Ένας ισραηλινός σχολιαστής στρατιωτικών θεμάτων διακόπτει την εκπομπή του και μονολογεί: Ανησυχώ μ’ αυτό που συμβαίνει στο Ισραήλ, λέει, πιστεύω ότι τα παιδιά μου πρέπει να φύγουν.
Ο πρώην πρωθυπουργός Εχούντ Μπαράκ προειδοποιεί για «τους σπόρους του φασισμού». Ο Μοσέ Άρενς, που υπηρέτησε τρεις φορές ως υπουργός Άμυνας, βλέπει ένα σημείο καμπής για την ισραηλινή πολιτική και περιμένει ότι θα προκληθεί ένας «πολιτικός σεισμός».
Οι πέντε τελευταίες ημέρες έχουν προκαλέσει σάλο στην ισραηλινή πολιτική, αφότου ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου γύρισε αναπάντεχα την πλάτη σε μια συμφωνία για την είσοδο της κεντροαριστεράς στον συνασπισμό του και προχώρησε αντίθετα σε συμφωνία με τον ακροδεξιό εθνικιστή Αβίγκντορ Λίμπερμαν, έναν από τους σφοδρότερους επικριτές του.
Ο Λίμπερμαν, ένας έποικος στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, θέλει να γίνει υπουργός Άμυνας. Έτσι την Παρασκευή, ο πρώην σύμμαχος και έμπιστος του Νετανιάχου, ο υπουργός Άμυνας Μοσέ Γιααλόν, παραιτήθηκε και αποχώρησε αγανακτισμένος από το κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου.
Έπειτα από το σαββατοκύριακο που είχαν στη διάθεσή τους για να χωνέψουν τις εξελίξεις, οι οποίες αναμένεται να οριστικοποιηθούν σήμερα με μια συμφωνία ανάμεσα στον Νετανιάχου και τον Λίμπερμαν για τον σχηματισμό της πιο δεξιάς κυβέρνησης που είχε ποτέ το Ισραήλ στην 68ετή ιστορία του, οι σχολιαστές προσπαθούν να θέσουν τις εξελίξεις σ’ ένα πλαίσιο και διαπιστώνουν πως ανησυχούν.
Ο Άρενς, ο οποίος έχει υπηρετήσει ως υπουργός Άμυνας, υπουργός Εξωτερικών και πρεσβευτής στις ΗΠΑ, και είναι ένας από τους πρώτους πολιτικούς μέντορες του Νετανιάχου, δήλωσε πως οι μηχανορραφίες θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις.
«Η αποπομπή του Γιααλόν θα είναι πιθανόν ένα σημείο καμπής στην πολιτική ιστορία του Ισραήλ», έγραψε στην αριστερή εφημερίδα Haaretz. «Επίκειται ένας πολιτικός σεισμός. Μπορεί να πάρει λίγο χρόνο, αλλά έρχεται. Ο νόμος των απρόβλεπτων συνεπειών βρίσκεται σε λειτουργία».
Η απόφαση να αποπεμφθεί ο Γιααλόν για χάρη του Λίμπερμαν πήγαινε πολύ για τον Ρόνι Ντάνιελ, βετεράνο σχολιαστή στρατιωτικών υποθέσεων στο Δεύτερο Κανάλι της ισραηλινής τηλεόρασης.
«Δεν μπορώ να ζητήσω από τα παιδιά μου να μείνουν εδώ, επειδή είναι ένα μέρος στο οποίο δεν είναι ωραίο να βρίσκεσαι», είπε στον μονόλογό του και προχώρησε κατονομάζοντας έναν αριθμό ακροδεξιών πολιτικών.
«Εχθρική εξαγορά»
Φέρνοντας στον κυβερνητικό συνασπισμό του το κόμμα Γισραέλ Μπεϊτένου (Ισραήλ Το Σπίτι Μας) του Λίμπερμαν, ο Νετανιάχου ενισχύει τη δύναμή του σε 67 έδρες, από τις 61 που είχε στο 120μελές κοινοβούλιο.
Η πολιτική του Λίμπερμαν –υποστήριξη του εποικισμού, δυσπιστία έναντι των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, σκληρή στάση έναντι των Παλαιστινίων– ταιριάζει πολύ καλύτερα στον Νετανιάχου και τους δεξιούς εταίρους του απ’ ό,τι θα ταίριαζε η κεντροαριστερά.
Όμως έτσι παύει να υπάρχει οποιαδήποτε διαφορετική φωνή στην κυβέρνηση, ενώ το πρόσωπο που αναλαμβάνει το υπουργείο Άμυνας –το σημαντικότερο στο Ισραήλ μετά το πρωθυπουργικό χαρτοφυλάκιο– είναι ένας πολίτης με μικρή στρατιωτική εμπειρία.
Σε μια περίοδο που η διοίκηση των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων βρίσκεται ήδη σε διάσταση με την κυβέρνηση σχετικά με πολιτικές τις οποίες θεωρεί υπερβολικά σκληροπυρηνικές, ο διορισμός του Λίμπερμαν κινδυνεύει να δημιουργήσει περισσότερη ένταση ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία και τον στρατό. Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη βρίσκονται επίσης στα όριά τους.
«Αυτό που συνέβη είναι μια εχθρική εξαγορά της ισραηλινής κυβέρνησης από επικίνδυνα στοιχεία», δήλωσε στο Κανάλι 10 της ισραηλινής τηλεόρασης το Εχούντ Μπαράκ, ο περισσότερο παρασημοφορημένος στρατιώτης του Ισραήλ και πρώην υπουργός Άμυνας, αφού είχε διατελέσει προηγουμένως πρωθυπουργός.
Το Ισραήλ έχει «μολυνθεί από τους σπόρους του φασισμού», δήλωσε προσθέτοντας ότι «θα πρέπει να υπάρξει συναγερμός για όλους μας σχετικά μ’ αυτά που συμβαίνουν στην κυβέρνηση».
Ο Νετανιάχου επεδίωξε να κατευνάσει τις αυξανόμενες επικρίσεις δίνοντας χθες Κυριακή μια συνέντευξη Τύπου, στην οποία είπε ότι ελέγχει την κατάσταση και ότι έχει στην καρδιά του τα συμφέροντα του έθνους.
«Φροντίζω για το μέλλον της χώρας. Το έχω αποδείξει αυτό ως πρωθυπουργός. Ακούω πολλές φωνές, στην πολιτική λέγονται πολλά πράγματα», δήλωσε.
«Τελικά όμως ο πρωθυπουργός είναι αυτός που τα διευθύνει όλα, μαζί με τον υπουργό Άμυνας, με τον προσωπάρχη και προφανώς δεν έχω κάνει τόσο κακή δουλειά τα χρόνια που είμαι πρωθυπουργός».
Μερικοί σύμμαχοι έσπευσαν να υπερασπιστούν τον Νετανιάχου λέγοντας ότι ο διορισμός του Λίμπερμαν ήταν μια σωστή απόφαση και ότι θα προσφέρει «φρέσκια σκέψη» ως υπουργός Άμυνας, αλλά τα σχόλια επικεντρώνουν στην ευρύτερη κατεύθυνση που παίρνει το Ισραήλ.
Μια δεκαετία στην εξουσία
Ο Νετανιάχου βρίσκεται στην εξουσία περισσότερο από 10 χρόνια, κατανεμημένα σε τέσσερις θητείες. Στο διάστημα αυτό η ισραηλινή πολιτική κινήθηκε σταθερά προς τα δεξιά, με τον συνασπισμό του να εξαρτάται τώρα από την υποστήριξη ορθόδοξων θρησκευτικών και υπερεθνικιστικών κομμάτων.
Δεν έχει υπάρξει πρόοδος στις προσπάθειες για τη διαπραγμάτευση μιας ειρήνης με τους Παλαιστινίους, καθώς ο Νετανιάχου υποστηρίζει ότι ο παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς δεν είναι ο σωστός εταίρος επειδή απορρίπτει το αίτημα του Ισραήλ να το αναγνωρίσει ως εβραϊκό κράτος.
Ταυτόχρονα συνεχίζεται ακάθεκτα η οικοδόμηση ισραηλινών οικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και την προσαρτημένη Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Οι σχέσεις ανάμεσα στο Ισραήλ και της ΗΠΑ, τον στενότερο σύμμαχό του, έχουν ενταθεί, με τον αντιπρόεδρο Τζο Μπάιντεν να δηλώνει τον περασμένο μήνα ότι η αμερικανική κυβέρνηση «κατακλύζεται από απογοήτευση» όσον αφορά την ισραηλινή κυβέρνηση.
Για τον Ντάνιελ, ο οποίος θεωρείται δεξιός, κάτι έχει αλλάξει θεμελιωδώς.
«Τελείωσε. Δεν θα πείσω τα παιδιά μου. Θα αποφασίσουν αυτά πού θέλουν να ζήσουν. Αυτό που μου φαινόταν κάποτε τρομερή τραγωδία, σήμερα δεν μου φαίνεται πια», λέει.