Το 1965, η βρετανική κυβέρνηση εμπόδισε το BBC από τη μετάδοση της ταινίας «The War Game», ενός ψευδο-ντοκιμαντέρ που είχε παραγγείλει, το οποίο απεικόνιζε με λεπτομέρεια τις συνέπειες μιας πυρηνικής επίθεσης στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η ταινία, σύμφωνα με την κυβέρνηση, ήταν απλώς υπερβολικά «τρομακτική» για το κοινό. Δύο δεκαετίες αργότερα, το «The War Game» προβλήθηκε τελικά, λίγο πριν από την κυκλοφορία της ταινίας του 1984 «Threads», η οποία, απεικονίζοντας τις συνέπειες μιας πυρηνικής επίθεσης στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήταν η πρώτη ταινία που ασχολήθηκε με την επιστημονική πραγματικότητα του πυρηνικού χειμώνα.
Όπως αναφέρει ο αρθρογράφος του Guardian, «όταν ήμουν 11 ετών, είχα εφιάλτες για εβδομάδες μετά την προβολή ενός τρέιλερ για μια ταινία πυρηνικής αποκάλυψης με τον τίτλο “The Sum of All Fears”, το οποίο προηγήθηκε της κινηματογραφικής προβολής του “The Fellowship of the Ring”. Οι Ναζγκούλ ήταν ανατριχιαστικοί, φυσικά, αλλά δεν ανήκαν στον πραγματικό κόσμο, σε αντίθεση με τα πυρηνικά όπλα. Τον Ιανουάριο, ήρθα αντιμέτωπος με το “The War Game” σε μια έκθεση για την Πυρηνική Εποχή στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού. Ολοκλήρωσα την έκθεση σχεδόν σιωπηλά. Μία εβδομάδα αργότερα, παρακολούθησα το “Threads”, το οποίο μου κατέστρεψε το υπόλοιπο απόγευμα».
«Και οι δύο ταινίες είναι από τις πιο σκοτεινές που έχω δει ποτέ, μπορούν να προκαλέσουν εφιάλτες σε κάθε ενήλικα. Είναι ενδεικτικό ότι οι λέξεις δεν αρκούν για να περιγράψουν τη δύναμη των εικόνων τους, που αποκαλύπτουν τη μάταιη αγριότητα που θα κατέστρεφε την υγειονομική περίθαλψη, τη γεωργία και ακόμη και την ίδια τη γλώσσα, για τις διανοητικά κατεστραμμένες, παραμορφωμένες και αγράμματες γενιές που θα επιβίωναν μέσα σε μια συλλογική μη-ζωή», τονίζει ο αρθρογράφος.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ο κόσμος γλίτωσε παρά τρίχα από αυτή τη μοίρα περισσότερες από μία φορές. Δύο περιστατικά ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Το 1962, κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων στην Κούβα, ο 36χρονος Βασίλι Αρχίποφ, ανώτερος αξιωματικός σε ένα σοβιετικό υποβρύχιο, απέτρεψε μια πυρηνική σύγκρουση, όταν οι δύο συνάδελφοί του διοικητές θεώρησαν ότι οι μη θανατηφόρες βόμβες βυθού που εκρήγνυντο γύρω τους σήμαιναν την έναρξη πολέμου. Το 1983, ο σοβιετικός αξιωματικός, Στανισλάβ Πετρόφ, αρνήθηκε να πιστέψει ότι μια προειδοποίηση εκτόξευσης που εμφανιζόταν σε ένα ραντάρ ήταν πραγματικά μια αμερικανική πρώτη επίθεση και απλώς αποφάσισε να μην αναφέρει το περιστατικό στην ανώτερη διοίκηση.
Μία δεκαετία αργότερα, το 1994, η Ουκρανία, η οποία διέθετε το τρίτο μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο, παραιτήθηκε από τα πυρηνικά της όπλα στο πλαίσιο μιας πλήρους αποπυρηνικοποίησης. Το έκανε με αντάλλαγμα εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Ρωσία. Η προδοσία της Ουκρανίας από τον Ντόναλντ Τραμπ (ή, ακόμη χειρότερα, η ενεργή υπονόμευσή της μέσω της αποκοπής της από τη διαμοίραση πληροφοριών) και η εν εξελίξει αναπροσαρμογή των ΗΠΑ προς τους γεωστρατηγικούς στόχους του Βλαντίμιρ Πούτιν εγγυώνται ότι κανένα κράτος δεν θα κάνει ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο στο μέλλον.
Για μήνες, χάρτες που κυκλοφορούν στη «MAGA-σφαίρα» έχουν δείξει ξεκάθαρα ποιο είναι το όραμα του καθεστώτος Τραμπ για τον κόσμο και ποιος είναι ο στόχος του. Είναι ένα όραμα που ο Τραμπ δεν έχει προσπαθήσει ιδιαίτερα να κρύψει. Σαν να παίζουν το επιτραπέζιο παιχνίδι «Risk», έχουν αποφασίσει ότι η «νικητήρια στρατηγική» είναι να κατακτήσουν και να ελέγξουν τη Βόρεια Αμερική. Το πρώτο οικονομικό χτύπημα έχει ήδη δοθεί με στόχο να γίνει ο Καναδάς η «51η πολιτεία» και κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο Κογκρέσο, ο Τραμπ ήταν εξίσου σαφής ότι η Γροιλανδία και η Διώρυγα του Παναμά θα είναι οι επόμενοι στόχοι.
Η σκοτεινή τους άποψη είναι ότι μια ιμπεριαλιστική Αμερική θα κάνει ό,τι θέλει στη δική της γωνιά του κόσμου, όπως και η Κίνα και η Ρωσία στις δικές τους. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι ένας ειδικός στόχος της εχθρότητας και της αρπακτικότητάς τους, επειδή αντιπροσωπεύει όλα όσα φαίνεται να θέλουν να καταστρέψουν: το κράτος δικαίου, τους περιορισμούς στην εξουσία, την ισότιμη κυριαρχία των μικρών κρατών, τη διακυβέρνηση ως ανάχωμα κατά της διαφθοράς και τη συλλογική δράση για την αντιμετώπιση των οικολογικών και κλιματικών κρίσεων.
Καθώς οι ΗΠΑ υπό τον Τραμπ διολισθαίνουν ταχύτατα προς τον αυταρχισμό και την εχθρότητα απέναντι στους πρώην συμμάχους τους, η λογική συνέπεια όσον αφορά τα πυρηνικά όπλα είναι προφανής. Η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Αυστραλία και ο Καναδάς έχουν σαφείς λόγους να τα αποκτήσουν, ενώ, αν το Ιράν φτάσει στο σημείο της πυρηνικής ικανότητας, η Σαουδική Αραβία θα ακολουθήσει γρήγορα.
Οι ηγέτες της Ευρώπης φαίνεται να κατανοούν τη σοβαρότητα αυτής της στιγμής. «Θέλω να πιστεύω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παραμείνουν στο πλευρό μας, αλλά πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το αντίθετο», δήλωσε ο Εμανουέλ Μακρόν σε τηλεοπτικό διάγγελμα. Ο Μακρόν άνοιξε την πόρτα στην ιδέα ενός «ευρωπαϊκού» πυρηνικού αποτρεπτικού μηχανισμού.
Το αποτέλεσμα της πολιτικής του Τραμπ: ο κόσμος θα ξαναεξοπλιστεί. Και αν δεν βρεθεί ισορροπία, θα υπάρξει πόλεμος.