Με χτυπήματα στην «καρδιά» της Γαλλίας απειλούν οι Ισλαμιστές αντάρτες του Μαλί που από την Παρασκευή δέχονται τα πλήγματα των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίες έσπευσαν προς βοήθεια της καταρρέουσας κυβέρνησης της αφρικανικής χώρας, με τον πρωθυπουργό Λοράν Φαμπιούς να δηλώνει σήμερα στο Παρίσι ότι θα είναι μία «σύντομη αποστολή», διάρκειας εβδομάδων.
Στο μεταξύ η Βρετανία έσπευσε να ικανοποιήσει το αίτημα της Γαλλίας για παροχή βοήθειας στην στρατιωτική επιχείρηση που διεξάγει στο Μαλί, με το Λονδίνο να διαθέτει δύο υπερμεγέθη μεταγωγικά αεροσκάφη.
«Η Γαλλία επιτέθηκε στο Ισλάμ. Στο όνομα του Αλλάχ θα χτυπήσουμε την καρδιά της Γαλλίας», δήλωσε από την πλευρά του τηλεφωνικά στο Γαλλικό Πρακτορείο από το Μπαμακό, ηγετικό στέλεχος των ισλαμιστών ανταρτών στο Μαλί.
Πρόκειται για τον Αμπού Νταρντάρ, στέλεχος του Κινήματος για την Ενότητα και τον Ιερό Πόλεμο στη Δυτική Αφρική (Mujao) που ελέγχει το βόρειο Μαλί, ο οποίος όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει το μέρος που θα πληγεί ως «καρδιά της Γαλλίας», δήλωσε «παντού, στο Μπαμακό, στην Αφρική, στην Ευρώπη».
Ο εκπρόσωπος του Mujao αναφέρθηκε επίσης στην τύχη των Γάλλων ομήρων που κρατούνται στο Σάχελ από διαφορετικές ένοπλες ομάδες. «Θα κάνουμε μια κοινή ανακοίνωση αργότερα σήμερα. Όλοι οι μουτζαχεντίν είμαστε πλέον ενωμένοι», είπε.
Η οργάνωση Αλ Κάιντα στο Ισλαμικό Μάγρεμπ (AQMI) κρατεί ομήρους από τις 16 Σεπτεμβρίου του 2010 τέσσερις εργαζόμενους στον γαλλικό όμιλο Areva, οι οποίοι απήχθησαν στο Νίγηρα, ενώ από το Νοέμβριο του 2011 δύο Γάλλοι κρατούνται στο βόρειο Μαλί. Ένα έβδομο πρόσωπο απήχθη στις 20 Νοεμβρίου στο δυτικό Μαλί από το κίνημα Mujao.
Η Γαλλία κηρύσσοντας «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» στο Μαλί, απέτρεψε την Παρασκευή την προέλαση δυνάμεων των ανταρτών στο κεντρικό τμήμα της χώρας και βομβάρδισε για πρώτη φορά την Κυριακή θέσεις ισλαμιστών στο βορρά, στις πόλεις Γκάο και Κιντάλ.
Η συμμετοχή της Γαλλίας στην εκστρατεία κατά των ισλαμιστών ανταρτών στο Μαλί «είναι θέμα εβδομάδων», είπε σήμερα ο Φαμπιούς. Με δηλώσεις του στους δημοσιογράφους στο Παρίσι, απέρριψε κάθε παραλληλισμό με την επιχείρηση των δυτικών χωρών στο Αφγανιστάν.
«Αργότερα μπορεί επανέλθουμε ως δύναμη εφεδρείας, αλλά δεν έχουμε πρόθεση να μείνουμε για πάντα», τόνισε ο Γάλλος πρωθυπουργός, υποστηρίζοντας ότι αν δεν είχε επέμβει στρατιωτικά η χώρα του, θα υπήρχε κίνδυνος οι ισλαμιστές να προελάσουν μέχρι την πρωτεύουσα και αυτό θα είχε «φοβερές συνέπειες» για την ευρύτερη περιοχή.
Τουλάχιστον 60 ισλαμιστές σκοτώθηκαν την Κυριακή μόνο στην πόλη Γκάο και στην περιφέρειά της κατά τους σφοδρούς βομβαρδισμούς των γαλλικών δυνάμεων, δήλωσαν κάτοικοι της περιοχής και τοπικός αξιωματούχος των υπηρεσιών ασφαλείας.
«Συμφωνούμε απόλυτα με τη Γαλλία και κάνουμε την ίδια ανάλυση, δεν μπορούμε να αφήσουμε το Μαλί να πέσει στα χέρια των τρομοκρατών», δήλωσε, εξάλλου, o Bρετανός πρέσβης στο Παρίσι, Πέτερ Ρικέτς, αναφερόμενος στα μεταγωγικά C-17 με τα οποία ενισχύει το Λονδίνο τις επιχειρησιακές δυνατότητες των γαλλικών δυνάμεων.
«Έχουμε αυτά τα μεταγωγικά που είναι 6 φορές μεγαλύτερα από τα Trasal της Γαλλίας, ικανά να μεταφέρουν τεθωρακισμένα ή τον αφρικανικό στρατό εάν χρειασθεί», τόνισε.
Η απάντηση της Βρετανίας στο γαλλικό αίτημα βοήθειας που έγινε το Σάββατο ήταν άμεση. Το ένα εκ των δύο αεροσκαφών προσγειώθηκε εχθές στην αεροπορική βάση Evreux βόρεια του Παρισιού και το δεύτερο αναμένεται σήμερα το απόγευμα.
Η Βρετανία προτίθεται επίσης να υποστηρίξει το Παρίσι στη συζήτηση για το Μαλί, που θα γίνει σήμερα το απόγευμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ύστερα από αίτημα της Γαλλίας.
«Η θέση μας είναι ξεκάθαρη, είχε δίκιο η Γαλλία να λειτουργήσει ξαφνικά και άμεσα. ‘Εχουμε όλοι μας την εμπειρία μιας χώρας που γλίστρησε στην τρομοκρατία, που είναι το Αφγανιστάν. Νοιώθουμε όπως και η Γαλλία τον ίδιο επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης. Θα είμαστε στο πλευρό της στο Συμβούλιο Ασφαλείας», διαβεβαίωσε ο κ. Ρικέτς.
Στο Μαλί και τη Νιγηρία υπήρξαν Βρετανοί όμηροι, οι οποίοι τελικά θανατώθηκαν. Παρ’ όλα αυτά η πολιτική της Μ. Βρετανίας παραμένει «η μέχρι τέλους διαπραγμάτευση και ποτέ η πληρωμή χρημάτων, που έχει σαν συνέπεια την ενθάρρυνση για νέες ομηρίες», τόνισε, παράλληλα, ο Πέτερ Ρίκετς.