Το πηγάδι με τις ερωτήσεις μοιάζει χωρίς πάτο. Καθώς οι κυβερνήσεις είναι αντιμέτωπες με την πανδημία του κορονοϊού, οι προοπτικές εξόδου από την κρίση συνοδεύονται με μια συσσώρευση ιλιγγιωδών ερωτημάτων για την κατάσταση του κόσμου μετά τον κορονοϊό.
Πώς θα ξαναπάρουν μπρος χώρες με οικονομίες που έχουν μπει στον πάγο, με τις θέσεις εργασίας τους να καταστρέφονται χωρίς αμφιβολία σε άνισα πιθανόν ποσοστά; Σε ποια κατάσταση θα ξαναβρούμε τις αγορές χρήματος, τις δημοκρατίες, τα έθνη, τις δημόσιες ελευθερίες, τις πολυμερείς συμφωνίες;
«Θα είναι κάτι εφήμερο ή μία μόνιμητάση; Θα είμαστε μάρτυρες ενός γεγονότος που θα αναδιαμορφώσει τις διεθνείς σχέσεις και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη;» διερωτάτο την περασμένη εβδομάδα ο Άαρον Μίλερ, του ιδρύματος Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη στη διάρκεια διαδικτυακού σεμιναρίου, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Και προσθέτει, υποδεικνύοντας την ευθραυστότητα των Ηνωμένων Πολιτειών του Ντόναλντ Τραμπ: «Αυτή η κυρίαρχη θέση ή απουσία κυρίαρχης θέσης θα ανοίξει ευκαιρίες για διάφορες χώρες στον κόσμο ή θα υποδείξει τις αδυναμίες τους;» Μια αναφορά που παραπέμπει προφανώς στην Κίνα, δεδηλωμένη ανταγωνίστρια των ΗΠΑ για την παγκόσμια κυριαρχία τις επόμενες δεκαετίες.
Πράγματι, υπάρχει μια ισχυρή τάση να αναμένουμε μια ανασύνθεση των μεγάλων ισορροπιών στην παγκόσμια οικονομία.
Πολλοί ειδικοί με τους οποίους επικοινώνησε το Γαλλικό Πρακτορείο σε όλο τον κόσμο κάνουν λόγο για ένα φάσμα κοινωνικών αναφλέξεων. Μπορεί ορισμένες δυνάμεις να έθεσαν σε λειτουργία εργαλεία αποζημίωσης για τις επιχειρήσεις, βοήθειας στους ανέργους και συνδρομής στους πιο ευάλωτους, όμως άλλες δεν έχουν τα οικονομικά μέσα να το κάνουν.
Ελλείψεις και εξαρτήσεις
«Το ενδεχόμενο κοινωνικών ταραχών στις χώρες που δεν έχουν δίχτυ ασφαλείας για εκείνους που έχασαν τη δουλειά τους, μου φαίνεται πολύ πραγματικό με πιθανό αντίκτυπο στη διακυβέρνηση και πέρα απ’αυτήν», συνοψίζει ο Τζόσουα Γκέλτσερ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν της Ουάσινγκτον.
Και ανάλογα με το εύρος των ταραχών αυτών, καθεστώτα μπορεί να κλονιστούν, επιμένουν διάφορες πηγές. Για να μην πούμε ότι ορισμένες δυνάμεις, μεταξύ των οποίων η Ρωσία, υποδαυλίζουν τη φωτιά προς όφελός τους.
Εκτός από αυτή την απρόβλεπτη μοίρα για την κάθε χώρα ξεχωριστά, μια σειρά θεμελιωδών αρχών μπορεί να τεθούν εν αμφιβόλω. Η παγκοσμιοποίηση των ανταλλαγών κυριάρχησε στις συζητήσεις μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως δώδεκα χρόνια μετά την ασιατική χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, που είχε ήδη ταρακουνήσει σοβαρά το σύστημα, ο τρόπος που διεξάγεται το εμπόριο κινδυνεύει να αλλάξει.
«Παρακολουθούμε ένα πρωτοφανές ”κλικ”», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μπακαρί Σαμπέ, διευθυντής του Ινστιτούτου Τιμπουκτού με έδρα το Ντακάρ, αναφερόμενος στην αδυναμία των ευρωπαϊκών και αμερικανικών υγειονομικών στρατηγικών. «Να την όλη η παγκόσμια ελίτ που θεωρητικοποίησε εδώ και τόσο καιρό τον φιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση και που ήταν η πρώτη που έκλεισε τα σύνορά της».
Είτε πρόκειται για μάσκες είτε για πετρέλαιο ή τρόφιμα, η επιδημία δημιουργεί ελλείψεις, εισάγει εξαρτήσεις, προκαλεί λιγότερο ή περισσότερο εργαλειοποιημένη βοήθεια που θα αποτελέσει ορόσημο.
Ο «σβησμένος» ΠΟΥ
Η αποπαγκοσμιοποίηση θα μπορούσε να επιταχυνθεί στα απόνερα της κρίσης. «Θα υπάρξουν οπωσδήποτε περισσότερες συγκρούσεις που θα συνδέονται με εμπορικά συστήματα και την ανάγκη να ασφαλιστούν οι αλυσίδες εφοδιασμού», εκτιμά ο Πρατάπ Μπανού Μέχτα, ερευνητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Ασόκα κοντά στο Νέο Δελχί, σε άρθρο που δημοσιεύεται στον ιστότοπο της εφημερίδας The Indian Express.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Κινέζος Σι Τζινπίνγκ ή ο Ινδός Ναρέντρα Μόντι δεν βάζουν στην άκρη τους σκοπούς τους, δηλώνει. Ενώ η πανδημία μονοπωλεί την μπάντα των συχνοτήτων, «διάφορα κόμματα και πολιτικές ιδεολογίες, από τον Τραμπ έως τον Μόντι και τον Σι, δεν σταματούν να χρησιμοποιούν την κρίση προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους σκοπούς».
Οι γραμμές των ιστορικών ρήξεων μπορεί ως εκ τούτου να αρχίσουν να κινούνται. Όμως η τεκτονική είναι αβέβαιη. Η Αφρική, για να περιοριστούμε σ’ αυτήν, θα μπορούσε να επανεξετάσει δεκαετίες σχέσεων με τους Ευρωπαίους.
«Ο ψυχολογικός και συμβολικός παράγοντας της ανακάλυψης εκ νέου μιας Ευρώπης ευάλωτης, αδύναμης ακόμη και για τον εαυτό της, ανίκανης για συντονισμό, θα βαρύνει πολύ στις νέες σχέσεις με την Αφρική», εκτιμά ο Μπακαρί Σαντέ, προβλέπντας πως η Κίνα θα έχει ακόμη μεγαλύτερη παρουσία στην ήπειρο.
Και πέρα από τις περιφερειακές λογικές, εκείνο που απειλείται είναι μια ορισμένη ιδέα του κόσμου. Γιατί μπορεί ο διεθνής συντονισμός, που έχει ήδη εξασθενήσει από τη μονομέρεια του Ντόναλντ Τραμπ, να θεωρείται απαραίτητος για την αναχαίτιση της ασθένειας, αλλά δεν επιβάλλεται στις εθνικές αποφάσεις.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), θεωρητικά η παγκόσμια αρχή στο θέμα αυτό, «μοιάζει όλο και περισσότερο σβησμένος», σημειώνει ο Μπαρτελεμί Κουρμόν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών και Στρατηγικών Ερευνών (IRIS) στο Παρίσι.
«Δεν επιδιώκουμε τόσο να εξαλείψουμε τον ιό όσο να μην εκτεθούμε πολύ σε αυτόν», διαπιστώνει σε μια διαδικτυακή συνέντευξη. «Ποια νομιμότητα θα αποδώσουμε στους διεθνείς θεσμούς, αν οι τελευταίοι δεν έχουν την εξουσία να διαχειριστούν τις κρίσεις; Είναι το σύστημα του κόσμου στο οποίο ζούμε που βγαίνει λίγο πιο αδύναμο απ’ αυτή την κρίση».