Στο μεγάλο γερμανό στοχαστή και φιλόσοφο Φρειδερίκο Βίλχελμ Νίτσε είναι αφιερωμένο το σημερινό λογότυπο της Google, που τιμά τα 169 χρόνια από τη γέννησή του.
Ο Νίτσε πήρε το όνομά του από το βασιλιά της Πρωσίας, Φρειδερίκο Βίλχελμ Δ’ γιατί η ημερομηνία γέννησής του συνέπεσε με τα 49α γενέθλια του βασιλιά.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Ραίκεν , κοντά στη Λειψία και στην ευρύτερη πρωσική επαρχία της Σαξονίας. Ο πατέρας του, Καρλ Λούντβιχ Νίτσε ήταν λουθηρανός πάστορας και η μητέρα του, Φραντσίσκα Αίλερ ήταν κόρη του πάστορα Ντάβιντ Φρήντριχ Αίλερ.
Μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του Νίτσε από εγκεφαλική ασθένεια το 1849 και τον χαμό του αδελφού του τον επόμενο χρόνο, η οικογένεια μετακόμισε στο Νάουμπουργκ. Εκεί διέμειναν όλοι με τη γιαγιά του Νίτσε, καθώς η μητέρα του δεν είχε τη δυνατότητα να συντηρήσει δικό της σπίτι.
Μπορεί η μητέρα του να ήθελε να γίνει εφημέριος, ο ίδιος ο Νίτσε, όμως, επικεντρώθηκε στην κλασική φιλολογία.
Στα μετεφηβικά του χρόνια στράφηκε στο χώρο της φιλοσοφίας και μόλις στα 25 του διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, Εκείνη την εποχή γνώρισε το έργο του φιλόσοφου Σοπενάουερ και συνδέθηκε φιλικά με τον μουσικοσυνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ.
Ζώντας περιπλανώμενη ζωή, σε μικρές πανσιόν της Ελβετίας, της Ιταλίας και της νότιας Γαλλίας, αφοσιώνεται στην κριτική της μεταφυσικής, της ηθικής, της θρησκείας και των άλλων πλευρών του δυτικού πολιτισμού γράφοντας ασταμάτητα.
Το φιλοσοφικό του έργο εκτιμήθηκε ιδιαίτερα κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, περίοδο κατά την οποία εδραιώθηκε η θέση του και αναγνωρίστηκε ως ένας από τους μείζονες φιλοσόφους.
Οι κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του Φρίντριχ Νίτσε περιλαμβάνουν τον θάνατο του Θεού, την ύπαρξη του υπερανθρώπου, την ατέρμονη επιστροφή, τον προοπτικισμό καθώς και την θεωρία της ηθικής κυρίων – δούλων. Αναφέρεται συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους.
Την περίοδο 1873-1876, ολοκλήρωσε μία σειρά τεσσάρων δοκιμίων που εκδόθηκαν αργότερα σε μία συλλογή με τον γενικό τίτλο Ανεπίκαιροι Στοχασμοί.
Το επόμενο διάστημα, η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά: υπέφερε από ημικρανίες, που οφείλονταν σε βλάβη του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του, γεγονός που τον ανάγκασε τελικά να υποβάλει παραίτηση από το πανεπιστήμιο, στις 2 Μαΐου του 1879, καθώς αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Απελευθερωμένος από τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις, ο Νίτσε πέρασε τα επόμενα χρόνια ταξιδεύοντας συχνά σε πόλεις της Ελβετίας, της Γερμανίας ή της Ιταλίας και αναζητώντας κάθε φορά ένα αναζωογονητικό κλίμα που θα βοηθούσε να βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας του.
Η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαίτερη παραγωγική για τον Νίτσε, παρά τις κρίσεις της ασθένειας και τα διαστήματα βαριάς κατάθλιψης στα οποία υπέκυπτε.
Στις 3 Ιανουαρίου του 1889 υπέστη νευρική κατάρρευση, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Κάρλο Αλμπέρτο του Τορίνο. Μετά το θάνατό της μητέρας του το 1897, ο Νίτσε έζησε στη Βαϊμάρη μαζί με την αδελφή του. Το καλοκαίρι του 1898 υπέστη ελαφρύ εγκεφαλικό που οδήγησε στην επιδείνωση της κατάστασής του. Τον επόμενο χρόνο ακολούθησε ένα ακόμα σοβαρότερο εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 25 Αυγούστου 1900 πέθανε από πνευμονία.