Στην πρόσφατη 57η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά, στην τρίτη έδρα του ΟΗΕ, στη Βιέννη, η συμβολή της Ελλάδας υπήρξε σημαντική.
Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν η υφυπουργός Υγείας, Ζέττα Μακρή, η οποία, στο πλαίσιο της ελληνικής Προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσίασε τις κοινοτικές θέσεις.
Η δε Ελλάδα είχε προτείνει και προετοιμάσει τα δύο εκ των δώδεκα ψηφισμάτων, που υιοθετήθηκαν από τη Συνδιάσκεψη.
Στην κορυφαία αυτή σύνοδο για τα Ναρκωτικά -στην οποία συμμετείχαν 1.300 εκπρόσωποι από 127 χώρες μέλη του ΟΗΕ, από διακυβερνητικούς οργανισμούς, όργανα των Ηνωμένων Εθνών, την Κοινωνία Πολιτών και διεθνή Μέσα Ενημέρωσης- η Ελληνίδα υφυπουργός έδωσε έμφαση, μεταξύ άλλων, στις μεθόδους αντιμετώπισης της ζήτησης και της προσφοράς ναρκωτικών, στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας.
Εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνώστηκε ειδική δήλωση, που υποστηρίχθηκε ένθερμα από τις περισσότερες χώρες μέλη του ΟΗΕ και στην οποία εκφράστηκε η θέση της ΕΕ για την κατάργηση της θανατικής ποινής, εστιάζοντας στην αντίθεση της επιβολής της από χώρες του ΟΗΕ για αδικήματα, που σχετίζονται με τα ναρκωτικά.
Η κ. Μακρή, ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας, συμμετείχε και στην υψηλού επιπέδου Διάσκεψη για την «Κοινωνία των Πολιτών και την επιστημονική διαβούλευση των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά και την εγκληματικότητα».
Εξάλλου, πραγματοποιήθηκαν διμερείς συναντήσεις της ελληνικής αποστολής με υψηλόβαθμους αξιωματούχους και συγκεκριμένα τον επικεφαλής του Γραφείου του ΟΗΕ για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC), Γιούρι Φεντότοφ, και τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Γιαν Ελίασον.
Στις συναντήσεις αυτές συζητήθηκαν οι προτεραιότητες της πολιτικής της ΕΕ για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών και επισημάνθηκε η ανάγκη άμεσης αντίδρασης της διεθνούς κοινότητας για την αντιμετώπιση του προβλήματος των νέων ψυχοδραστικών ουσιών.
Από τη Συνδιάσκεψη στη Βιέννη υιοθετήθηκαν δώδεκα ψηφίσματα (αποφάσεις) των χωρών μελών του ΟΗΕ εκ των οποίων τα δύο εκ μέρους της ΕΕ, που προετοίμασε και πρότεινε η Ελλάδα, και στα οποία συγκροτούνται οδηγίες πολιτικής για τα κράτη μέλη του ΟΗΕ που αφορούν το πρώτο, την εκπαίδευση και κατάρτιση για τους επαγγελματίες των υπηρεσιών απεξάρτησης και το δεύτερο, την εξασφάλιση των βασικών υπηρεσιών Υγείας σε εξαρτημένους ακόμα και σε περιόδους οικονομικής λιτότητας.