Ο Χαμζέχ Ταμπάς περπατά κάθε μέρα μέχρι τα σύνορα με την Αίγυπτο από τη σκηνή του στη Γάζα για να «πιάσει» σήμα το κινητό του τηλέφωνο και να μπορέσει να στείλει ηχητικά μηνύματα σε αγαπημένους του, από τους οποίους έχει χωριστεί λόγω του πολέμου, με την ελπίδα ότι θα ακούσει και αυτός τα δικά τους νέα.
«Ένα μήνυμα ξανανιώνει την ψυχή», λέει.
Οι περισσότεροι από τα 2,3 εκατ. κατοίκων της Γάζας εγκατέλειψαν τα σπίτια τους εν μέσω σφοδρών ισραηλινών βομβαρδισμών και χερσαίας επίθεσης και έχουν διασκορπιστεί σε καταυλισμούς όπου για να μάθουν νέα από τους αγαπημένους τους βασίζονται σε ένα διαλυμένο δίκτυο τηλεφωνίας.
Με το τοπικό τηλεπικοινωνιακό δίκτυο να είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου εκτός λειτουργίας, ιδιαίτερα στο βόρειο και κεντρικό τμήμα του παλαιστινιακού θύλακα, πολλοί, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, προσπαθούν να συνδεθούν με το αιγυπτιακό δίκτυο πηγαίνοντας δίπλα στα σύνορα.
«Μητέρα, τι κάνεις; Ελπίζω να είσαι καλά. Τα πράγματα είναι μια χαρά εδώ. Ήθελα να σε καθησυχάσω. Μην ανησυχείς», δήλωσε ο Ταμπάς, καταγράφοντας το σύντομο ηχητικό του μήνυμα και κρατώντας ψηλά στο αέρα το κινητό του για να μπορέσει να το αποστείλει.
Η οικογένεια είναι από τη Χαν Γιούνις αλλά χωρίστηκε όταν το Ισραήλ άρχισε να εστιάζει την επίθεσή του στην πόλη, τη μεγαλύτερη στον θύλακα, με τον Ταμπάς να κατευθύνεται προς τη Ράφα και τη μητέρα του να μένει στο σπίτι της οικογένειας.
Οι συγκρούσεις και η καταστροφή στη Χαν Γιούνις έχουν ενταθεί τις τελευταίες ημέρες και αυτοί που έχουν ακόμα συγγενείς στο σημείο τρέμουν για την ασφάλειά τους.
Εκτός από τον Ταμπάς, σε αυτό το μικρό ύψωμα δίπλα στον πρώτο συνοριακό φράκτη με αγκαθωτό σύρμα με την Αίγυπτο, υπήρχαν κι άλλοι άνθρωποι, καθισμένοι στην άμμο, πληκτρολογώντας γραπτά μηνύματα, και περπατώντας πάνω-κάτω ενώ μιλούν ή κρατούν τα κινητά τους ψηλά στον αέρα αναζητώντας σήμα.
Οι λευκές σκηνές των εκτοπισμένων εκτείνονται από κάτω τους προς τη Ράφα και πιο πέρα, στον κατεστραμμένο θύλακα.
Η επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα πυροδοτήθηκε από την εισβολή της Χαμάς τις 7 Οκτωβρίου στο νότιο τμήμα της χώρας, σκοτώνοντας 1.200 ανθρώπους σε ισραηλινές πόλεις και αρπάζοντας 240 ομήρους που μετέφεραν πίσω στη Γάζα.
Η ισραηλινή επίθεση στην ελεγχόμενη από τη Χαμάς Γάζα έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 27.000 ανθρώπους σύμφωνα με τις υγειονομικές αρχές εκεί και έχει καταστρέψει ολόκληρες εκτάσεις με κατοικίες και δημόσιες υποδομές, εκτοπίζοντας το 85% του πληθυσμού.
Το δίκτυο τηλεφωνίας της Γάζας, το οποίο διαχειρίζεται ο τοπικός πάροχος Paltel, έχει αναφέρει πάνω από 10 περιπτώσεις ολικής κατάρρευσης της παροχής υπηρεσιών από τις 7 Οκτωβρίου –η πιο πρόσφατη στα τέλη Ιανουαρίου– τις οποίες αποδίδει στην ισραηλινή επίθεση. Ακόμα και όταν το δίκτυό του είναι εν μέρει σε λειτουργία, η εταιρία λέει ότι δυσκολεύεται να παρέχει υπηρεσίες σε πολλές περιοχές λόγω των συγκρούσεων.
«Κλαίω για την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε»
Καθισμένη δίπλα στον συνοριακό φράκτη, με την αγωνία γραμμένη στο πρόσωπό της, η Μαριάμ Οντέχ είπε ότι και εκείνη είχε χωριστεί από μέλη της οικογένειάς της που παρέμειναν στη Χαν Γιούνις.
«Θέλουμε να επικοινωνήσουμε με τους συγγενείς μας, να τους καθησυχάσουμε και να τους πούμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Τι να πω; Κλαίω για την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε», δήλωσε.
«Κάθε μέρα ερχόμαστε στα σύνορα με την Αίγυπτο για να τηλεφωνήσουμε στους συγγενείς μας διότι όταν τηλεφωνούν εκείνοι δεν υπάρχει σύνδεση, ακόμα και στη Ράφα. Όταν μας τηλεφωνούν δεν μπορούν να συνδεθούν», δήλωσε. «Τους τηλεφωνούμε για να τους καθησυχάσουμε για εμάς, ότι είμαστε ζωντανοί».
Παραδίπλα, ο Άχμεντ Αμπού Ντάκα πληκτρολογεί ένα μήνυμα στο κινητό του. Έχει κάνει μεγάλο δρόμο από τη σκηνή του μέσα στην άμμο και στο ύψωμα αυτό όπου είναι προσβάσιμη η σύνδεση σε αιγυπτιακό δίκτυο.
«Η σύνδεση με το ίντερνετ είναι πραγματικά αδύναμη. Μερικές φορές περιμένεις για ώρες για να στείλεις ένα μήνυμα», δήλωσε.
«Περιμένω πολύ, κάποιες φορές μια ολόκληρη ώρα, αναμένοντας ένα μήνυμα από την οικογένεια και τους συγγενείς που έχουν εγκλωβιστεί στο νοσοκομείο Νάσερ, για να μάθω γι’ αυτούς. Περιμένουμε ώρες για να μάθουμε για αυτούς, να τσεκάρουμε ότι είναι καλά και να μάθουμε για τον κίνδυνο που διατρέχουν», είπε.