Ο νορβηγός ακροδεξιός δολοφόνος Άντερς Μπέρινγκ Μπράιβικ, σε επιστολή η οποία παρελήφθη σήμερα από το Γαλλικό Πρακτορείο, απειλεί να αρχίσει απεργία πείνας για να επιτύχει βελτίωση των συνθηκών κράτησής του, τις οποίες εξισώνει με «βασανιστήρια», κυρίως επειδή δεν του δόθηκε η κονσόλα παιγνιδιών που ήθελε.
Η επιστολή είναι μεγαλύτερη της μιας δακτυλογραφημένης σελίδας, φέρει ημερομηνία 29 Ιανουαρίου και φαίνεται πως έχει σταλεί σε πολλά γραφεία σύνταξης. Στο φάκελο περιλαμβάνονται τέσσερις σελίδες γραμμένες και στις δύο όψεις, οι οποίες είχαν σταλεί στις αρχές της φυλακής το Νοέμβριο και στις οποίες ο άνθρωπος που στις 22 Ιουλίου 2011 σκότωσε 77 ανθρώπους, διατυπώνει 12 απαιτήσεις.
Τα αιτήματα αυτά, τα οποία εφόσον γίνουν δεκτά θα καταστήσουν, σύμφωνα με τον ίδιο, την παραμονή του στη φυλακή σύμφωνη με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, αφορούν θεμελιώδη δικαιώματα, όπως τη δυνατότητα περιπάτου ή επικοινωνίας, καθώς και ανεκδοτολογικές λεπτομέρειες.
Ο Μπράιβικ ζητεί κυρίως να αντικατασταθεί το Playstation 2, που έχει τεθεί στη διάθεσή του, από το πιο σύγχρονο Playstation 3 «με πρόσβαση σε παιγνίδια για ενηλίκους που να μπορώ ο ίδιος να επιλέγω».
«Οι άλλοι κρατούμενοι έχουν πρόσβαση σε παιγνίδια για ενηλίκους ενώ εγώ δεν έχω δικαίωμα να παίζω παρά παιγνίδια για παιδιά που είναι λιγότερο ενδιαφέροντα. Ένα παράδειγμα είναι το ‘Rayman Revolution’, ένα παιγνίδι που έχει επινοηθεί για παιδιά τριών ετών», γράφει ο 35χρονος δολοφόνος.
Ο Μπράιβικ, ο οποίος κρατείται σε απομόνωση από το 2011 για λόγους ασφαλείας, υποστηρίζει πως έχει συμπεριφερθεί «με υποδειγματικό τρόπο» και πως δικαιούται να του γίνει μια «προσφορά δραστηριοτήτων» βελτιωμένη σε σχέση με τους άλλους κρατουμένους, ώστε να αντισταθμισθεί το πολύ αυστηρό καθεστώς εγκλεισμού του.
Στη βάση αυτή, ζητεί το διπλασιασμό του εβδομαδιαίου μισθού των 300 κορωνών (36 ευρώ) τον οποίο λαμβάνει όπως όλοι οι φυλακισμένοι, κυρίως για να πληρώνει τα έξοδα της αλληλογραφίας του.
Όλη η αλληλογραφία του ελέγχεται επιμελώς από τις σωφρονιστικές αρχές, γεγονός που, όπως υποστηρίζει, την επιβραδύνει σημαντικά.
Μεταξύ των άλλων απαιτήσεών του είναι: να τερματισθούν οι σχεδόν καθημερινοί σωματικοί έλεγχοι σε μια από τις δύο φυλακές όπου εκτίει την ποινή κάθειρξης 21 ετών (με δυνατότητα παράτασης) που του έχει επιβληθεί, να έχει πρόσβαση σε προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή αντί σε «μια γραφομηχανή χωρίς αξία και τεχνολογίας που ανάγεται στο 1873», να αυξηθούν οι περίπατοί του και να έχει περισσότερες επαφές με τον έξω κόσμο.
«Με έχετε βάλει σε μια κόλαση (…) και δεν θα καταφέρω να επιβιώσω πολύ περισσότερο. Με σκοτώνετε», γράφει προς τις σωφρονιστικές αρχές, διατυπώνοντας ήδη στην επιστολή αυτή την απειλή για απεργία πείνας.
«Αν πεθάνω, όλοι οι δεξιοί εξτρεμιστές και ριζοσπάστες του ευρωπαϊκού κόσμου θα ξέρουν ακριβώς ποια άτομα με βασάνισαν μέχρι θανάτου (…). Αυτό μπορεί να έχει συνέπειες βραχυπρόθεσμα για ορισμένα άτομα, αλλά επίσης και όταν η Νορβηγία αποκτήσει και πάλι ένα φασιστικό καθεστώς σε 13 ως 40 χρόνια», προειδοποιεί εμφανιζόμενος ως «πολιτικός κρατούμενος».
Στις 22 Ιουλίου 2011, ο Μπράιβικ είχε αρχικά σκοτώσει οκτώ ανθρώπους ανατινάσσοντας μια βόμβα κοντά στην έδρα της κυβέρνησης στο Όσλο και στη συνέχεια 69 άλλους, τους περισσότερους εφήβους, ανοίγοντας πυρ εναντίον συγκέντρωσης της νεολαίας του Εργατικού Κόμματος στο νησί Ουτόγια.
Στην επιστολή του Ιανουαρίου, ο δολοφόνος υποστηρίζει πως, αν δεν υπάρξει πραγματική βελτίωση των συνθηκών κράτησής του, μια απεργία πείνας μοιάζει να είναι («μια από τις μόνες και σπάνιες εναλλακτικές επιλογές» του.
«Η απεργία πείνας δεν θα τελειώσει πριν ο υπουργός Δικαιοσύνης (Άντερς) Άνουντσεν και η διευθύντρια της KDI (η νορβηγική διεύθυνση σωφρονιστικών ιδρυμάτων) Μαριάνε Φόλαν σταματήσουν να με μεταχειρίζονται χειρότερα κι από ζώο», προσθέτει διευκρινίζοντας πως θα ενημερώσει «σύντομα» για την ημερομηνία έναρξης της δράσης του.