Η κακομεταχείριση των λαθρομεταναστών, όσων ζητούν άσυλο και των προσφύγων στη Λιβύη έχει επιδεινωθεί από το τέλος της σύγκρουσης του 2011 με την οποία ανατράπηκε ο πρώην ηγέτης της χώρας Μουάμαρ Καντάφι, καταγγέλλει σε έκθεσή της που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα η Διεθνής Αμνηστία.

Στην έκθεση αυτή, η οποία στηρίζεται σε επιτόπου επισκέψεις επαλήθευσης που έγιναν στη Λιβύη μεταξύ του Μαΐου και του Σεπτεμβρίου, διαπιστώνεται ότι «οι ξένοι πολίτες που δεν έχουν έγγραφα στη Λιβύη κινδυνεύουν να πέσουν θύματα εκμετάλλευσης, αυθαίρετης και απεριόριστης κράτησης, όπως και ξυλοδαρμού που ορισμένες φορές φτάνει στα όρια των βασανιστηρίων».

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τον Καντάφι, οι ξένοι πολίτες, ιδιαίτερα αυτοί από την υποσαχάρια Αφρική, ζούσαν με την «αβεβαιότητα της αλλαγής πολιτικής και το φόβο της αυθαίρετης σύλληψης, της απεριόριστης κράτησης, των βασανιστηρίων και άλλων κακομεταχειρίσεων», αναφέρει η Αμνηστία.

Όμως, μετά την σύγκρουση του 2011, η κατάστασή τους «επιδεινώθηκε εν μέσω του γενικού κλίματος ανομίας, με τις ισχυρές ένοπλες πολιτοφυλακές να συνεχίζουν να δρουν εκτός νόμου και την αποτυχία των αρχών να καταπολεμήσουν τον ρατσισμό και την ξενοφοβία», καταγγέλλει η διεθνής οργάνωση.

Η κατάσταση έγινε χειρότερη μετά την «ευρέως διαδεδομένη αντίληψη μεταξύ των Λίβυων» ότι αφρικανοί μισθοφόροι, όπως τους αποκαλούσαν, είχαν στρατολογηθεί από τους υποστηρικτές του Καντάφι κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης.

«Είναι αισχρό ότι οι κακοποιήσεις που διαπράττονταν την εποχή του Καντάφι κατά των ξένων, ιδιαίτερα αυτών από την υποσαχάρια Αφρική, όχι απλώς συνεχίστηκαν, αλλά χειροτέρεψαν», υπογραμμίζει η Αμνηστία.

Η οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καλεί τις λιβυκές αρχές να αναγνωρίσουν το μέγεθος της κακοποίησης των ξένων από τις πολιτοφυλακές και να λάβουν μέτρα για να προστατεύσουν όλους τους ξένους πολίτες από τη βία και την κακοποίηση, ασχέτως της καταγωγής τους ή του αν τους έχει χορηγηθεί το καθεστώς του μετανάστη.

Λόγω του μέτρου στο οποίο στηρίζεται η Λιβύη στη δουλειά των μεταναστών, οι αρχές θα πρέπει να πάρουν συγκεκριμένα μέτρα για να καταπολεμήσουν τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, επισημαίνει η διεθνής οργάνωση.

Οι μετανάστες, αυτοί που ζητούν άσυλο και οι πρόσφυγες στη Λιβύη κινδυνεύουν να συλληφθούν στους δρόμους, στις αγορές, στα σημεία ελέγχου ή στα σπίτια τους, υπογραμμίζεται στην έκθεση.

Ορισμένοι ξένοι πολίτες έχουν συλληφθεί από την λιβυκή αστυνομία, αλλά οι περισσότεροι έχουν συλληφθεί από ένοπλα μέλη πολιτοφυλακών.

Οι ξένοι στη Λιβύη είναι επίσης ευάλωτοι σε οικονομικούς εκβιασμούς, εκμετάλλευση και καταναγκαστική εργασία ενώ τελούν υπό συνθήκες κράτησης ή όχι.

Η Διεθνής Αμνηστία επισημαίνει ότι επισκέφθηκε εννέα κέντρα κράτησης στη Λιβύη μεταξύ του Μαΐου και του Σεπτεμβρίου, όπου τότε κρατούνταν 2.700 ξένοι πολίτες.

Οι κρατούμενοι, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν έγκυες και ασυνόδευτα παιδιά, δήλωσαν στους εργαζόμενους στην Αμνηστία ότι είχαν υποστεί βασανιστήρια και άλλου είδους κακομεταχείριση, συμπεριλαμβανομένων ξυλοδαρμών.

Οι κρατούμενοι ξυλοκοπούνται τακτικά για παρατεταμένες περιόδους με τη χρήση διαφόρων αντικειμένων, όπως μεταλλικά σύρματα, λάστιχα ποτίσματος, ξύλα και σωλήνες νερού. Πολλοί έδειξαν τις πληγές ή τα τραύματά τους επιβεβαιώνοντας τις μαρτυρίες τους, καταλήγει η Διεθνής Αμνηστία.