Ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ δέχτηκε χθες στη Δαμασκό τον πρόεδρο του ιρανικού κοινοβουλίου Αλί Λαριτζανί, η χώρα του οποίου είναι η κυριότερη σύμμαχος του συριακού καθεστώτος.
Ο Λαριτζανί ξεκινά από την Δαμασκό μια περιοδεία στην περιοχή με στόχο την εξεύρεση μιας λύσης στην κρίση από την οποία έχουν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 40.000 άνθρωποι, σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στη συνέχεια αναμένεται να επισκεφθεί τον Λίβανο και την Τουρκία.
Στη Δαμασκό ο ιρανός αξιωματούχος επιτέθηκε εμμέσως στο Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία, τις δύο χώρες που στηρίζουν τη συριακή αντιπολίτευση, χωρίς να τις κατονομάσει. «Ορισμένοι στην περιοχή θέλουν να κάνουν τυχοδιωκτικές ενέργειες για να προκαλέσουν προβλήματα στη Συρία», είπε στους δημοσιογράφους. «Όμως» -πρόσθεσε- «το Ιράν εξακολουθεί να εκτιμά το ρόλο της εμπροσθοφυλακής που διαδραματίζει η Συρία στην υποστήριξη της Αντίστασης» όρο με τον οποίο η Τεχεράνη περιγράφει την εναντίωσή της στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ.
Η Συρία, το Ιράν αλλά και η Ρωσία, κατηγορούν ορισμένες δυτικές και αραβικές χώρες, καθώς και την Τουρκία, ότι εξοπλίζουν τους αντάρτες οι οποίοι πολεμούν το καθεστώς του προέδρου Άσαντ.
Ο Λαριτζανί επανέλαβε ότι είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν «δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις» μέσω ενός «πολιτικού διαλόγου», μολονότι η αντιπολίτευση έχει αρνηθεί κατηγορηματικά να προχωρήσει σε διάλογο αν προηγουμένως δεν αποχωρήσει ο Άσαντ από την εξουσία.
Προτού συναντηθεί με τον Άσαντ ο Λαριτζανί είχε συνομιλίες με τον Σύρο ομόλογό του Τζιχάντ αλ Λάχαμ ενώ δέχτηκε στην πρεσβεία του Ιράν και τους εκπροσώπους πολλών παλαιστινιακών οργανώσεων, όπως του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης-Γενική Διοίκηση (FPLP-CG) του Άχμαντ Τζιμπρίλ. Ο τελευταίος υπογράμμισε ότι είναι ανάγκη «να υποστηριχθεί η αντίσταση απέναντι στη σιωνιστική επιθετικότητα η οποία μπορεί να ξαναρχίσει ανά πάσα στιγμή», αναφερόμενος στην κατάπαυση του πυρός που έχει τεθεί σε εφαρμογή στη Λωρίδα της Γάζας από την Τετάρτη, μετά από μία εβδομάδα συγκρούσεων οι οποίες στοίχισαν τη ζωή σε 163 Παλαιστίνιους και έξι Ισραηλινούς.