Nα καταθέσει στη Γερουσία το σχέδιο του για την επιστροφή των ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα ζήτησαν από τον νέο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές, ώστε «να το εξετάσουν και να το επεξεργαστούν». Κι αυτό, λίγα λεπτά μετά την υπογραφή εκτελεστικού διατάγματος από τον Μπάιντεν για την επανένταξη των ΗΠΑ στο πλαίσιο της συμφωνίας.
Η ανακοίνωση του Μπάιντεν ότι θα επιδιώξει την επιστροφή των ΗΠΑ στην αναφερόμενη συμφωνία αποτέλεσε το κεντρικό σημείο ενδιαφέροντος σειράς εκτελεστικών διαταγμάτων με στόχο την αποκατάσταση της αμερικανικής ηγεσίας στην καταπολέμηση της αύξησης της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το ΑΜΠΕ, η κίνηση των γερουσιαστών αντανακλά τις βαθιές πολιτικές διαιρέσεις που υπάρχουν αναφορικά με την πολιτική για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη και είναι πιθανό να προκαλέσουν προβλήματα στη διάρκεια της προεδρίας του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν, καθώς ο ίδιος επιδιώκει τη μηδενική εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου μέχρι του 2050.
Ο γερουσιαστής Στιβ Ντέινς κατέθεσε την πρόταση, υποστηρίζοντας ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί στον πρόεδρο να δεσμεύσει τις ΗΠΑ σε μία διεθνή συμφωνία χωρίς την έγκρισή της από τα 2/3 της Γερουσίας.
Η κοινοβουλευτική σύνθεση της Γερουσίας έχει διαμορφωθεί με ισάριθμες έδρες μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων (50-50) και με την ψήφο της αντιπρόεδρου Κάμαλα Χάρις να καθορίζει την πλειοψηφία.
Την απόφαση υποστήριξαν άλλοι πέντε Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές (Τζον Μπαράσο, Τζέρι Μοράν, Ρότζερ Μάρσαλ, Σίνθια Λούμις και Μάικ Κρέιπο.
«Τουλάχιστον, παροτρύνω τον πρόεδρο Μπάιντεν να πράξει αυτό που αρνήθηκε να κάνει η κυβέρνηση Ομπάμα και να καταθέσει τη Συμφωνία του Παρισιού στη Γερουσία για επεξεργασία, όπως απαιτείται από το Σύνταγμα των ΗΠΑ», δήλωσε ο Ντέινς.
Οι ΗΠΑ εισήλθαν στην αναφερόμενη συμφωνία το 2016, δεσμεύοντας τη χώρα για τη μείωση μέχρι το 2025 της εκπομπής των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 26%-28% από τα επίπεδα του 2005. Ο τότε πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα αρνήθηκε να καταθέσει τη συμφωνία στη Γερουσία για να λάβει τη συγκατάθεσή της, υποστηρίζοντας ότι αυτή υπάγονταν στο Πλαίσιο της Σύμβασης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή του 1992, που είχε επικυρωθεί νωρίτερα.
Ο επόμενος πρόεδρος, ο Ντόναλντ Τραμπ, απέσυρε επίσημα τις ΗΠΑ από το πλαίσιο της συμφωνίας την προηγούμενη χρονιά (2020), στο πλαίσιο ευρύτερης στρατηγικής αποδέσμευσης της εσωτερικής παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και των Αμερικανών παραγωγών άνθρακα.