Οι πρόγονοι του συγχρόνου ανθρώπου (homo sapiens) είχαν ένα σημαντικό μέρος του DNA τους κοινό με εκείνο των «ξαδελφιών» τους, των Νεάντερταλ. Σε αυτή την ανακάλυψη είχαν φτάσει οι επιστήμονες πριν από λίγα χρόνια, γεγονός που είχε οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ανάμεσα στα δύο είδη του ανθρώπινου γένους (homo) υπήρξε σεξουαλική διασταύρωση και γενετική επιμιξία.
Ωστόσο μία νέα βρετανική επιστημονική έρευνα έρχεται να αμφισβητήσει αυτή την εκτίμηση, αντιτείνοντας πως οι ομοιότητες του DNA τελικά οφείλονται απλώς στο γεγονός ότι τα δύο είδη μοιράζονταν έναν μακρινό κοινό πρόγονο, κάτι που άφησε παρόμοια κατάλοιπα στο γενετικό υλικό τους.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Κέμπριτζ, με επικεφαλής τον Αντρέα Μανίκα του τμήματος ζωολογίας της Σχολής Βιολογικών Επιστημών, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το BBC, τη βρετανική «Γκάρντιαν» και το «New Scientist» θεωρούν ότι το ποσοστό του κοινού DNA που μπορεί να αποδοθεί στην επιμιξία, έχει υπερεκτιμηθεί σημαντικά.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, η αιτία, όπως πιστεύουν, είναι ότι δεν ελήφθη υπόψη η μεγάλη γενετική ποικιλομορφία που ήδη υπήρχε μεταξύ των διαφορετικών πληθυσμών των προγόνων μας στην Αφρική, ιδίως μεταξύ των βορειαφρικανών και των νοτιαφρικανών.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις γενετικές διαφορές του homo sapiens, οι Βρετανοί ερευνητές υπολόγισαν ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι και οι Νεάντερταλ πρέπει να είχαν έναν κοινό πρόγονο -μερικοί τον ονομάζουν «άνθρωπο της Χαϊδελβέργης» (homo heidelbergensis)- πριν από περίπου 500.000 χρόνια, ο οποίος ζούσε τόσο στην Αφρική όσο και στην Ευρώπη.
Ο αποχωρισμός του αφρικανικού κλάδου του κοινού προγονικού είδους από τον ευρωπαϊκό κλάδο -πιθανώς εξαιτίας κλιματικών και περιβαλλοντικών λόγων- εκτιμάται ότι έγινε πριν από περίπου 350.000 χρόνια, ενώ η μετέπειτα διαχωρισμένη εξέλιξη αυτού του πρώην κοινού είδους μπορεί να εξηγήσει τις κατοπινές ομοιότητες του DNA.
Όπως είπε ο Μανίκα, δεν μπορεί να αποκλεισθεί τελείως η πιθανότητα σεξουαλικής διασταύρωσης και γενετικής επιμειξίας ανάμεσα στα δύο είδη, όμως, όπως εκτίμησε, θα είχε πολύ μικρότερη επίδραση από ό,τι θεωρείται σήμερα.
Την αντίθετη άποψη, ότι υπήρξε αυτή η επιμιξία και ήταν σημαντική, προώθησε η ανάγνωση, το 2010, του γονιδιώματος του Νεάντερταλ από τον κορυφαίο γενετιστή καθηγητή Σβάντε Πάαμπο του γερμανικού Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ, στη Λειψία. Το συμπέρασμά του ήταν ότι περίπου το 1% έως 4% του DNA των περισσότερων ανθρώπων που ζουν σήμερα εκτός της Αφρικής (Ευρωπαίων και Ασιατών), είναι κοινό με εκείνο των Νεάντερταλ, γεγονός που έχει ερμηνευθεί ως προϊόν επιμιξίας (οι γηγενείς Αφρικανοί, ιδίως του Νότου, δεν έχουν σχεδόν καθόλου κοινό DNA με τους Νεάντερταλ).
Σχολιάζοντας τη νέα βρετανική εκτίμηση, ο Πάαμπο, που ετοιμάζει νέα γενετική μελέτη για να υποστηρίξει τη θέση του, επέμεινε ότι η δική του ερμηνεία είναι πιο σωστή.
«Βρήκαμε ότι η τελευταία μεταφορά γονιδίων από τους Νεάντερταλ (ή τους συγγενείς τους) στους Ευρωπαίους πιθανώς συνέβη πριν από 37.000- 86.000 χρόνια και, το πιο πιθανό, μεταξύ 47.000- 65.000 χρόνια. Αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι υπήρξαν πρόσφατες επιμιξίες και ότι αυτές συνέβησαν όταν οι σύγχρονοι άνθρωποι με τις τεχνολογίες της Ανώτερης Παλαιολιθικής περιόδου, καθώς επεκτείνονταν έξω από την Αφρική, συνάντησαν τους Νεάντερταλ» είπε.