Τις τελευταίες ημέρες, το κοινό παρακολουθεί– όχι χωρίς διάθεση να κοιτάξει μέσα από την κλειδαρότρυπα τη ζωή ενός γνωστού προσώπου- τις αποκαλύψεις στο θέμα της διαρροής πορνογραφικού υλικού πρώην συντρόφου του Στάθη Παναγιωτόπουλου (συνεργάτη μέχρι πρότινος της εκπομπής «Ράδιο Αρβύλα»). Στην πραγματικότητα, η κοινωνία γνωρίζει πολύ καλά περί τίνος πρόκειται ενώ κάποιο κομμάτι της έχει βιώσει στο πετσί της τον τρόμο της δημοσίευσης προσωπικού υλικού άλλα έμεινε φοβισμένο και σιωπηλό. Ένας βασικός λόγος γι’ αυτό, είναι ο τρόπος που (δεν) επιλύεται αποφασιστικά το ζήτημα στη χώρα μας.
Από την παιδική ηλικία τα αγόρια στο χορό του revenge porn
«Έχουμε δει περιπτώσεις όπου μεγάλος αριθμός μαθητών ενός σχολείου εμπλέκεται στην κατοχή υλικού πορνογραφίας ανηλίκων» μας έλεγε πριν από λίγο καιρό, ο Αλέξανδρος Βασιλαράς, εξεταστής ψηφιακών πειστηρίων και επικεφαλής στο ομότιτλο τμήμα της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών. Σύμφωνα με τον ίδιο, η εκδικητική πορνογραφία «κατεβάζει» διαρκώς την ηλικία των αντρών που ασκούν αυτό το έγκλημα, πολλές φορές χωρίς να καν να καταλαβαίνουν τι διαμείβεται. Όπως μας εξηγούσε ο ίδιος: «Στην προσπάθεια τους τα αγόρια να κερδίσουν λ.χ. περισσότερο πορνογραφικό υλικό εκβιάζουν και στη συνέχεια προσπαθούν να διασύρουν το θύμα, συνήθως μια συμμαθήτρια τους. Δυστυχώς, τα μικρότερα αγόρια που το πράττουν το βλέπουν σαν παιχνίδι». Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι παραπάνω υποθέσεις αυξήθηκαν, με βασικό λόγο ότι τα παιδιά περνούσαν πολύ χρόνο μπροστά από οθόνες με αποτέλεσμα να «εθιστούν» στην ηλεκτρονική συνομιλία και στην ανταλλαγή υλικού.
Μια παρόμοια εικόνα δίνει τώρα στο Newsbeast ο Γιώργος Κορμάς, εκπρόσωπος του «Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου». Όπως μας λέει ο ίδιος, το ζήτημα της εκδικητικής πορνογραφίας απασχολεί τον φορέα αρκετά χρόνια τώρα. Ο ίδιος μας δίνει την μεγάλη εικόνα του ζητήματος: «Στην γραμμή βοήθειας του ΕΚΑΔ έχουμε ήδη δεχθεί δεκάδες καταγγελίες με θύματα ανήλικες και ενήλικες. Η αμεσότητα που παρέχει το διαδίκτυο στους χρήστες μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί σε μια διακοπή σχέσης ως μέσο εκδίκησης. Ο θυμός, το αίσθημα προδοσίας, κτητικά συναισθήματα τροφοδοτούν την εκδικητική πορνογραφία. Φωτογραφίες, βίντεο, συνομιλίες, κλίσεις ηχογραφημένες μπορούν να αναρτηθούν ή να διανεμηθούν σε γνωστούς και αγνώστους. Η απόγνωση των θυμάτων φτάνει μέχρι και στον αυτοκτονικό ιδεασμό και δυστυχώς έχουν γίνει στην χώρα μας και απόπειρες αυτοκτονίας».
Στοιχεία που σοκαρούν για τα παιδιά και την κουλτούρα της ανάρτησης και αποστολής πολλών φωτογραφιών
Σύμφωνα με τον κο Κορμά, τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά στην ομάδα των παιδιών και των εφήβων. Εδώ, οι διαρροές και οι απειλές για δημοσίευση «οργανώνονται» γύρω από το sexting. «Στην γραμμή βοήθειας help-line του ΕΚΑΔ (2106007686) τα αιτήματα για επίλυση προβλημάτων γύρω από το sexting, έχουν περάσει στην δεύτερη θέση πίσω από τα αιτήματα των γονέων για κατάχρηση του διαδικτύου από τα παιδιά τους. Η αποστολή γυμνών φωτογραφιών στο πλαίσιο μια σχέσης έχει γίνει συνήθεια σε πολλούς έφηβους. Ένας στους δύο μιλάει στο διαδίκτυο με αγνώστους και ένας στους πέντε συναντιέται στη συνέχεια με αυτούς. Σύμφωνα με τα στοιχεία μας, το 20% των έφηβων κάποια στιγμή θα πέσει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης. Αν όλα αυτά τα στοιχεία συνδεθούν με την φύση των κοινωνικών δικτύων που ουσιαστικά “εκπαιδεύουν” τα παιδιά στο να αναρτούν συνέχεια φωτογραφίες και video (tik tok, instagram κλτ) και σε συνδυασμό και με την απουσία μαθήματος σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, γίνεται από όλους κατανοητό ότι τα παιδιά στο περιβάλλον των κοινωνικών δικτύων που μεγαλώνουν, εύκολα μπορούν να παρασυρθούν και να στείλουν φωτογραφίες στο πλαίσιο του πειραματισμού, της παρόρμησης και της ερωτικής σχέσης».
Ο κος Κορμάς, λέει πως αυτό που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση στα μέλη του κέντρου που επισκέπτονται τα σχολεία, είναι πως τα παιδιά δυσκολεύονται πολύ να αντιληφθούν τους λόγους που κάποιος που εμπιστεύονται μπορεί κάποια στιγμή να κυκλοφορήσει προσωπικό τους υλικό. «Πολλές φορές έχουμε ακούσει τους έφηβους να αναφέρουν ότι εφόσον το θύμα έστειλε την φωτογραφία του, αυτό έχει την ευθύνη και όχι αυτοί που το διακινούν… Βλέπουμε εκ των υστέρων, ότι τα παιδιά που είναι τα θύματα, μη μπορώντας να διαχειριστούν τέτοιες καταστάσεις, φτάνουν σε απόγνωση και σε πραγματικά κρίσιμες και για την ίδια τους την ζωή καταστάσεις».
Δυστυχώς, σύμφωνα με τις έρευνες του ΕΚΑΔ, τα παιδιά δεν μιλούν στους γονείς τους για ο, τι τους συμβαίνει, είτε γιατί φοβούνται τις αντιδράσεις των τελευταίων, είτε γιατί ντρέπονται, είτε γιατί νιώθουν πως δεν θα μπορούν να τα βοηθήσουν. Ο κος Κορμάς καταλήγει στο εξής: «Τα παιδιά θα πρέπει πρώτα να έχουν αναπτύξει αντιστάσεις, αξιακό σύστημα και να έχουν εκπαιδευτεί για το διαδίκτυο, πριν μπουν στα κοινωνικά δίκτυα».
Το revenge porn στα δικαστήρια: «Απλώς η κορυφή του παγοβούνου οι υποθέσεις που φτάνουν στη δικαιοσύνη»
Ο Διονύσης Χιόνης, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και Πρόεδρος του «Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος» μας εξηγεί σε αυτό το σημείο ποιοι είναι οι θύτες και πως «αντιλαμβάνεται» αυτό το έγκλημα ο νόμος. «Οι δράστες είναι στη συντριπτική πλειονότητα άνδρες, συνήθως συνδέονται ή συνδέονταν με τα θύματα με ερωτική σχέση και τις περισσότερες φορές κατέχουν το υλικό της μαγνητοσκόπησης ή της φωτογράφισης με τη συναίνεση των θυμάτων που ως επί το πλείστον είναι γυναίκες νεαρής ηλικίας, συχνά έως 30 ετών. Μάλιστα, δεν σπανίζουν πλέον οι περιπτώσεις που δράστες και θύματα δεν έχουν ενηλικιωθεί.
Από νομική άποψη, ελλείψει ειδικότερης διάταξης, το πλαίσιο που εφαρμόζεται ως προς την ποινική δίωξη παρόμοιων πράξεων εδράζεται κατά κύριο λόγο στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Τέτοια δεδομένα είναι κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα. Για την αξιόποινη πράξη αποθήκευσης προσωπικών δεδομένων προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους και για τη μετάδοση ή ανακοίνωση δεδομένων που αποκτήθηκαν με την επέμβαση με οποιονδήποτε τρόπο σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον ίδιο τον υπαίτιο, απειλείται φυλάκιση έως πέντε έτη».
Ο ίδιος μας αναφέρει και μια υπόθεση μη συναινετικής πορνογραφίας που απασχόλησε πρόσφατα την ελληνική Δικαιοσύνη σε επίπεδο Αρείου Πάγου, όπου ο κατηγορούμενος δημοσίευσε στο διαδίκτυο βίντεο με ερωτικές περιπτύξεις της παθούσας χωρίς τη συναίνεσή της. Σύμφωνα με τον κο Χιόνη, το δικαστήριο δέχθηκε ότι ήταν ορατό και ευδιάκριτο το σώμα και μέρος του προσώπου της εγκαλούσας, καθώς και η φωνή- στοιχεία που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του φυσικού προσώπου στο οποίο αναφέρονται (εικόνα προσώπου, συμπεριφορικά χαρακτηριστικά), με τα οποία επιβεβαιώθηκε η ταυτοποίηση της εγκαλούσας. Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος.
Ο κος Χιόνης μας λέει και αυτός με τη σειρά του, πως δυστυχώς, δεν είναι λίγες οι φορές που τα θύματα αποφεύγουν να καταγγείλουν τέτοιες παράνομες πράξεις, για λόγους που σχετίζονται μεταξύ άλλων με την ντροπή και τον φόβο που νιώθουν αλλά και με την υπερβολικά μακρόχρονη, ψυχοφθόρα και αβέβαιη έκβαση της ποινικής διαδικασίας. Το αποτέλεσμα; «Η μη αναφορά τέτοιων πράξεων στις Αρχές έχει ως συνέπεια τη διαμόρφωση ψευδών στατιστικών δεικτών εμφάνισης του εγκλήματος σε σχέση με τις πραγματικές του διαστάσεις, ορθά δε εκτιμάται ως υψηλός ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας της μη συναινετικής πορνογραφίας, όπως άλλωστε συμβαίνει συχνά και στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας. Συνεπώς, οι περιπτώσεις που οδηγούνται στη δικαιοσύνη είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου».
Σημειώνεται σε αυτό το σημείο πως μετά από την δημοσιότητα που έλαβε η υπόθεση του Στάθη Παναγιωτόπουλου, o Υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, τόνισε σε δηλώσεις του την περασμένη εβδομάδα πως εξετάζεται η αναβάθμιση του ποινικού χαρακτηρισμού των συγκεκριμένων πράξεων σε κακούργημα (από πλημμέλημα που θεωρείται σήμερα) και κατ’ επέκταση η αύξηση της επαπειλούμενης ποινής. «Υπάρχει μεγάλη ανάγκη επικαιροποίησης της νομοθέτησης ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα» σημείωσε χαρακτηριστικά ο ίδιος.
«Εντελώς χαοτικό αυτό το κυβερνοέγκλημα» λέει ο πρώην επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος
Πώς γίνεται όμως η «δουλειά» στο διαδίκτυο; Όπως μας εξηγεί ο Γιώργος Παπαπροδρόμου, Υποστράτηγος ε.α (πρώην διευθυντής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος) και ειδικός σε θέματα αντιμετώπισης Κυβερνοεγκλήματος, πρόκειται για ένα χαοτικό κυβερνοέγκλημα με προκλήσεις στην αντιμετώπισή του μέσα σε ένα ακόμα πιο χαοτικό διαδίκτυο.
Το υλικό μπορεί να διοχετεύεται σε προσωπικές σελίδες/κανάλι μέσα σε ένα γνωστό site πορνογραφικού περιεχομένου, όπως κατήγγειλε το θύμα του Στάθη Παναγιωτόπουλου, να ανταλλάσσεται ανάμεσα σε χρήστες στις πλατφόρμες των social media ή σε κλειστά-ιδιωτικά group στα social media αλλά και σε ειδικές πλατφόρμες ανταλλαγής φωτογραφιών όπως το chatpic.org. Τα πλοκάμια είναι πολλά. Όπως μας εξηγεί ο κος Παπαπροδρόμου: «Η διασυνδεδεμένη πραγματικότητα που συγκροτεί τον κυβερνοχώρο έχοντας χαοτικό χαρακτήρα κι έντονη πολυπλοκότητα δίνει την δυνατότητα σε κυβερνοεγκληματίες να έχουν πρόσβαση σε πλατφόρμες και εφαρμογές μέσα από τις οποίες στοχοποιούν και θυματοποιούν άτομα. Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο στη χώρα μας έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια μέσα από την ενσωμάτωση διεθνών συνθηκών και συμβάσεων, οδηγιών και κανονισμών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Γενικός Κανονισμός για τα Προσωπικά Δεδομένα και η Συνθήκη της Βουδαπέστης για το Κυβερνοέγκλημα, αλλά και ειδικότερες διεθνείς συμβάσεις και οδηγίες για την προστασία των ανηλίκων από την σεξουαλική εκμετάλλευση. Προφανώς όμως, ο δυναμικός χαρακτήρας του κυβερνοεγκλήματος επιβάλλει την επικαιροποίηση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου».
Πρέπει πια οι γυναίκες να αυτολογοκρίνονται;
Κλείνοντας αυτό το ρεπορτάζ θυμηθήκαμε την πιο χαρακτηριστική περίπτωση revenge porn στη χώρα μας. Η Λίνα Κοεμτζή έχασε τη ζωή της τον Νοέμβριο του 2016 στα 22 της χρόνια, όταν έπεσε στο κενό από τον 9ο όροφο της φοιτητικής εστίας του ΑΠΘ.
Η Λίνα είχε ποζάρει ημίγυμνη για ένα φίλο της φωτογράφο στα Γιαννιτσά απ’ όπου καταγόταν. Λίγο καιρό αργότερα, οι φωτογραφίες είχαν γίνει γνωστές σε όλη την (μικρή) περιοχή. Η φυγή της από την πόλη μόλις πέρασε στο Βιολογικό Τμήμα του ΑΠΘ την έφερε αντιμέτωπη με απειλές και εκβιασμούς από άτομα του πανεπιστημίου, τα οποία ισχυρίζονταν πως είχαν τις φωτογραφίες και θα τις δημοσιοποιούσαν.
Σε αυτό το σημείο αναρωτηθήκαμε αν θα έπρεπε τελικά οι γυναίκες με όλα αυτά τα περιστατικά που συμβαίνουν (θυμίζουμε και την πιο πρόσφατη περίπτωση της Ιωάννας Τούνη όπου μάλιστα δημιούργησε και το hashtag #MeKatheTouni) να αρχίσουν να αυτολογοκρίνονται και να σταματήσουν να συναινούν στη συμμετοχή τους σε τέτοιο υλικό ακόμα και αν πρόκειται για σύντροφο με τον οποίο είναι μαζί χρόνια και θεωρούν πως τον εμπιστεύονται απόλυτα.
Ο κος Χιόνης είναι κάθετα αντίθετος με αυτή την προοπτική. Όπως μας λέει ο ίδιος: «Είναι δικαίωμα κάθε ατόμου να διαμορφώσει όπως επιθυμεί την ερωτική του ζωή, ακόμα και να μαγνητοσκοπεί ή /και να φωτογραφίζει τις ιδιωτικές στιγμές του, με συναίνεση του άλλου μέρους και παράλληλα δικαίωμά του είναι να μη δημοσιοποιηθεί το σχετικό υλικό ενώπιον οποιουδήποτε τρίτου. Συνεπώς, η έλλειψη συναίνεσης καθιστά τη δημοσιοποίηση αυτού του υλικού ποινικό αδίκημα και βάναυση προσβολή προσωπικότητας του θύματος.
Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να ενισχυθεί η κουλτούρα καταγγελίας τέτοιων εγκλημάτων από τα θύματα και αυτό θα επιτευχθεί μεταξύ άλλων μέσω της ενδυνάμωσης των θυμάτων και της εκπαίδευσης της κοινωνίας τόσο σε επίπεδο δικαιωμάτων όσο και ενσυναίσθησης με απώτερο σκοπό την αλλαγή της περιρρέουσας παρωχημένης πατριαρχικής αντίληψης. Επειδή δε, η μη συναινετική πορνογραφία λαμβάνει σοβαρές διαστάσεις διεθνώς, είναι ώριμες οι συνθήκες, ώστε να ανοίξει και στη χώρα μας επιστημονικός διάλογος για την διαμόρφωση και την ενσωμάτωση ειδικής διάταξης στον ποινικό μας κώδικα στο κεφάλαιο περί εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας».
Στην ίδια κατεύθυνση περί συνολικής αλλαγής κουλτούρας είναι και η άποψη του κου Παπαπροδρόμου: «Η ανάπτυξη κουλτούρας Βιοηθικής ειδικότερα σε σχέση με τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών θα ήταν μια πολύ καλή αρχή, η οποία θα αναδεικνύει την ανθρωποκεντρική χρήση της τεχνολογίας».