Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας αρνήθηκε να αποκλείσει το ενδεχόμενο να υπάρξει συμμετοχή των γερμανικών ένοπλων δυνάμεων σε πλήγματα στη Συρία εάν η Δαμασκός χρησιμοποιήσει χημικά όπλα εναντίον των ανταρτών στην επαρχία Ιντλίμπ, επέμεινε πάντως ότι το Βερολίνο θα πάρει την «απόφαση με αυτόνομο τρόπο».
Η πιθανότητα εμπλοκής της Γερμανίας σε πλήγματα αντιποίνων έχει γίνει αντικείμενο συζήτησης σε υψηλούς τόνους στη χώρα από τη Δευτέρα, όταν η ταμπλόιντ εφημερίδα Bild έγραψε ότι η υπουργός Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και συνεργάτες της εξετάζουν το αίτημα των ΗΠΑ να υπάρξει γερμανική συμμετοχή.
«Θα λάβουμε με αυτόνομο τρόπο μια απόφαση που θα συνάδει με τις βασικές αρχές του γερμανικού Συντάγματος — και φυσικά του διεθνούς δικαίου», είπε ο Μάας στο Γερμανικό Πρακτορείο.
Ο επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας διευκρίνισε ότι δεν έχει παραληφθεί μέχρι σήμερα επίσημο αίτημα γι’ αυτό από την Ουάσινγκτον. Τέτοιο αίτημα «μπορεί να έλθει μόνο όταν χρησιμοποιηθούν δηλητηριώδη αέρια και όταν άλλες χώρες αποφασίσουν να αντιδράσουν με στρατιωτικά μέσα», εξήγησε.
«Μέχρι τότε, επικεντρωνόμαστε στον πολιτικό διάλογο για να προληφθεί μια ανθρωπιστική καταστροφή», συνέχισε ο Μάας. «Για αυτό εργαζόμαστε», συμπλήρωσε.
Η Γερμανία δεν είχε συμμετάσχει στα κοινά πλήγματα των ένοπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, της Γαλλίας και της Γερμανίας εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων της Συρίας τον Απρίλιο, σε αντίποινα για μια επίθεση με χημικά όπλα στην πόλη Ντούμα, κοντά στη Δαμασκό, η ευθύνη για την οποία επιρρίφθηκε στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Εν μέσω δημοσιευμάτων περί του ότι οι δυνάμεις του Άσαντ ενδέχεται να ετοιμάζονται να προχωρήσουν σε νέα επίθεση με χημικά όπλα στην Ιντλίμπ, την επαρχία που αποτελεί τον τελευταίο μεγάλο ανταρτοκρατούμενο θύλακα στη Συρία, ο Λευκός Οίκος προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα απαντήσουν «άμεσα και όπως αρμόζει» σε μια τέτοια επίθεση.
Μια υπηρεσία έρευνας του γερμανικού κοινοβουλίου είχε καταλήξει τον Απρίλιο στο συμπέρασμα ότι τα κοινά αεροπορικά πλήγματα της Δύσης αποτελούσαν παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Τη Δευτέρα, η ίδια υπηρεσία τόνισε ότι η συμμετοχή των ένοπλων δυνάμεων της χώρας σε μελλοντικά πλήγματα αντιποίνων θα ήταν ενάντια στο Σύνταγμα της Γερμανίας.