Το ανώτατο δικαστήριο του Μπαχρέιν επικύρωσε σήμερα τις ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν σε εννέα γιατρούς και μέλη του ιατρικού προσωπικού νοσοκομείου της Μανάμα με την κατηγορία ότι υποστήριξαν το σιιτικό κίνημα αμφισβήτησης πέρυσι.
Σε ανακοίνωσή του ο αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας Αμπντελραχμάν αλ Σάγιεντ αναφέρει ότι το ανώτατο δικαστήριο επικύρωσε τις ποινές που είχαν επιβληθεί στα μέσα Ιουνίου σε δεύτερο βαθμό, διευκρινίζοντας ότι ένας από τους κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε πενταετή κάθειρξη, ένας άλλος σε τριετή φυλάκιση, δύο σε ένα χρόνο φυλάκιση ο καθένας και ένας ακόμη σε εξάμηνη φυλάκιση.
Η δίκη των 15 γιατρών και των 5 μελών του ιατρικού προσωπικού του νοσοκομείου Σαλμανίγια, του μεγαλύτερου στην Μανάμα, οι οποίοι είχαν καταγγείλει ότι υπέστησαν βασανιστήρια όσο βρίσκονταν υπό κράτηση, είχε προκαλέσει έντονες επικρίσεις από οργανώσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στις 14 Ιουνίου εννέα από τους κατηγορούμενους καταδικάστηκαν σε δεύτερο βαθμό σε ποινές από έναν μήνα φυλάκιση ως πέντε χρόνια κάθειρξη και εννέα ακόμη, μεταξύ αυτών και γυναίκες, είχαν αθωωθεί. Η έφεση δύο ακόμη ανθρώπων που καταδικάστηκαν τον Σεπτέμβριο σε 15 χρόνια κάθειρξη ο καθένας δεν έχει εκδικαστεί καθώς έχουν διαφύγει.
Εξάλλου ξεκίνησε σήμερα η δίκη δύο αστυνομικών, ενός άνδρα και μίας γυναίκας, που κατηγορούνται ότι βασάνισαν κάποιους από τους γιατρούς αυτούς, ενώπιον δικαστηρίου της Μανάμα.
Απουσία των δύο κατηγορούμενων, το δικαστήριο αποφάσισε να αναβάλει την εκδίκαση της υπόθεσης για τις 18 Οκτωβρίου.
Οι δύο αστυνομικοί αυτοί ανήκουν σε μια ομάδα των 7 μελών των δυνάμεων ασφαλείας εναντίον της οποίας απαγγέλθηκαν στις 17 Σεπτεμβρίου κατηγορίες για βασανιστήρια και κακοποίηση κρατουμένων. Πέντε ακόμη αστυνομικοί θα δικαστούν χωριστά.
Την Πέμπτη ένας αστυνομικός καταδικάστηκε σε επταετή κάθειρξη για τη δολοφονία ενός διαδηλωτή στη διάρκεια των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων του 2011.
Οι δίκες των αστυνομικών γίνονται στο πλαίσιο των προσπαθειών της κυβέρνησης του Μπαχρέιν να εφαρμόσει τις προτάσεις μιας ανεξάρτητης επιτροπής έρευνας που συστάθηκε μετά τις ταραχές του 2011 και η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε «υπερβολική χρήση βίας» από την πλευρά της αστυνομίας στη διάρκεια των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων και ζήτησε να υπάρχει μεγαλύτερος σεβασμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το Μπαχρέιν, μια χώρα που θεωρείται σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιφέρεια και αποτελεί την έδρα του Πέμπτου Στόλου, συνταράσσεται από πολιτικές ταραχές από το 2011, όταν ξέσπασαν διαδηλώσεις με αίτημα τον εκδημοκρατισμό του βασιλείου, μετά τις λαϊκές εξεγέρσεις στην Τυνησία και στην Αίγυπτο.
Οι σιίτες, που αποτελούν την πλειοψηφία στο Μπαχρέιν, καταγγέλλουν την περιθωριοποίησή τους από την πολιτική και οικονομική ζωή, κάτι που η κυβέρνηση διαψεύδει. Η σουνιτική δυναστεία του Μπαχρέιν απορρίπτει τις εκκλήσεις της αντιπολίτευσης να υπάρξει εκλεγμένη κυβέρνηση και οι κινητοποιήσεις, όπως κι οι συγκρούσεις των διαδηλωτών με την αστυνομία, συνεχίζονται