Ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ υποστηρίζει ότι δεν φοβάται πως θα έχει την ίδια τύχη με τον Λίβυο ηγέτη Μουάμαρ Καντάφι, που συνελήφθη και δολοφονήθηκε ή τον Χόσνι Μουμπάρακ, τον ανατραπέντα πρόεδρο της Αιγύπτου, ο οποίος καταδικάστηκε σε ισόβια ποινή κάθειρξης.
Σε συνέντευξή του στο γερμανικό δίκτυο ARD που προβλήθηκε χθες Κυριακή, ο Άσαντ κατηγόρησε τις ΗΠΑ, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και το Κατάρ ότι στηρίζουν «τρομοκράτες» που επιχειρούν να ανατρέψουν την κυβέρνησή του και είπε ότι παραμένει στην εξουσία επειδή διαθέτει τη στήριξη του λαού του.
Ο ίδιος είπε ότι τα περισσότερα θύματα των συγκρούσεων που μαίνονται επί 16 μήνες ήταν υποστηρικτές της κυβέρνησης.
«Από τους καταλόγους που έχουμε, από τα ονόματα που έχουμε, το μεγαλύτερο ποσοστό είναι άνθρωποι που δολοφονήθηκαν από συμμορίες, διαφορετικού τύπου συμμορίες…Αν μιλάμε για υποστηρικτές της κυβέρνησης–τα θύματα από τις δυνάμεις ασφαλείας και το στρατό–είναι περισσότερα από τους αμάχους».
Οι ακτιβιστές που διατηρούν λίστες με ονόματα και ημερομηνίες θανάτου καθώς και οι δυτικές κυβερνήσεις διατείνονται ότι περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από τις κυβερνητικές δυνάμεις–η μεγάλη πλειοψηφία εξ αυτών ήταν αντικαθεστωτικοί και οι οικογένειές τους.
Ερωτηθείς αν φοβάται ότι μπορεί να έχει την ίδια τύχη με τον Καντάφι, που δολοφονήθηκε λίγο μετά την σύλληψή του, ο Άσαντ είπε: «Περιγράφοντας αυτό που συνέβη στον αλ Καντάφι, είναι άγριο, είναι έγκλημα. Ό,τι κι αν έκανε, όποιος κι αν ήταν, κανένας στον κόσμο δεν μπορεί να δεχτεί αυτό που συνέβη, το να σκοτώσεις κάποιον με αυτό τον τρόπο».
«Αυτό που συνέβη στον Μουμπάρακ είναι διαφορετικό. Πρόκειται για δίκη. Οποιοσδήποτε πολίτης όταν παρακολουθεί μια δίκη στην τηλεόραση θα σκεφτεί ότι δεν θα βρεθεί σε αυτή την θέση. Η απάντηση είναι: μην κάνετε ό,τι αυτός», είπε ο 46χρονος πρόεδρος.
«Αλλά να φοβάμαι, πρέπει να συγκρίνουμε. Έχουμε κάτι κοινό; Είναι μια εντελώς διαφορετική κατάσταση…Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε. Δεν μπορείς να φοβάσαι– ίσως να λυπάσαι ή να αισθάνεσαι οίκτο».
Ο Άσαντ πραγματοποιεί σήμερα συνομιλίες στη Δαμασκό με τον ειδικό κοινό απεσταλμένο του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου Κόφι Άναν, του οποίου το ειρηνευτικό σχέδιο για τη Συρία δεν έχει εφαρμοστεί, εν μέρει όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση Άσαντ, διότι οι αντικαθεστωτικοί οι οποίοι πήραν τα όπλα μετά την καταστολή της ειρηνικής διαμαρτυρίας είναι “τρομοκράτες” με υποστήριξη από το εξωτερικό που δεν εκφράζουν το λαϊκό αίσθημα.
«Δεν πρέπει να αποτύχει. Είναι ένα πολύ καλό σχέδιο», είπε ο Άσαντ. «Το κυριότερο εμπόδιο είναι ότι πολλές χώρες δεν θέλουν (το σχέδιο) να επιτύχει. Κι έτσι προσφέρουν πολιτική στήριξη κι εξακολουθούν να στέλνουν οπλισμό και χρήματα σε τρομοκράτες στη Συρία. Θέλουν να αποτύχει με αυτό τον τρόπο».
Ο ίδιος επανέλαβε ότι είναι “έτοιμος να μιλήσει με οποιονδήποτε” για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στην κρίση.
“Αν δεν βρω λαϊκή στήριξη, πως μπορώ να παραμείνω σε αυτή την θέση; Οι ΗΠΑ είναι εναντίον μου, η Δύση είναι εναντίον μου, πολλές περιφερειακές δυνάμεις και χώρες και ο λαός τους είναι εναντίον μου, επομένως πως μπορώ να παραμείνω σε αυτή την θέση; Η απάντηση είναι, εξακολουθώ να έχω την λαϊκή στήριξη. Πόση είναι; Ποιό είναι το ποσοστό; αυτό δεν είναι ερώτημα, δεν διαθέτω τους αριθμούς”.
Ο Άσαντ περιέγραψε το συριακό αντάρτικο στρατό ως “ένα μείγμα, ένα αμάλγαμα από (μέλη) της αλ Κάιντα, άλλους εξτρεμιστές, όχι απαραίτητα της αλ Κάιντα και παράνομους που διέφευγαν της σύλληψης επι χρόνια, κυρίως κάνοντας λαθρεμπόριο ναρκωτικών από την Ευρώπη στην περιοχή του Κόλπου και άλλους που καταδικάστηκαν με άλλες κατηγορίες. Επομένως είναι ένας συνδυασμός διαφορετικών πραγμάτων”.
Κάποιοι δεν ήταν πολιτικά υποκινούμενοι, είπε. “Πληρώνονταν χρήματα, κάποιες φορές απειλούμενοι και άλλες φορές από αυταπάτες και πλάνες. Επομένως, δεν είναι όλοι τους τρομοκράτες”. Ο Άσαντ είπε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για “τρομοκρατικές” πράξεις. “Όσο προσφέρεις όποιου είδους στήριξη σε τρομοκράτες, είσαι συνεργός. Είτε τους στέλνεις οπλισμό ή χρήματα ή τους παρέχεις στήριξη, πολιτική στήριξη στα Ηνωμένα Έθνη, οπουδήποτε. Η όποια στήριξη είναι εμπλοκή”.