«Σχέσεις όπως αυτή της Γερμανίας με την Τουρκία μπορούν να αντέξουν και θα αντέξουν και διαφορές απόψεων», τόνισε ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ. Σημείωσε ωστόσο ότι μετά την χθεσινή ψηφοφορία στο ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, όπου αναγνωρίστηκε η Γενοκτονία των Αρμενίων, δεν υπήρξε επικοινωνία μεταξύ της Καγκελαρίου και της τουρκικής ηγεσίας, ενώ κάλεσε την ‘Αγκυρα και το Ερεβάν να εντατικοποιήσουν την προσπάθεια για πολιτική συνεννόηση.
«Η σχέση μεταξύ της Γερμανίας και της Τουρκίας είναι πολύ ευρεία και βαθιά. Είμαστε στενοί σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, οι οικονομίες μας είναι συνδεδεμένες, η Τουρκία είναι υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Γερμανία ζουν μαζί μας εκατομμύρια άνθρωποι με τουρκικές ρίζες- σε πολλές περιπτώσεις ως Γερμανοί. Επιπλέον, συνεργαζόμαστε πολύ στενά και στο προσφυγικό θέμα, στο πνεύμα κοινού συμφέροντος και επιμερισμού των βαρών. Σχέσεις τέτοιου είδους μπορούν να αντέξουν και θα αντέξουν και διαφορές απόψεων», τόνισε ο κ. Ζάιμπερτ και, αναφερόμενος ειδικά στους πολίτες με τουρκικές ρίζες που ζουν στην Γερμανία, επανέλαβε ότι «ανεξαρτήτως του αν διαθέτουν γερμανική υπηκοότητα ή όχι, είναι και παραμένουν μέρος της χώρας μας», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι «μέρος της χώρας μας είναι και ένας δημοκρατικός πολιτισμός, στον οποίο υπάρχουν και διαμάχες, στο πλαίσιο των οποίων μπορούν ασφαλώς να εκφραστούν απόψεις με διαφορετικό και ειρηνικό τρόπο».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το τι προτίθεται να κάνει η γερμανική κυβέρνηση προκειμένου «να παροτρύνει την Τουρκία να αναλάβει δράση για την συμφιλίωση» με την Αρμενία, όπως αναφέρεται στο χθεσινό ψήφισμα, ο γερμανός εκπρόσωπος σημείωσε ότι για το Βερολίνο το συγκεκριμένο θέμα έχει ιδιαίτερη σημασία – και όχι μόνο μετά την απόφαση της Bundestag.
«Θέλουμε να συνεχίσουμε την προσπάθεια ώστε να υπάρξει διάλογος μεταξύ Τουρκίας και Αρμενίας. Αναγνωρίζουμε ότι η τουρκική πλευρά τα τελευταία χρόνια έχει κάνει ήδη κάποια πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά παραμένει και η έκκλησή μας και προς τις δύο πλευρές να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες για πολιτική συνεννόηση, π.χ. μέσω μιας Επιτροπής Ιστορικών, όπως πρότεινε η Τουρκία. Εμείς αυτό θα το προωθήσουμε μέσω όλων των διαύλων που διαθέτουμε», πρόσθεσε. Ήδη, όπως έσπευσε να προσθέσει η αναπληρώτρια εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Σαουσάν Σέμπλι, βρίσκονται σε εξέλιξη ανάλογα προγράμματα, τα οποία στηρίζονται οικονομικά από την γερμανική κυβέρνηση.
Η ίδια, κληθείσα να εκτιμήσει αν η Άγκυρα θα κλιμακώσει τις αντιδράσεις της, δήλωσε ότι οι ως τώρα ενέργειες είναι παρόμοιες με τις αντιδράσεις σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπως π.χ. της Αυστρίας και του Λουξεμβούργου.
«Προσδοκία μας παραμένει να μην υπάρξουν υπερβολικές αντιδράσεις», τόνισε, αλλά πρόσθεσε ότι δεν είναι σε θέση να προβλέψει ούτε τις ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης ούτε το πότε θα επιστρέψει στο Βερολίνο ο τούρκος πρέσβης που ανεκλήθη χθες στην πατρίδα του για διαβουλεύσεις. «Λόγω και των πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων τουρκικής καταγωγής που ζουν στη χώρα μας, έχουμε τη μεγάλη ελπίδα ότι δεν θα οδηγηθούμε σε περαιτέρω επιβάρυνση των σχέσεων. Βασιζόμαστε επίσης και στο γεγονός ότι αυτό που χτίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες είναι τόσο γερό ώστε δεν μπορεί να κλονιστεί», δήλωσε. Σχολιάζοντας μάλιστα τις δηλώσεις του τούρκου Πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ ότι «οι γερμανοτουρκικές σχέσεις δεν θα επιδεινωθούν ριζικά», η κυρία Σέμπλι εξέφρασε την ελπίδα ότι «μπορεί να είναι μια ένδειξη ότι και η Τουρκία βασίζεται στο γεγονός ότι οι σχέσεις με την Γερμανία είναι τόσο καλές και στενές και έτσι θα παραμείνουν».