Σε μια εποχή εμμονικής προσκόλλησης στο φαίνεσθαι και την προβολή, όπου τα social media πλημμυρίζουν από προσωπικότητες που το έχουν παρακάνει με τις αισθητικές επεμβάσεις, με εκατοντάδες βίντεο που μας συμβουλεύουν στο πώς θα γίνουμε η «καλύτερη και ομορφότερη» εκδοχή του εαυτού μας, η Coralie Fargeat επιλέγει να προσεγγίσει το θέμα μέσω ενός sci-fi body horror film, το οποίο προσφέρει μια ανατριχιαστική αλλά και καυστική ματιά στις συνέπειες αυτής της εμμονής.
Η πίεση να συμβαδίσουμε με τα πρότυπα της εποχής είναι πανταχού παρούσα: από τα μέσα, τον εργασιακό χώρο και τον κοινωνικό μας περίγυρο, γίνεται όλο και πιο ασφυκτική. Για τις γυναίκες, όμως, αυτή η πίεση είναι ακόμα πιο αδυσώπητη. Έτσι, όταν μια ξεπεσμένη ηθοποιός απολύεται στα πεντηκοστά της γενέθλια για να αντικατασταθεί από μία νεότερη και της προσφέρεται η ευκαιρία να γίνει, με μία απλή ένεση, μια «βελτιωμένη» εκδοχή του εαυτού της, δεν μας εκπλήσσει που το τολμά.
Και πώς θα μπορούσε να αρνηθεί άλλωστε; Τον τελευταίο χρόνο βλέπουμε καθημερινά το ένα «θαύμα» του Ozempic μετά το άλλο, με διασημότητες να χάνουν κιλά και χρόνια. Όμως, αυτή η εμμονή συχνά ξεπερνά τα όρια και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα απομακρύνεται από το επιθυμητό, οδηγώντας σε μια παραμορφωμένη εικόνα. Είναι αυτή η τάση που κάνει την ταινία «The Substance» να μοιάζει τρομακτικά επίκαιρη.
Ένα body horror που δεν φοβάται να προκαλέσει
«Ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας»: αυτό είναι το κεντρικό μήνυμα της ταινίας και μεταφέρεται στο κοινό επιτυχώς.
Η Coralie Fargeat, αν και έδειξε τις ικανότητές της με το ντεμπούτο της «Revenge» το 2017, αποδεικνύει εδώ ότι διαθέτει ακόμα μεγαλύτερη επιδεξιότητα και ικανότητα στη διαχείριση των θεμάτων της. Συνεχίζει να χρησιμοποιεί μια φανταχτερή χρωματική παλέτα, άμεσους συμβολισμούς και sequences με έντονα ψυχεδελική ατμόσφαιρα, καθώς και άλλα στοιχεία που κορυφώνουν την ένταση της ταινίας, κάνοντάς την οπτική και συναισθηματική αποτύπωση ακόμη πιο ισχυρή, ενώ παράλληλα εδραιώνουν τη σκηνοθετική ταυτότητα της δημιουργού.
Στο «The Substance» επιδεικνύει ακόμη μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αψηφά τις προσδοκίες, με μία μοναδική, αυθάδικη ενέργεια, που εναρμονίζεται πλήρως με το ατίθασο ύφος της εποχής μας.
Το αποτέλεσμα είναι μια άκρως στιλιζαρισμένη ταινία που σε καθηλώνει από την αρχή και σε καθοδηγεί με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε ένα ταξίδι που γίνεται όλο και πιο ακραίο. Το «The Substance» δεν στερείται ουσίας (σκόπιμο το λογοπαίγνιο), αν και θα μπορούσε να έχει περισσότερη, ωστόσο, ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για sci-fi body horror. Έτσι, παρότι ορισμένα στοιχεία θα μπορούσαν να παρουσιαστούν με μεγαλύτερη εμβάθυνση, η Fargeat παραμένει πιστή στο είδος.
Όσον αφορά το σενάριο, υπάρχουν δύο ενστάσεις: Πρώτον, θα χρειαζόταν κάποιο καλό «τριμάρισμα» στα τελευταία 20 λεπτά, καθώς μετά τη διαμάχη της Elisabeth με τη Sue, η ταινία αρχίζει να κουράζει. Δεύτερον, οι δύο εαυτοί λειτουργούν περισσότερο ως δύο διαφορετικές οντότητες (doppelgänger) παρά ως ένας άνθρωπος που ζει παράλληλα δύο ζωές. Έτσι, αν και η «ουσία» θα μπορούσε να βάλει τον καθένα μας σε πειρασμό, από τη στιγμή που δεν φαίνεται η «μήτρα» να βιώνει τις εμπειρίες του νεαρότερου εαυτού αρχίζεις και σκέφτεσαι γιατί να μπει κανείς στον κόπο;
Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος που λειτουργεί η «ουσία» καθιστά τη σύγκρουση των δύο εαυτών αναπόφευκτη, κάνοντας την αυτοαπόρριψη που βιώνει η Elisabeth ακόμα πιο δραματική και σοκαριστική.
Οι δύο πρωταγωνίστριες προσφέρουν εξαιρετικές ερμηνείες που ενισχύουν την κατανόηση της εμπειρίας που βιώνουν. Ωστόσο, οι φήμες για πιθανή υποψηφιότητα Όσκαρ για την Demi Moore ίσως είναι υπερβολικές: η Moore αποδίδει εξαιρετικά, αλλά το υλικό δεν είναι αρκετό για να δικαιολογήσει μια τέτοια τιμή. Αν τελικά προταθεί, θα είναι πιθανότατα μια αναγνώριση για τη συνολική της παρουσία στη βιομηχανία.
Η ταινία που μιλάει τη γλώσσα της Gen Z
Το «The Substance» προσφέρει μια φρικιαστική απεικόνιση της ανασφάλειας που προκαλεί το πέρασμα του χρόνου, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί ως δεικτική σάτιρα της ματαιοδοξίας. Αν και οι ιστορίες που διερευνούν την ανθρώπινη ανάγκη για διατήρηση της νεότητας είναι διαχρονικές, κάθε γενιά χρειάζεται τη δική της εκδοχή – και στη δική μας περίπτωση είναι NEON, LOUD, CAMP AND UNAPOLOGETICALLY BRAT!
Πρόκειται για μια ταινία που θα λατρέψει σίγουρα η Gen Z και προμηνύεται να αναδειχτεί σ’ ένα cult classic που θα βλέπουμε ξανά και ξανά. Αξίζει να την παρακολουθήσετε στους κινηματογράφους, καθώς προσφέρει μια έντονη και προκλητική εμπειρία που δεν αφήνει τον θεατή αδιάφορο. Ωστόσο, για εκείνους με ευαίσθητο στομάχι και χωρίς εξοικείωση με το Body horror genre, καλό είναι να την προσεγγίσουν με προσοχή.