Πώς γίνεται μια τόσο μικρή χώρα να έχει το υψηλότερο κατά κεφαλήν ποσοστό δολοφονιών παγκοσμίως;
Πώς γίνεται ο θάνατος να καραδοκεί διαρκώς στους δρόμους του Σαν Σαλβαδόρ και να μην κοιτά διακρίσεις;
Η εξήγηση είναι εύκολη μεν, καθόλου απλή δε. Τα τελευταία λίγα χρόνια το μικρό κεντροαμερικανικό έθνος έχει μετατραπεί σε τέτοιο άντρο εγκλήματος που κάνει ακόμα και το Μεξικό να κρύβεται από ντροπή στη σπηλιά του.
Μια σωρεία παραγόντων έχουν φιλοτεχνήσει μια κατάμαυρη εικόνα, παράγοντες που κυμαίνονται από την πολιτική αστάθεια και το εμπόριο ναρκωτικών μέχρι προσωπικές κόντρες αλλά και τη μάχη για την πρωτοκαθεδρία στην πιάτσα των συμμοριών.
Κάθε χρόνο, χιλιάδες άνθρωποι σκοτώνονται στο Σαλβαδόρ με αδιανόητους τρόπους, σε μια χώρα μάλιστα με πληθυσμό κοντά στα 6,5 εκατομμύρια. Πτώματα κείτονται σε δημόσιους χώρους λειτουργώντας ως υπόμνηση στον ντόπιο και τον ξένο ότι άλλος βασιλεύει εδώ και ο νόμος δεν είναι παρά διακοσμητικός.
Η κουλτούρα της βίας έχει πυροδοτήσει φυσικά μεγάλα προσφυγικά κύματα και οι δείκτες μετανάστευσης δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για την τραγικότητα της κατάστασης που επικρατεί στο εσωτερικό της Δημοκρατίας του Ελ Σαλβαδόρ, που στα ισπανικά σημαίνει αρκετά ειρωνικά «Ο Σωτήρας».
Πώς έγιναν όμως τα πράγματα τόσο σκοτεινά και φονικά στο Σαλβαδόρ;
Παγκόσμια πρωτεύουσα εγκλήματος
Το 2016 ήταν άλλη μια αιματηρή χρονιά για το Σαλβαδόρ, που είχε δει τα πράγματα να καταλαγιάζουν για λίγο μεταξύ 2012-2014, όταν με παρέμβαση της κυβέρνησης και της εκκλησίας ο ανηλεής πόλεμος των δυο μοχθηρότερων συμμοριών (MS-13 και Barrio 18) κατέληξε σε προσωρινή ανακωχή, εξασφαλίζοντας μια περίοδο σχετικής ειρήνης στη χώρα.
Το 2014 ωστόσο οι Αρχές μετέφεραν πολλούς ηγέτες των δυο συμμοριών από χαλαρές φυλακές σε σωφρονιστικά καταστήματα υψίστης ασφαλείας, στην προσπάθειά τους να κόψουν την επικοινωνία των φυλακισμένων με τα τσιράκια τους στον έξω κόσμο, στέλνοντας την εύθραυστη ειρήνη στα αζήτητα της Ιστορίας, μιας και η σχηματική φύλαξη ήταν μέρος της κυβερνητικής συμφωνίας με τις σπείρες.
Ο δείκτης εγκλήματος άγγιξε νέα ιστορικά υψηλά και έφτασε σε επίπεδα που δεν χωρά η κοινή λογική: ένας φόνος την ώρα! Υπήρξαν έκτοτε κάποιες λίγες μέρες χωρίς φόνο (όπως στα μέσα Ιουνίου και Ιουλίου του 2015), αντισταθμίστηκαν όμως και με το παραπάνω από άλλες μέρες που είδαν ακόμα και 43 νεκρούς σε περιόδους μικρότερες από 24 ώρες!
Η πλειονότητα των αιματοβαμμένων ξεκαθαρισμάτων λαμβάνουν μάλιστα χώρα σε δημόσια θέα, μιας και αποτελούν μηνύματα τόσο στους αντιπάλους όσο και σε επίδοξους πληροφοριοδότες, εγκαθιδρύοντας μια πρωτόγνωρη βασιλεία τρόμου στο ήδη ρημαγμένο Σαλβαδόρ. Είναι όμως και ηχηρές φωνές στην κυβέρνηση να βγάλει από τις υψίστης ασφαλείας φυλακές τα μεγάλα κεφάλια των ναρκο-συμμοριών, γι’ αυτό εξάλλου η εκστρατεία της φρίκης στρέφεται και κατά αστυνομικών, στρατιωτών, ακόμα και δημόσιων υπαλλήλων.
Τα διασταυρούμενα αυτά πυρά τα πληρώνει συνήθως ο κοσμάκης, που αν είναι τυχερός θα πεθάνει επιτόπου σε κάποια από τις επιχειρήσεις. Αν δεν είναι, θα πιαστεί όμηρος, θα βασανιστεί με απάνθρωπους τρόπους και θα συναντήσει τον θάνατο κατακρεουργούμενος με ματσέτες.
Ανεξαρτήτως μεθόδου, ο δείκτης δολοφονιών του Ελ Σαλβαδόρ άγγιξε στα τέλη του 2015 τους 104 θανάτους ανά 100.000 ανθρώπους, ο υψηλότερος σε ολόκληρο τον πλανήτη (και σε μη εμπόλεμες φυσικά ζώνες). Σε αντιδιαστολή, το Σεν Λούις, η πιο βίαιη πόλη των ΗΠΑ, έχει δείκτη 49,9 στους 100.000 ανθρώπους. Ακόμα και στη Βαγδάτη του 2008 και τα όσα ζοφερά συνέβησαν μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, ο δείκτης δεν ξεπέρασε ποτέ το 48…
Οι βαθιές ρίζες του εγκλήματος
Τα ανείπωτα ποσοστά φόνων του Ελ Σαλβαδόρ είναι βέβαια βαθιά ριζωμένα τόσο στην ιστορία της χώρας όσο και την πολιτική σκηνή της. Ακόμα και σήμερα, η κεντρική κυβέρνηση της πρωτεύουσας, Σαν Σαλβαδόρ, μόλις που διατηρεί τον έλεγχο στις παραγκουπόλεις τεσσάρων γειτονιών.
Οι κάτοικοι συνεχίζουν βέβαια να δουλεύουν, να ψηφίζουν και να πληρώνουν τους φόρους τους, αν και μετά βίας θα έλεγε κανείς ότι η ζωή ενέχει οποιοδήποτε βαθμό κανονικότητας. Είναι η ατέλειωτη διακίνηση κοκαΐνης αυτή που μαστίζει το κράτος, μιας και το Σαλβαδόρ δεν είναι παρά μια εξαιρετικά ταχεία δίοδος στον δρόμο της κόκας.
Οι κολομβιανοί και βολιβιανοί «βαρόνοι» περνούν την κοκαΐνη στο Σαλβαδόρ ώστε να φτάσει γρήγορα και με ασφάλεια στο Μεξικό, κι από κει να βρει τον δρόμο της για τις ΗΠΑ. Οι τοπικές μαφίες του Σαλβαδόρ θέλουν το μερίδιό τους σε όλα αυτά, αν και είναι σαφές πως χώρος για όλους αυτούς δεν υπάρχει κατά κανέναν τρόπο.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα τα μεγάλα κεφάλια του οργανωμένου εγκλήματος ή θα είχαν λουφάξει ή θα έκαναν τα κουμάντα τους με την κυβέρνηση, όπως έκαναν οι αμερικανοί μαφιόζοι στη δεκαετία του 1930, αν και οι Αρχές του Σαλβαδόρ έχουν γίνει ιδιαιτέρως καλές στο να ξετρυπώνουν και να φυλακίζουν τους «νονούς», πληρώνοντας βέβαια βαρύτατο τίμημα.
Η παρέμβαση της αστυνομίας και του στρατού έχει αποτρέψει τη συνεργασία των τοπικών συμμοριών, μετατρέποντας τον υπόκοσμο του Σαλβαδόρ σε γραμμή παραγωγής που μεταφέρει συνεχώς νέο αίμα στις πρώτες θέσεις του οργανωμένου εγκλήματος.
Ακόμα χειρότερα, οι δυο μεγάλοι παίκτες της χώρας, οι ναρκο-σπείρες MS-13 και Barrio 18, αντιδρούν συνήθως στα κενά εξουσίας του υποκόσμου τόσο με εμφύλιες συρράξεις όσο και με εσωτερικές διαμάχες για το τιμόνι κάθε συμμορίας.
Αυτές οι συγκρούσεις αφήνουν χιλιάδες νεκρούς κάθε χρόνο, αν και στις Αρχές εξακολουθεί να μην είναι ακριβώς σαφές τι είναι αυτό που φέρνει κάθε φορά τον όλεθρο. Σε ένα τέτοιο ευαίσθητο περιβάλλον όμως, ακόμα και η μικρότερη σπίθα μετατρέπεται σε φωτιά που καίει τα πάντα.
Το πιο εύκολο στη διαλεύκανσή του είναι το έγκλημα που στρέφεται κατά των πληροφοριοδοτών, μιας και οι σπείρες φροντίζουν να αφήσουν πειστήρια της δράσης του χαφιέ: το διαμελισμένο σώμα του…
Σύντομη εγκληματική ιστορία
Τίποτα απ’ όσα ζει σήμερα το Ελ Σαλβαδόρ δεν είναι φυσικά καινούρια για το ίδιο. Αυτός ο ολομέτωπος ναρκο-πόλεμος μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί συνέχεια της γενικευμένης πολιτικής βίας της χώρας εδώ και τέσσερις αιώνες! Από την εποχή που κατακτήθηκε από τους ισπανούς κονκισταδόρες κατά τον 16ο αιώνα μέχρι και την ανεξαρτησία του το 1821, το κρατίδιο κυβερνήθηκε αποκλειστικά από λευκούς Ισπανούς.
Όταν ήρθε όμως η πολυπόθητη ανεξαρτησία και έφυγε ο Ευρωπαίος, η διακυβέρνηση περιέπεσε στα χέρια 14 τοπικών οικογενειών, οι οποίες μοίρασαν την αγροτική γη μεταξύ τους και την κράτησαν στην κατοχή τους με φωτιά και τσεκούρι για τα επόμενα 195 χρόνια (και εξακολουθούν λίγο-πολύ).
Από το 1979-1992 το Σαλβαδόρ μαστίστηκε εξάλλου από εμφύλιο πόλεμο μεταξύ της εκλεκτής αυτής ολιγαρχίας και ενός αριστερού παραστρατιωτικού συνασπισμού. Η σύρραξη άφησε 75.000 νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένους και ανέστιους.
Οι διαβόητες 14 οικογένειες δεν είχαν φυσικά κανένα πρόβλημα να συνεχίζουν τον ανταρτοπόλεμο για χρόνια, μιας και έλεγχαν όλη τη χώρα και είχαν τον πληθυσμό να δουλεύει στα χωράφια και τις φάμπρικές τους για ψίχουλα. Μέχρι να πάρει χαμπάρι ο υπόλοιπος κόσμος τι συνέβαινε στο Σαλβαδόρ και να υπογραφεί σύμφωνο κατάπαυσης του πυρός, το πολιτικό σκηνικό της χώρας είχε γκρεμιστεί ανεπανόρθωτα, αν και το ολιγαρχικό καθεστώς παρέμενε σχετικά ακμαίο.
Σήμερα και παρά τις διορθωτικές κινήσεις, η κοινωνία εξακολουθεί να έχει στο τιμόνι την παλιά αριστοκρατία και τα τσιράκια της. Στη μέση είναι μια μεσοαστική τάξη, μεσοαστική κατ’ όνομα όμως, καθώς το μόνο που έχουν στην κατοχή τους είναι τα ελάχιστα αυτά λεφτά που τους κάνουν ωραιότατους στόχους για απαγωγές και λύτρα. Και στη βάση είναι ο λαουτζίκος, περισσότερο από το 90% του πληθυσμού (πάνω από 6 εκατ. ψυχές) δηλαδή, ο οποίος δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
Ακόμα και τα υψηλά ποσοστά γεννήσεων έχουν πέσει δραματικά, φτάνοντας από τα 7 παιδιά ανά γυναίκα της δεκαετίας του 1960 στα 2,21 σήμερα…