Ένα από τα πιο συναρπαστικά πράγματα που αφορούν τα βραβεία Νόμπελ, εκτός από την πλούσια ιστορία των βραβευθέντων με αυτά -όπως για παράδειγμα ότι η Μαρί Κιουρί όχι μόνο ήταν η πρώτη γυναίκα που τής απονεμήθηκε ένα, αλλά μέχρι σήμερα είναι η μοναδική που έχει κερδίσει δύο βραβεία Νόμπελ σε δύο διαφορετικές επιστήμες, ή ότι ηAung San Suu Kyi βραβεύθηκε ενώ βρισκόταν σε κατοίκον περιορισμό- είναι το πώς καθιερώθηκαν.
Η δημοσιογράφος Molly Oldfield μίλησε με τον έφορο του μουσείου Νόμπελ της Στοκχόλμης, Olov Amelin, από τον οποίο έμαθε ότι υπάρχει ένα σκοτεινό παρελθόν γύρω από τα βραβεία.
Όταν το 1888 πέθανε στη Σουηδία ο Ludwig Nobel, ο γαλλικός Τύπος τον μπέρδεψε με τον νεότερο αδερφό του Alfred –χημικός και μηχανικός ο οποίος ανακάλυψε το δυναμίτη- και με μεγάλους τίτλους ενημέρωνε το κοινό για το θάνατο του «Εμπόρου του Θανάτου».
Ο Alfred Nobel στεναχωρήθηκε πολύ από το γεγονός αυτό και αποφάσισε να αλλάξει τα πράγματα γύρω από το όνομά του.
Όπως αναφέρει η Oldfield στο βιβλίο της «The Secret Museum», στις 27 Νοεμβρίου του 1895 ο Alfred πήγε στη Σουηδική και Νορβηγική Λέσχη στο Marais του Παρισιού, κάθισε σε ένα γραφείο (που υπάρχει μέχρι και σήμερα), και έγραψε την τελευταία του επιθυμία στη διαθήκη του.
Μέσα σε τέσσερις σελίδες ανέφερε τι ήθελε να αφήσει στους συγγενείς του (δεν είχε δικά του παιδιά) και στο προσωπικό του. Ζήτησε η περιουσία του να επενδυθεί και «οι τόκοι να μοιράζονται κάθε χρόνο με τη μορφή βραβείων σε εκείνους που την προηγούμενη χρονιά είχαν προσφέρει κάτι μεγάλο στην ανθρωπότητα».
Οι τόκοι θα μοιράζονταν σε πέντε ίσα μερίδια, κάθε ένα από τα οποία θα δινόταν στον άνθρωπο που θα είχε κάνει τη σημαντικότερη ανακάλυψη σε τέσσερις τομείς και ένα ακόμη «για εκείνον που θα πρόσφερε πολλά στην αδελφοσύνη των διαφόρων εθνών, την κατάργηση ή μείωση των μόνιμων στρατών και την προώθηση της ειρήνης» (Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης).
Αυτή είναι η μετάφραση από τη διαθήκη του Nobel, στην οποία περιγράφει την ιδέα του και το πώς θα γίνεται η απονομή των βραβείων:
«Ολόκληρη η ρευστοποιήσιμη περιουσία μου θα διαχειριστεί ως εξής: το κεφάλαιο θα επενδυθεί σε ασφαλείς τίτλους από τους εκτελεστές της διαθήκης μου. Οι τόκοι που θα προκύπτουν θα διανέμονται κάθε χρόνο με τη μορφή βραβείων σε εκείνους που τον προηγούμενο χρόνο θα έχουν προσφέρει κάτι σημαντικό στην ανθρωπότητα. Οι προαναφερόμενοι τόκοι θα μοιράζονται σε πέντε ίσα μέρη: ένα για τον άνθρωπο που θα έχει κάνει τη σημαντικότερη ανακάλυψη ή εφεύρεση στον τομέα της Φυσικής, ένα στον τομέα της Χημείας, ένα στο χώρο της Ιατρικής και της Φυσιολογίας, ένα στον χώρο της Λογοτεχνίας και ένα ακόμη στον άνθρωπο που θα προσφέρει το σημαντικότερο έργο για την αδελφοποίηση των εθνών, την κατάργηση ή τη μείωση των όπλων και των στρατών και την προώθηση συνεδρίων για την ειρήνη. Τα βραβεία για τη Φυσική και τη Χημεία θα απονέμονται από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, εκείνο της Ιατρικής και Φυσιολογίας από το Ινστιτούτο Caroline της Στοκχόλμης, της Λογοτεχνίας από την Ακαδημία της Στοκχόλμης και εκείνο για τους “πρωταθλητές της ειρήνης” από μια πενταμελή επιτροπή που θα εκλέγεται από το νορβηγικό κοινοβούλιο.
Είναι επιθυμία μου τα βραβεία να δίνονται ανεξαρτήτως της εθνικότητας των υποψηφίων, αλλά να απονέμονται σε αυτούς που τά αξίζουν περισσότερο, είτε είναι Σκανδιναβοί είτε όχι».
Η διαθήκη φυλάσσεται σε ένα θησαυροφυλάκειο στο Ιδρυμα Νόμπελ στη Στοκχόλμη και δεν έχει εκτεθεί ποτέ. Ο Alfred Nobel είχε ζητήσει από τέσσερις άντρες που βρισκόντουσαν την ώρα που τη συνέτασσε στη Λέσχη να γίνουν μάρτυρες.
Πέθανε την επόμενη χρονιά και την ευθύνη για την πιστή εκτέλεσή της ανέλαβε ο 25χρονος βοηθός του Ragnar Sohlman.
Η Oldfield αναφέρει στο βιβλίο της χαρακτηριστικά την «ακούραστη αφοσίωσή του» στο καθήκον του: «Έτρεχε στο Παρίσι με μια άμαξα που τήν έσερναν άλογα στις διάφορες τράπεζες για να συλλέξει μετρητά, χαρτιά και ομόλογα. Τα πακετάρισε όλα σε κουτιά και τα έστειλε με πλοίο στη Σουηδία σαν… αποσκευές. Όταν έφτασε στη Σουηδία άρχισε σιγά σιγά να πουλά τις μετοχές του Nobel.
Οι συγγενείς του Nobel, που δεν είχαν ιδέα για την τελευταία του επιθυμία, έπαθαν σοκ. Η σουηδική βασιλική οικογένεια τόν κατηγόρησε για αντιπατριωτική συμπεριφορά, επειδή καθιέρωνε βραβεία ανεξαρτήτου εθνικότητας και όχι αποκλειστικά για Σουηδούς. Το προσωπικό του επιφορτίστηκε τα τεράστια διοικητικά και οργανωτικά καθήκοντα για την εκτέλεση της διαθήκης.
Η ιδέα του όμως κατάφερε να συγκινήσει μερικές καρδιές: Το 1896 ήταν η χρονιά που η Ελλάδα φιλοξενούσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και υπήρχε μια γενικότερη αίσθηση/επιθυμία δημιουργίας μιας παγκόσμιας οικογένειας που θα τιμούσε τους ανθρώπους που πρόσφεραν στην ανθρωπότητα.
Ο Ragnar όσο προχωρούσε τη διαδικασία για το στήσιμο του Ιδρύματος Νόμπελ έβρισκε όλο και μεγαλύτερη υποστήριξη.
Πέντε χρόνια μετά την πρώτη ανάγνωση της διαθήκης του Alfred Nobel, το 1901, απονεμήθηκαν τα πρώτα βραβεία στη Σουηδία και τη Νορβηγία.
Έναν αιώνα μετά άνοιξε και το αντίστοιχο μουσείο στη Στοκχόλμη.
Η μεγαλύτερη τιμή για τα ανθρώπινα επιτεύγματα, όπως χαρακτηρίζονται τα συγκεκριμένα βραβεία, οφείλουν την «καταγωγή» τους σε ένα συνδυασμό… δημοσιογραφικού λάθους και υπαρξιακών ενοχών.