Οι ενώσεις των εργαζόμενων στις αεροπορικές εταιρείες, αλλά και άλλοι επικριτές των σχεδιαζόμενων αλλαγών, είχαν απευθύνει σοβαρές προειδοποιήσεις το 2004, όταν η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ (FAA) πρότεινε την αναβάθμιση του ρόλου των βιομηχανιών παραγωγής αεροσκαφών όπως η Boeing. Η αναβάθμιση αυτή του ρόλου των κατασκευαστών, σχετίζονταν άμεσα με τη λήψη αποφάσεων για το αν τα αεροσκάφη παραγωγής τους ήταν ασφαλή για πτήση.
«Θα είναι απερίσκεπτο, να μειωθεί η ασφάλεια των επιβατών που χρησιμοποιούν τα αεροσκάφη και θα οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των αεροπορικών καταστροφών», σημείωναν τότε οι επικριτές των αλλαγών, όπως σχολιάζει το «Politico», σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σήμερα και ενώ έχουν περάσει 15 χρόνια από τότε, η στρατηγική της FAA για την ανάθεση αρμοδιοτήτων κανονιστικής εποπτείας σε εκατοντάδες εργαζόμενους των εταιριών παραγωγής αεροσκαφών φαίνεται ότι έχει εδραιωθεί σε στερεό βαθμό, ώστε να είναι δύσκολη η αντιστροφή της.
Η άποψη αυτή διατυπώνεται παρά το γεγονός της αυστηρής έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη, αναφορικά με τον τρόπο με το οποίο δόθηκε άδεια πλοϊμότητας στο προβληματικό -όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων- αεροσκάφος Boeing 737 MAX 8.
Η FAA από την πλευρά της, ενεργεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Κογκρέσου, υπό τις πιέσεις που δέχεται από Αμερικάνους κατασκευαστές όπως η Boeing, ώστε να βοηθηθούν με την ταχεία ολοκλήρωση των διαδικασιών ελέγχου, ώστε να ανταποκριθούν εντός των προθεσμιών στις συνθήκες ανταγωνισμού των ξένων κατασκευαστών στη διεθνή αγορά. Έτσι, οι αμερικανικές εταιρίες παραγωγής αεροσκαφών ζήτησαν τη συντόμευση του χρόνου που απαιτείται για τον έλεγχο της πλοϊμότητας των νέων αεροσκαφών που βγαίνουν από τις γραμμές παραγωγής και προωθούνται προς πώληση στη διεθνή αγορά των επιβατικών αεροσκαφών της πολιτικής αεροπορίας.
Η ίδια υπηρεσία υποστηρίζει ότι ενίσχυσε το πλαίσιο της συνεργασίας της με τους Αμερικανούς κατασκευαστές αεροσκαφών προκειμένου να κάνει τις πτήσεις ασφαλέστερες.
Ωστόσο, υπηρεσίες εποπτείας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης εκφράζουν αμφιβολίες για την εποπτεία που ασκεί η FAA στο συγκεκριμένο πρόγραμμα ελέγχου των αεροσκαφών με τη συνεργασία των βιομηχανιών που τα κατασκευάζουν.
Το πρόγραμμα αυτό δίνει τη δυνατότητα στις ίδιες τις κατασκευάστριες εταιρίες να προχωρούν στη διεξαγωγή ελέγχων πτητικής συμπεριφοράς, ακόμη και σχεδιασμού κινητήρων υπό την εποπτεία της FAA.
Οι ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του αναφερόμενου προγράμματος ενισχύθηκαν ουσιαστικά μετά τον θάνατο 346 ανθρώπων σε δύο πρόσφατες καταστροφικές αεροπορικές συντριβές, με την εμπλοκή αεροσκαφών 737 ΜΑΧ στην Ινδονησία και στην Αιθιοπία από τον περασμένο Οκτώβριο.
Οι ανησυχίες που εκφράζονται εντοπίζονται στο ερώτημα για το αν οι αξιωματούχοι της FAA γνώριζαν για την τοποθέτηση ενός νέου λογισμικού (MCAS) στον αναφερόμενο τύπου αεροσκάφους, καθώς οι παράμετροι προβληματικής λειτουργίας του λογισμικού αυτού, φέρονται να εμπλέκονται στα δύο αεροπορικά δυστυχήματα.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαδικασία πιστοποίησης έγινε γρήγορα, αλλά και ότι η Boeing ήθελε το συγκεκριμένο αεροσκάφος στον αέρα, το συντομότερο δυνατό», δήλωσε ο Πήτερ Γκολζ, πρώην διευθυντής της Επιτροπής Ασφάλειας Αερομεταφορών των ΗΠΑ (NTSB) του ανεξάρτητου οργάνου που διερευνά τα αεροπορικά δυστυχήματα εντός αμερικανικού εδάφους, αλλά και στο εξωτερικό, όταν υπάρχει εμπλοκή αεροσκάφους που έχει κατασκευαστεί στις ΗΠΑ.
Από την άλλη μεριά, «η FAA δεν έχει σχεδιαστεί για τη λήψη αποφάσεων σε σύντομο χρόνο. Δεν είναι αυτό, το οποίο κάνουν. Και νομίζω ότι είναι μια πολύ αποδεκτή ερώτηση: Μήπως το σύστημα αυτό απέτυχε, καθώς το αεροσκάφος έπρεπε να βγει…, από τη γραμμή παραγωγής άμεσα;» αναρωτήθηκε ο ίδιος.
Τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων δήλωσαν προχθές ότι επιθυμούν να μάθουν περισσότερα σχετικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έγκριση πλοϊμότητας που δόθηκε από την FAA για το αεροσκάφος Boeing 737 MAX 8 που αποτελεί εξελιγμένη τεχνολογική έκδοση του αεροσκάφους Boeing 737 που θεωρείται από τα πιο επιτυχημένα εμπορικά αεροσκάφη όλων των εποχών.
Παρόμοια ερωτηματικά είχαν εγερθεί το 2013, μετά τα περιστατικά που είχαν καταγραφεί με την έκκληση καπνού από τις μπαταρίες λιθίου που χρησιμοποιούν τα αεροσκάφη Boeing 787 Dreamliner.
Αργότερα, η NTSB κατηγόρησε μερικώς την Boeing για σχεδιαστικά σφάλματα στις μπαταρίες λιθίου, αλλά και την FAA που δεν εντόπισε τα προβλήματα αυτά, κατά τη διεξαγωγή των ελέγχων πιστοποίησης για την πλοϊμότητα του συγκεκριμένου τύπου αεροσκάφους.
Από την πλευρά του το Κογκρέσο, ενθάρρυνε πολλές φορές την FAA να συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση, διατάσσοντας την υλοποίηση μικρών αλλαγών στο πρόγραμμα ανάθεσης αρμοδιοτήτων ελέγχου, στο νομοθετικό πακέτο για θέματα αεροπορίας που ψήφισε τον περασμένο Οκτώβριο.