεται η τουρκική προκλητικότητα.
Διότι εάν επιτύχει στην μία από τις δύο εκείνα τα οποία επιδιώκει, θα είναι οπωσδήποτε εις βάρος και των συμφερόντων της άλλης χώρας, διότι κατ’αυτόν τον τρόπο θα ενθαρρυνθεί και θα αντιδράσει κατ’ ανάλογο τρόπο, διεκδικώντας και παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, είτε εδάφη, είτε θαλάσσιες περιοχές που δεν της ανήκουν. Συνεπώς υπάρχει και αυτό είναι σημαντικό, η κοινή πρόκληση, σε δύο κράτη, που τα συντηρούν προαιώνιοι δεσμοί, που δεν παύουν να είναι ανεξάρτητα κράτη, αλλά και πού δεν παύουν να έχουν κοινές αντιλήψεις και κοινά συμφέροντα όσον αφορά την παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας».
Ο Νίκος Αναστασιάδης απαντά αν κατά τη γνώμη του η μετάβαση των Ευρωπαίων αξιωματούχων στην Τουρκία θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα.
«Δεν θα διαφωνήσω ποσώς, εξού και οι πρωτοβουλίες που με τον Έλληνα πρωθυπουργό έχουμε αναλάβει, θέτοντας τα τελευταία δύο χρόνια σε κάθε Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την παραβατικότητα και την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από πλευράς Τουρκίας. Το δόγμα αλληλεγγύης που επικρατεί μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών δεν επιτρέπει την αδιαφορία από πλευράς Ευρώπης. Διαπιστώνονται οι παραβατικές συμπεριφορές της Τουρκίας, διαπιστώνεται η έντονη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου είτε με τις γεωτρήσεις στην Κύπρο, είτε με τις παραβιάσεις της ελληνικής ΑΟΖ, είτε ακόμη όσα μαρτυρούνται για την Αμμόχωστο.
Συνεπώς αυτό το οποίο επιδιώξαμε είναι να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον και παρά τα συμφέροντα χωρών – μελών της ΕΕ που τυγχάνουν εξάρτησης από την τουρκική οικονομία, έγινε κατορθωτό τουλάχιστον να μπουν οι βασικές προϋποθέσεις ή τα προαπαιτούμενα, προκειμένου η θετική όπως λέγεται ατζέντα, δηλαδή η θετική προοπτική βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης-Τουρκίας, να περνά και από την μη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ή την μη επανάληψη των παραβατικών συμπεριφορών έναντι της Κύπρου.
Δεν είναι ανάγκη να πω ονομαστικά, αλλά οπωσδήποτε υπάρχουν οι χώρες που είτε λόγω της πολεμικής τους βιομηχανίας, είτε λόγω της έκθεσης του τραπεζικού τους συστήματος στην τουρκική οικονομία δεν θα ήθελαν, εν όψει και της κακής οικονομικής κατάστασης της χώρας, δεν θα ήθελαν να δημιουργήσουν ακόμα ένα πρόβλημα που θα επιδείνωνε περισσότερο την ήδη κακή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Είναι και τα συμφέροντα μέσα από τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων. Έτσι, βλέπουμε, τρεις από τις μεγάλες χώρες να έχουν ισχυρές θέσεις όσον αφορά την μη επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας κατά τις σημειωθείσες παραβατικές συμπεριφορές».
Σε σχετικό ερώτημα αν έχει θέσει το θέμα στις εν λόγω χώρες απαντά: «Βεβαιότατα. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Έλληνας πρωθυπουργός, έχουμε την φραστική στήριξη, αυτό που λείπει είναι η πρακτική στήριξη. Κατά την πρόσφατη τηλεδιάσκεψη με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ έχουμε καταστήσει ξεκάθαρο πως μας ενδιαφέρει η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία – αυτό θα ήταν το ιδανικό – αλλά υπό την αίρεση ότι δεν θα επαναλάβει αυτό που φαινομενικά αυτήν την περίοδο παρατηρείται: Δηλαδή την μη επανάληψη, την μη παρουσία τουρκικών πλοίων, προκλητικών ενεργειών κοκ. Αυτό θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι θα είναι διάρκειας και όχι πρόσκαιρα χάριν του επιδιωκόμενου στόχου, δηλαδή να τύχει μιας απόφασης για συζήτηση θεμάτων που αφορούν την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι η τελωνειακή ένωση και η απελευθέρωση θεώρησης διαβατηρίων κοκ».
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν θα διστάσει να θέσει θέμα βέτο στην τελωνειακή σύνδεση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας αν η τελευταία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της έναντι των κρατών μελών.
«Έχω κάνει ξεκάθαρο προς τον Σαρλ Μισέλ όπως και στην Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν ότι εάν και εφόσον η Τουρκία δεν εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της έναντι του συνόλου των κρατών της ΕΕ , δεν μπορεί να τύχουν της δικής μας σύμφωνου θέσης. Θα είμαστε αντίθετοι, συνεπώς θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν και από τους Ευρωπαίους εταίρους και από την Τουρκία ότι δεν μπορεί να συνεχίσει η συμπεριφορά της Τουρκίας, της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας ή των υποχρεώσεών της που προκύπτουν έναντι του συνόλου των κρατών. Αυτό το έχω κάνει ξεκάθαρο και δεν υπάρχει θέμα υπαναχώρησης». «Άρα, μιλάτε για άσκηση βέτο σε περίπτωση που η Τουρκία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της;» ρωτήθηκε και απάντησε: «Χωρίς αμφιβολία».