Οι δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι του τεράστιου εργοστάσιου παπουτσιών, οι οποίοι απεργούσαν εδώ και δύο εβδομάδες, επέστρεψαν σήμερα στην εργασία τους, χωρίς ωστόσο να έχουν δει να εκπληρώνονται τα βασικά τους αιτήματα, ενώ καταγγέλλουν επίσης κινήσεις εκφοβισμού από την πλευρά των αρχών.
Μολονότι το Πεκίνο εγκρίνει την δράση μόνον μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης που συνδέεται με το Κομμουνιστικό Κόμμα, το απεργιακό αυτό κίνημα ενός μεγέθους άνευ προηγουμένου εδώ και χρόνια παρέλυσε από τα μέσα Απριλίου ένα εργοστάσιο του ομίλου Γιουέ Γιουέν, στην Ντονγκουάν, στη νότια Κίνα.
Η εταιρεία Γιουέ Γιουέν, ταϊλανδέζικων κεφαλαίων, αναφέρει ότι είναι ο πρώτος παγκοσμίως κατασκευαστής αθλητικών παπουτσιών, με την παραγωγή περίπου 300 εκατομμυρίων ζευγαριών ετησίως. Το τεράστιο εργοστάσιό της στην Ντονκγουάν είναι ένα από τα μεγαλύτερα του τομέα, με περίπου 45.000 εργαζόμενους, στην πλειονότητά τους γυναίκες.
Οι εργαζόμενοί του διαμαρτύρονταν για το επίπεδο των μισθών τους, τα κενά στα συμβόλαια πρόσληψης και την αθέτηση των υποχρεώσεων της εταιρείας όσον αφορά την κάλυψη της κοινωνικής τους ασφάλισης.
Μετά την διεξαγωγή έρευνας, οι αρχές έδωσαν οδηγίες στην διεύθυνση του εργοστασίου, το οποίο κατασκευάζει κυρίως παπούτσια για την Nike και την Adidas, να «επανορθώσει βάσει του νόμου» όσον αφορά τις πληρωμές που πρέπει να γίνουν.
Την ίδια ώρα δείχνοντας την αυστηρότητά της απέναντι στους απεργούς, «η αστυνομία συνέλαβε περίπου 60 εργαζόμενους στα εργαστήρια», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο μια εργάτρια, η οποία ζήτησε να μην κατονομαστεί, καταγγέλλοντας “τους ελέγχους της αστυνομίας”.
Περίπου το 80% των εργαζομένων στο εργοστάσιο επέστρεψε σήμερα στη δουλειά. «Οι εργάτες δεν εξασφάλισαν τίποτε από αυτά που ζητούσαν και τώρα η κυβέρνηση μας αναγκάζει να επιστρέψουμε στις θέσεις μας», σημείωσε επίσης ένας 45χρονος υπάλληλος συντήρησης, ο οποίος κατονομάστηκε ως Λι.
Το Γαλλικό Πρακτορείο επισημαίνει ότι δεν κατέστη δυνατή σήμερα η επικοινωνία με την διεύθυνση του εργοστασίου και τον όμιλο Γιουέ Γιουέν.
Το κινεζικό δίκαιο, το οποίο υποχρεώνει τους εργοδότες να εισφέρουν μηνιαίως για την ασφάλεια υγείας και την συνταξιοδότηση των εργαζομένων, εξακολουθεί να γίνεται ελάχιστα σεβαστό.
«Αν δεν έχεις κοινωνική ασφάλιση, τότε ακόμη και μια ολόκληρη ζωή μόχθου δεν εξυπηρετεί σε τίποτε» όταν έρχεται η ώρα της συνταξιοδότησης, σημείωσε επίσης ο Λι, ο οποίος προέρχεται, όπως πολλοί εργαζόμενοι στο εργοστάσιο αυτό, από μια φτωχή αγροτική περιοχή.
Εξάλλου αυτοί που ξεκίνησαν την απεργία στην Ντονγκουάν ήταν οι εργαζόμενοι που πλησιάζουν την νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης –η οποία είναι τα 60 έτη για τους άνδρες και τα 50 για τις γυναίκες.
«Τα αιτήματά μας δεν έχουν τίποτε το ακραίο. Ζητούμε απλώς να καταβληθούν οι εισφορές για την κοινωνική μας ασφάλιση και τα ενοίκιά μας», εξήγησε παράλληλα ο Ουάνγκ, ένας μεσήλικας εργαζόμενος, ο οποίος αμείβεται με 2.800 γουάν (328 ευρώ) μηνιαίως.
Το εργοστάσιο δέχθηκε μόνον να καταβάλει ένα πριμ των 230 γουάν μηνιαίως σε κάθε εργαζόμενο και η εταιρεία Γιουέ Γιουέν δεσμεύτηκε να «αντισταθμίσει» τις καθυστερήσεις στις πληρωμές των επιδομάτων της κοινωνικής ασφάλισης, σημειώνοντας ωστόσο ότι «αυτές οι συνεισφορές δεν θα μπορούσαν να σταθμιστούν προς το παρόν».
«Δεν μας υποσχέθηκαν την καταβολή όλων των καθυστερημένων κοινωνικών μας επιδομάτων. Εξασφαλίσαμε μόνο μια μικρή νίκη, λαμβάνοντας ένα πριμ», σημείωσε ο Ουάνγκ.
Παράλληλα την ίδια ώρα ενώ οι αρχές δείχνουν μεγαλύτερη επιείκεια για ορισμένες διεκδικήσεις των εργαζομένων, κυρίως σε ξένες επιχειρήσεις, η ανεκτικότητά τους έχει και όρια. Ο Ζανγκ Ζιρού, γνωστός ακτιβιστής της μη κυβερνητικής οργάνωσης Chunfeng Labour Justice Department, πρόσφατα κρατήθηκε για τέσσερις ημέρες.
«Οι αστυνομικοί με διέταξαν να μην επικοινωνώ πια με τους εργάτες» της Ντονγκουάν, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο, και πρόσθεσε ότι ο συνάδελφός του Λιν Ντονγκ εξακολουθεί να κρατείται.
Η τοπική κυβέρνηση «άσκησε μεγάλη πίεση στους εργαζόμενους για να σταματήσουν την απεργία τους», σημείωσε παράλληλα ο Τζέφρι Κρόθαλ, εκπρόσωπος στο Χονγκ Κονγκ της ανεξάρτητης οργάνωσης China Labour Bulletin.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρώτο τρίμηνο του 2014, οι εργασιακές διενέξεις εκτινάχθηκαν στο 30% στην Κίνα σε σχέση με το 2013, λόγω μιας έλλειψης σε εργατικό δυναμικό, η οποία θέτει τους εργαζόμενους σε θέση ισχύος, και μιας αυξημένης χρήσης των κοινωνικών ιστοτόπων για την κινητοποίηση των εργαζομένων.
«Άλλες φορές οι αρχές προσπαθούν να χρονοτριβήσουν, ενώ άλλες χρησιμοποιούν τον σκληρό τρόπο: η μέθοδος του καρότου και του μαστιγίου. Μόλις η επιχείρηση προβεί σε κάποιες παραχωρήσεις, ασκούν πιέσεις στους εργαζόμενους να επιστρέψουν στην εργασία τους», εξήγησε.
«Οι υπεύθυνοί μας στο εργοστάσιο μας προειδοποίησαν ότι όσοι συνεχίσουν “να προκαλούν αναστάτωση” θα πεταχτούν έξω χωρίς αποζημίωση», εμπιστεύτηκε στο Γαλλικό Πρακτορείο μια 17χρονη, που κατονομάζεται ως Ταν.
Σύμφωνα με την ίδια, ο φόβος να χάσει την δουλειά της υπερίσχυσε. «Η απεργία απέτυχε. Δεν εξασφαλίσαμε αυτό που θέλαμε», κατέληξε.