Στις αρχές του καινούργιου έτους (και πιο συγκεκριμένα στις 14 Φεβρουαρίου) θα συμπληρωθούν 24 χρόνια από τότε που ο Αγιατολάχ Χομεϊνί καταδίκασε, με τον διάσημο φετφά του, σε θάνατο τον Σαλμάν Ρούσντι, βρετανο- ινδό συγγραφέα του μυθιστορήματος «Σατανικοί στίχοι», το οποίο σύμφωνα με τον θρησκευτικό ηγέτη του Ιράν προσέβαλε, κατά τον χειρότερο τρόπο, τις ιερές αξίες του Ισλάμ.
Η ιρανική επανάσταση, που ανέδειξε για πρώτη φορά στα χρονικά τη δύναμη του πολιτικού Ισλάμ, είχε συμπληρώσει μόνο μια δεκαετία στην εξουσία, ο οκτάχρονος πόλεμος με το Ιράκ είχε μόλις τελειώσει, με τεράστιες απώλειες και για τις δύο μεριές και το καθεστώς χρειαζόταν επειγόντως έναν αντίπαλο για δαιμονοποίηση.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, ο Ρούσντι προέρχεται από μη θρησκευόμενη οικογένεια της Ινδίας, αλλά ο πατέρας του δεν ήταν αρνητικός απέναντι στο Ισλάμ.
Στήνοντας την πλοκή των «Σατανικών στίχων», ο Ρούσντι επικαλέστηκε μια ισλαμική ιστορία που ήθελε τον Μωάμεθ να αποδέχεται, σε δεδομένη στιγμή, τρεις θηλυκές θεότητες, τις οποίες αργότερα έσπευσε να υποβιβάσει.
Αυτό ήταν αρκετό για να κηρυχθεί η ιρανική εκστρατεία εναντίον του, που τον ανάγκασε να ζήσει για ένα εξαιρετικά μακρύ διάστημα μακριά από ανθρώπου μάτι, καταλήγοντας έρμαιο των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, χωρίς την άδεια των οποίων δεν μπορούσε να κάνει την παραμικρή κίνηση.
Το ογκώδες έργο «Τζόζεφ Άντον. Η βιογραφία ενός ψευδώνυμου», που κυκλοφορεί, σε μετάφραση Χρήστου Καψάλη και Έλλης Συλλογίδου, από τις εκδόσεις Ψυχογιός (σ. 563), αποτελεί την εξιστόρηση της παρατεταμένης δίωξης του Ρούσντι και έχει εύλογα προκαλέσει πλήθος συζητήσεων τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Το «Τζόζεφ Άντον» είναι το ψευδώνυμο, που χρησιμοποιούσε ο συγγραφέας ως φυσικό πρόσωπο κατά τη διάρκεια της θανάσιμης απειλής του φετφά και έχει λογοτεχνική καταγωγή, αφού έχει συντεθεί με βάση τα μικρά ονόματα του Τζόζεφ Κόνραντ και του Άντον Τσέχοφ.
Ο Ρούσντι γράφει για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο αλλά πάσχει συχνά από αυτολύπηση, ενώ από την άλλη πλευρά, δεν κρύβει τη σφοδρή του επιθυμία για καλλιτεχνική αναγνώριση και πολιτική δικαίωση.
Δύσκολα, εξάλλου, κρύβονται και οι εμπορικοί σκοποί του βιβλίου, που επιζητεί να παρουσιάσει στο διεθνές κοινό μια χορταστική περιπέτεια διανθισμένη με μπόλικο σασπένς και αρκετό, παρά τα διαδοχικά κύματα αυτολύπησης, χιούμορ.
Παρόλα αυτά, ο Ρούσντι είναι συγγραφέας ολκής και τώρα, που ο απόηχος από την έκδοση του «Τζόζεφ Άντον» έχει κοπάσει, είναι μια ευκαιρία να καταγράψουμε όχι μόνο τις αδυναμίες αλλά και τις πολλαπλές αρετές του: από τη σπαρταριστή απεικόνιση της γραφειοκρατικής νοοτροπίας των μυστικών πρακτόρων και των παλινωδιών, που χαρακτήρισαν τις αντιδράσεις των δυτικών κυβερνήσεων στο ζήτημα του φετφά, μέχρι τον πικρόχολο πλην σαφώς αποστασιοποιημένο σχολιασμό της στάσης την οποία τήρησε ένα μεγάλο κομμάτι του συγγραφικού και του εκδοτικού κόσμου, επιλέγοντας να μην υπερασπιστεί τους «Σατανικούς στίχους».
Η αυτοβιογραφία του Ρούσντι μας δείχνει, με την υποβλητική της αφήγηση και κάτι άλλο: την ικανότητα επιβίωσης κάτω ακόμα και από τις πιο σκληρές ή απαγορευτικές συνθήκες.
Ο Ρούσντι κατάφερε, όσο κράτησαν τα πέτρινα χρόνια, να κάνει σχεδόν τα πάντα: να γράψει καλά βιβλία (τα παρακολουθούμε να γεννιούνται, ώρα με την ώρα, στο μυαλό του), να αγωνιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο για την απαλλαγή του από τον βρόγχο του θανάτου, να χωρίσει και να ερωτευτεί εκ νέου, να ταξιδέψει κατ’ επανάληψη στην Αμερική και να αποκτήσει ένα δεύτερο παιδί. Ένας συναρπαστικός, όπως κι αν τον κρίνουμε, κύκλος.
Ο Σαλμάν Ρούσντι γεννήθηκε στη Βομβάη, το 1947 και μετανάστευσε στην Αγγλία, το 1961. Σήμερα, είναι κάτοικος των ΗΠΑ, ενώ τα μυθιστορήματά του έχουν τιμηθεί με ορισμένα από τα σημαντικότερα διεθνώς βραβεία: Booker των Booker, The Best of the Booker, Whitbread Prize, Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας, Premio Pedrocchi και Meilleur Livre Etranger. Διάσημα είναι όλα τα έργα του: «Σατανικοί στίχοι», «Τα παιδιά του μεσονυκτίου», «Το νησί της αθανασίας», «Ο τελευταίος στεναγμός του Μαυριτανού», «Ο κόσμος κάτω από τα πόδια της», «Ανατολή- Δύση», «Ο Χαρούν και η θάλασσα των παραμυθιών», «Παραφορά», «Σαλιμάρ, ο κλόουν», «Όνειδος», «Η γητεύτρα της Φλωρεντίας» και «Ο Λούκα και η φωτιά της ζωής».