Απαγόρευση του καπνίσματος στις φυλακές από τον Ιούλιο του 2011
ανακοίνωσε η υπουργός Σωφρονιστικών Ιδρυμάτων της Νέας Ζηλανδίας, παρά
τις προειδοποιήσεις ότι η κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένη
βία.

Οι φυλακισμένοι καπνιστές φτάνουν τους 5.700, δηλαδή τα δύο τρίτα του συνόλου των φυλακισμένων,  και θα υποβληθούν σε θεραπείες διακοπής του καπνίσματος. Μεταξύ άλλων θα τους χορηγηθούν και επιθέματα νικοτίνης, προκειμένου να καταφέρουν να κόψουν το κάπνισμα μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Σύμφωνα με την υπουργό, «τα αυξημένα ποσοστά των καπνιστών στις φυλακές, θέτουν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία τόσο του προσωπικού, όσο και των κρατουμένων».

Όπως όμως δήλωσε ο Κιμ Γουόρκμαν, πρώην ανώτατο στέλεχος του Τμήματος Δικαιοσύνης και νυν διευθυντής του Οργανισμού Επανεξέτασης Εγκλήματος και Τιμωρίας, η κίνηση είναι πιθανό να προκαλέσει «βία ή καταστροφές κάποιου τύπου». Ο Γουόρκμαν είπε ότι οι νέες συνθήκες θα είναι εξαιρετικά δύσκολες για τους νέους φυλακισμένους που ήδη αντιμετωπίζουν την έλλειψη ναρκωτικών και αλκοόλ και θέματα φυσικής και πνευματικής υγείας, από την έναρξη έκτισης των ποινών τους.