Το σοβαρότερο έγκλημα που συντάραξε τη Σερβία τα τελευταία χρόνια, ίσως και τις τελευταίες δεκαετίες εξαιρουμένων των εγκλημάτων στη διάρκεια του πολέμου, χαρακτήρισε ο Σέρβος πρωθυπουργός Ίβιτσα Ντάτσιτς το μακελειό στο χωριό Βέλικα Ίβαντσα.
Ο πρωθυπουργός της Σερβίας τόνισε ότι η γενική καταδίκη δεν είναι αρκετή και πρόσθεσε ότι ολόκληρη η κοινωνία πρέπει να ασχοληθεί με το ζήτημα, με την υπουργό υγείας να εκτιμά ότι τα ψυχολογικά τραύματα από τον πόλεμο δεν μπορεί να είναι άμεση αιτία του εγκλήματος.
Στη Σερβία έχει κηρυχθεί σήμερα εθνικό πένθος για το τραγικό συμβάν στο χωριό νότια του Βελιγραδίου, όπου ο 60χρονος Λιούμπιτσα Μπογκντάνοβιτς, χθες το πρωί, άνοιξε πυρ με το όπλο του και σκότωσε το γιο του και 12 συγγενείς και γείτονες.
Η κυβέρνηση της Σερβίας σε ανακοίνωσή της τονίζει ότι πρόκειται για μεγάλη απώλεια τόσο για τις οικογένειες των θυμάτων, όσο και για τη χώρα και τους πολίτες της και εκφράζει βαθιά λύπη και συμπαράσταση στις οικογένειες των δολοφονηθέντων.
Ο δράστης σκότωσε έξι άνδρες, έξι γυναίκες και ένα δίχρονο αγόρι και όταν έφθασε αστυνομική περίπολος αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι.
Ο αρχηγός της σερβικής αστυνομίας, Μίλοραντ Βέλιοβιτς δήλωσε αργά χθες το βράδυ ότι ακόμη και μετά την αυτοψία δεν είναι γνωστά τα κίνητρα του εγκλήματος στη Βέλικα Ίβαντσα και ότι πριν από δύο μήνες συντάχθηκε νέο σχέδιο νόμου περί όπλων και πυρομαχικών, το οποίο αυτές τις μέρες θα αποσταλεί στην κυβέρνηση.
«Πριν από δύο μήνες συντάχθηκε νέο σχέδιο νόμου περί όπλων και πυρομαχικών που προβλέπει ότι από εδώ και στο εξής για την κατοχή όπλου θα διενεργείται σε τακτά χρονικά διαστήματα, από 3 έως 5 έτη, ιατρικός έλεγχος», ανέφερε
Ο αρχηγός της σερβικής αστυνομίας τόνισε ότι η σύζυγος του δράστη, που είναι βαριά τραυματισμένη, είναι η μόνη που θα μπορούσε να περιγράψει την κατάσταση του 60χρονου, ο οποίος μετά τη δολοφονία 13 ατόμων και την απόπειρα αυτοκτονίας μεταφέρθηκε στο ιατρικό κέντρο επειγόντων περιστατικών σε κρίσιμη κατάσταση.
Τα σερβικά ΜΜΕ προβάλλουν ως επιβαρυντικά στοιχεία την απώλεια εργασίας του δράστη και του γιου του και σε μικρότερο βαθμό το γεγονός ότι συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις, το 1991, στην Κροατία.
«Τα ψυχολογικά τραύματα από τον πόλεμο, η παραμονή στο πεδίο πολέμου σίγουρα δεν είναι άμεση αιτία τέτοιας συμπεριφοράς, αν και μπορούν να επανεργοποιηθούν. Άμεση αιτία μπορεί να είναι κάτι άλλο», δήλωσε σχετικά η υπουργός υγείας η κ. Τζούκιτς – Ντεγιάνοβιτς στον κρατικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό RTS.
Αυτό που πρέπει να διαπιστωθεί από την έρευνα για τα κίνητρα του εγκλήματος, σύμφωνα με την υπουργό, είναι αν οι ενέργειες του Μπογκντάνοβιτς προήλθαν από διαταραγμένο κομμάτι της προσωπικότητάς του ή είναι αποτέλεσμα κάποιας επανάστασης, κάτι για το οποίο θα αποφανθούν οι ειδικοί.
«Αν διαπιστωθεί ότι κάποιος έχει γενετική προδιάθεση σε ψυχικά νοσήματα και στην αυτοκτονία αυτό μπορεί σε ορισμένες συνθήκες διαβίωσης να γίνει κληρονομικός παράγοντας για συνέχιση ορισμένων ενεργειών, όταν το άτομο δεν έχει συνείδηση των πράξεών του και των συνεπειών που πηγάζουν από τη συμπεριφορά του και όταν δεν μπορεί να ελέγξει τη συμπεριφορά του», είπε η κ. Τζούκιτς – Ντεγιάνοβιτς.
Σε ερώτηση αν θα μπορούσε να προβλεφθεί η συμπεριφορά, η υπουργός Υγείας της Σερβίας απάντησε ότι μόνον η σύζυγός του μπορεί να πει ποια ήταν η συμπεριφορά του τις προηγούμενες μέρες.
Η εφημερίδα «Μπλιτς» του Βελιγραδίου δημοσιεύει σήμερα φωτογραφίες των θυμάτων και αναφέρει ότι σε κάθε σπίτι ο δράστης εισέβαλε χωρίς πρόβλημα, καθώς η Βέλικα Ίβαντσα είναι ένα μικρό χωριό με κατοίκους που έχουν συγγενική σχέση και δεν κλείδωναν τις πόρτες τους.
Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι όλοι οι κάτοικοι περιγράφουν το δράση ως έντιμο νοικοκύρη που δεν είχε αντιδικίες με κανέναν και σημειώνεται ότι πριν φύγει για τον πόλεμο το 1991 στην Κροατία, ήταν γεωργός και πως πριν από έναν χρόνο, όταν απολύθηκε από την επιχείρηση στην οποία εργαζόταν στο Μλαντένοβατς, ξαναγύρισε στην παλιά δουλειά του.
Σοκαρισμένες δήλωσαν οι δίδυμες κόρες του δράστη Ζόριτσα και Σλάβιτσα, 39 ετών, που γλίτωσαν επειδή δεν ζουν στο σπίτι των γονιών τους, αλλά με τις οικογένειές τους.
Όπως δήλωσαν στην εφημερίδα «Μπλιτς», την Κυριακή είχαν επισκεφθεί το πατρικό τους σπίτι και δεν αντιλήφθηκαν κάτι παράξενο. Σημείωσαν ότι ο πατέρας τους ποτέ δεν συμπεριφερόταν περίεργα, ούτε μετά την επιστροφή του από τον πόλεμο. «Αυτό που συνέβη θα μας σημαδέψει εώς το τέλος της ζωής μας», τόνισαν.