Στη «φαρέτρα» μιας μάγισσας παραπέμπουν τα νέα ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην Πομπηία, την πόλη που καταστράφηκε από τη μανία του Βεζούβιου και ταυτόχρονα, με τη λάβα, «πάγωσε» στον χρόνο.
Κεχριμπαρένια αντικείμενα, λαμπεροί κρύσταλλοι, αμέθυστοι, αλλά και κουμπιά από οστά, λεπτεπίλεπτες πορσελάνες, σκαραβαίοι από την Ανατολή, είναι τα νέα ευρήματα στην περιοχή Regio V, στην Έπαυλη του Κήπου, στο συγκρότημα της Πομπηία.
Είναι τα περιεχόμενα σε ό,τι απέμεινε από ένα ξύλινο και μεταλλικό σκρίνιο, γεμάτο φυλακτά και ημιπολύτιμους λίθους, με κουκλάκια και κουδουνάκια, αλλά και πήλινα αντικείμενα: φαλλούς, κλειστές γροθιές κι ένα μικρό κρανίο. «Δεκάδες τυχερά και φυλακτά, δίπλα σε πάμπολλα άλλα αντικείμενα τα οποία χρησιμοποιούνταν για να διώχνουν την κακοτυχία» δηλώνει στο ιταλικό πρακτορείο Ansa ο διευθυντής του Πάρκου της Πομπηίας Μάσιμο Οζάνα.
Πρόκειται για εκπληκτικά αντικείμενα, που είναι πολύ πιθανό να ανήκαν στην ιδιοκτήτρια της έπαυλης. Αλλά και πάλι κανείς δεν μπορεί να το βεβαιώσει απόλυτα. Γιατί το συρτάρι που βρέθηκαν βρισκόταν σε έναν βοηθητικό χώρο της κατοικίας, μακριά από το υπνοδωμάτιο της οικοδέσποινας και από την αυλή του «domus», όπου οι αρχαιολόγοι εντόπισαν τους σκελετούς δέκα ανθρώπων, σχεδόν ολόκληρη την οικογένεια που αφανίστηκε από την μανία του Βεζούβιου, ενώ προσπαθούσε να βρει καταφύγιο, όπως εξηγεί το ΑΜΠΕ.
Όμως υπάρχει και άλλη μία ιδιαιτερότητα: από την κατοικία λείπουν παντελώς χρυσά ευρήματα, τα κοσμήματα που όλες ανεξαιρέτως οι γυναίκες στην Πομπηία αρέσκονταν να φορούν και να επιδεικνύουν, ακόμη κι εκείνες που δεν ήσαν αριστοκράτισσες, ή πλούσιες. Τα «ταπεινότερα» κοσμήματα που βρέθηκαν στην «Έπαυλη του Κήπου» μοιάζει ν’ αφηγούνται μία διαφορετική ιστορία.
Όπως τονίζει ο ίδιος ο Οζάνα, «ενδέχεται να αφορούν τα φυλακτά που φοριούνται σε περιπτώσεις μίας ιεροτελεστίας κι όχι για λόγους κομψότητας». Αντικείμενα πολύτιμα, που όμως δεν έχουν να κάνουν με τον πλούτο των γυναικών της πόλης, αλλά όπως πιθανολογούν οι αρχαιολόγοι ανήκουν στο «οπλοστάσιο» μίας «μάγισσας».