«Όλα ξεκινούν από μια καταγγελία – σε κάποιο τοπικό τμήμα, στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, στην Υποδιεύθυνση Ανηλίκων της Ασφάλειας Αθηνών, στην εισαγγελία» ξεκινάει να περιγράφει στο Newsbeast ο Αλέξανδρος Βασιλαράς, εξεταστής ψηφιακών πειστηρίων και επικεφαλής στο ομότιτλο τμήμα, ένα από τα πιο νευραλγικά της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών.
Όπως συνεχίζει να μας εξηγεί τα στάδια εξάρθρωσης ενός από τα πιο βάρβαρα εγκλήματα που υπάρχουν- αυτά ενάντια στα παιδιά– ο ίδιος λέει: «Τα στοιχεία θα έρθουν λοιπόν σε εμάς από μια προανακριτική αρχή. Εμείς είμαστε αυτοί που θα εξετάσουμε το υλικό. Θα πρέπει να αποδείξουμε τι έχει γίνει πραγματικά με βάσει τα ψηφιακά δεδομένα, ποιοι και πόσοι συμμετέχουν. Το υλικό που θα προκύψει από την εξέταση είναι ο “σιωπηλός μάρτυρας”. Πολλές φορές ξεκινάμε από την καταγγελία ενός παιδιού και στη συνέχεια προκύπτουν και άλλα θύματα».
Τα θύματα, οι θύτες και η «διαγραφή» της κακοποίησης από τη μνήμη του παιδιού
Τα όσα περιγράφουν ο κος Βασιλαράς μαζί την Αστυνόμο Β’ Αμαλία Χαρίση, θυμίζουν σταδιακή κατάδυση μέχρι το τέρμα του σκοτεινού βυθού. Σύμφωνα με τους δύο αστυνομικούς-ερευνητές, η πλειονότητα των θυμάτων σε αυτό το έγκλημα με τα πολλά κεφάλια, είναι ανήλικες κοπέλες. Το ποσοστό των θυμάτων είναι 75% με 80% κορίτσια. Οι θύτες είναι άντρες, επίσης σε συντριπτικό βαθμό.
Οι δράστες γνωρίζουν πως τα παιδιά είναι πιο ευάλωτα. Ειδικά για τους έφηβους, ξέρουν πως πρόκειται για μια περίοδο αναζήτησης της σεξουαλικής ταυτότητας, κάτι που εκμεταλλεύονται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Interpol, όσο πιο μικρό σε ηλικία είναι ένα παιδί τόσο πιο κακοποιητική είναι η συμπεριφορά που θα δεχθεί. Το ότι δεν μπορούν να υπερασπιστούν καθόλου τον εαυτό τους είναι ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό.
Δυστυχώς, τα παιδιά καθυστερούν να καταγγείλουν την κακοποίησή τους. Πολλές φορές μάλιστα δεν θυμούνται καν πότε έχει ξεκινήσει, κάτι που σύμφωνα με πολλούς ειδικούς εξηγείται από το γεγονός ότι προσπαθώντας να επιβιώσουν μετά από αυτό που τους έχει συμβεί, «διαγράφουν» προσωρινά τα γεγονότα σε μια προσπάθεια άμυνας.
«Συνήθως το καταγγέλλουν την περίοδο της εφηβείας ή και αργότερα ενώ η κακοποίηση έχει ξεκινήσει καιρό νωρίτερα» λέει ο κος Βασιλαράς και συμπληρώνει: «Δεν μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση. Εδώ δεν μπορούν οι ενήλικες». «Έχουμε δει ότι σε αρκετές περιπτώσεις οι γονείς είναι απόντες», σημειώνει με τη σειρά της η κα Χαρίση – «Θυμάμαι περίπτωση με ένα αγοράκι να στέλνει μήνυμα σε δράστες: “ελάτε Σαββατοκύριακο σπίτι μου, θα λείπουν οι γονείς μου”».
Η διπλή προέλευση του εγκλήματος
Η παιδική σεξουαλική κακοποίηση, χωρίζεται σε δύο βασικές κατηγορίες – αυτή που κάνει κάποιος συγγενής ή οικείο πρόσωπο κι η ανώνυμη που διαδραματίζεται στο διαδίκτυο.
Όσον αφορά στο πορνογραφικό υλικό με παιδιά, σε μεγάλο ποσοστό οι δράστες αρέσκονται στο να το κατεβάζουν και να το παρακολουθούν χωρίς να προχωρούν στο επόμενο βήμα. Αυτό βέβαια από μόνο του συνιστά αδίκημα σοβαρό.
«Δυστυχώς, παιδιά βρίσκονται κι αυτά να κατέχουν παράνομο υλικό από έναν συνομήλικο τους, συνήθως μια συμμαθήτρια» λέει ο κος Βασιλαράς και συνεχίζει: «αυτά τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται ούτε το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν, ούτε την παράνομη πράξη που διαπράττουν. Δεν έχουν ιδέα για την ποινική διαδικασία που θα ακολουθήσει. Και είναι πολύ βασικό να την μάθουν, προκειμένου να γνωρίζουν τις συνέπειες των πράξεων τους, με αποτέλεσμα να περιοριστούν φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού “bullying” και εκδικητικής πορνογραφίας. Έχουμε δει περιπτώσεις όπου εμπλέκεται μεγάλος αριθμός μαθητών ενός σχολείου για κατοχή υλικού πορνογραφίας ανηλίκων. Ειδικά, στην εκδικητική πορνογραφία, στην προσπάθεια τους τα αγόρια να κερδίσουν λ.χ. περισσότερο υλικό εκβιάζουν και στη συνέχεια προσπαθούν να διασύρουν το θύμα. Δυστυχώς τα μικρότερα αγόρια που το πράττουν το βλέπουν σαν παιχνίδι».
Μάλιστα, σύμφωνα με τους ερευνητές κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι παραπάνω υποθέσεις αυξήθηκαν, με βασικό λόγο ότι τα παιδιά περνούσαν πολύ χρόνο μπροστά από οθόνες. «Εθίστηκαν και αυτά με έναν τρόπο στην ηλεκτρονική συνομιλία και στην ανταλλαγή υλικού» λέει ο κος Βασιλαράς και φέρνει στη μνήμη του μια υπόθεση με θύτη και θύμα, παιδιά: «Το 13χρονο αγόρι μιας οικογένειας θέλοντας να ζητήσει παράνομες φωτογραφίες από κορίτσια μικρότερης ηλικίας δεν δίστασε να στείλει γυμνές φωτογραφίες από τον δικό του, μικρότερο αδερφό, 11 ετών, την ώρα που εκείνος έκανε μπάνιο. Η ηλεκτρονική δραστηριότητα εντοπίστηκε από Αλλοδαπές Αρχές και στην συνέχεια ενημέρωσαν τις Αρμόδιες Αρχές της Χώρας».
Παιδιά που παγιδεύονται στα χέρια συγγενών και εκπαιδευτών
Η συγκεκριμένη είναι ίσως η πιο σκοτεινή πλευρά του εγκλήματος, αυτή που σε αφήνει βουβό όταν ακούς τι συμβαίνει. Σύμφωνα με τους δύο αστυνομικούς, τα παιδιά που έχουν καταγγείλει ότι βιντεοσκοπήθηκαν και κακοποιήθηκαν από κάποιον συγγενή τους, για παράδειγμα τον πατριό ή τον θείο τους, δεν είναι λίγα.
«Αυτό με τον θείο συμβαίνει πιο συχνά» λέει ο κος Βασιλαράς και συνεχίζει:«Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια υπόθεση με ένα θείο που είχε δύο ανιψιές και τις έπαιρνε στο εξοχικό μόνος του τα καλοκαίρια. Έτσι όπως άρχισα να βλέπω το υλικό από την κάρτα μνήμης της κάμερας, είδα αρχικά κάποια βίντεο που τα κοριτσάκια φορούσαν τα μαγιό τους. Στα πρώτα βίντεο, ήταν η μια ανιψιά του με μια φίλη της. Κάποια στιγμή του λέει: “αμάν ρε θείε, τι τραβάς;”. Άρχισα να σκέφτομαι τι άλλο ενδεχομένως θα επακολουθήσει.
Η καταγγελία ήταν η εξής – ένα ανήλικο κορίτσι τότε, βρέθηκε βρεγμένο επιστρέφοντας από μία βόλτα με τον Θείο του. Η μητέρα ρωτώντας επίμονα τι συμβαίνει δεν πήρε πειστικές απαντήσεις και προχώρησε σε καταγγελία, όπου αποκαλύφθηκε ότι ο θείος του κοριτσιού την είχε οδηγήσει σε ένα ερημικό σπίτι, την είχε ναρκώσει με σκόνη μέσα σε ρόφημα και προέβη σε ασελγείς πράξεις. Στο τέλος της έριξε νερό για να την ξυπνήσει από τη νάρκωση.
Προχωρώντας στα βίντεο φάνηκε ότι η μικρότερη αδελφή είχε πέσει κι αυτή στα δίχτυα του, από πολύ νωρίς μάλιστα. Έχει περάσει αρκετό χρονικό διάστημα και ακόμα θυμάμαι πως είδαμε ξετυλίγοντας το υλικό ότι ο θείος ξεκίνησε να πλησιάζει τα παιδιά στο κρεβάτι που κοιμόντουσαν, πως τους υπόσχονταν δώρα. Σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις που έχουν καταγγελθεί άτομα της οικογένειας, τα τελευταία, είναι συνέχεια με μια κάμερα στο χέρι και βγάζουν φωτογραφίες. Μιλάμε για χιλιάδες φωτογραφίες και βίντεο. Το κάνουν σαν στυλ παιχνιδιού και διασκέδασης, ότι είναι κοντά στα παιδιά. Αν ο δράστης έχει προετοιμάσει τόσο πολύ το έδαφος, στήνει κανονικά το κινητό και αρχίζει και τραβάει ασταμάτητα».
Σύμφωνα με τον κο Βασιλαρά, όταν οι δράστες αντιληφθούν ότι τους υποψιάζονται, τότε παίρνουν αντίμετρα για όλο αυτό το υλικό, διαγράφοντας το. «Σίγουρα όμως κάτι θα βρεθεί, δεν υπάρχει περίπτωση» λέει ο επικεφαλής του τμήματος ψηφιακών πειστηρίων και αρχίζει να εξιστορεί άλλη μια τραγική ιστορία – « Συνέβη πριν από μερικά χρόνια σε μια ελληνική παραθαλάσσια πόλη. Εκεί, ο δράστης αποφάσισε να νοικιάζει δωμάτια στο ξενοδοχείο του, όχι έναντι αμοιβής αλλά…. με αντάλλαγμα τα παιδιά. Προσέγγιζε ζευγάρια και τους έπειθε να του παραχωρούν τα παιδιά τους. Έκανε μάλιστα διαφήμιση σε πλατφόρμα διαδικτυακής επικοινωνίας λέγοντας: “εσείς δεν θα πληρώσετε τίποτα και τα παιδιά σας θα είναι μαζί μου“.
Μια μητέρα είπε πως σκέφτηκε πως το παιδί της θα μάθαινε τον έρωτα όπως τον είχε μάθει κι εκείνη από κάποιον μεγαλύτερο και συγκεκριμένα από τους γονείς της. Δεν το έβρισκε περίεργο αφού είχε κακοποιηθεί κι αυτή στην παιδική ηλικία. Σκεφτείτε ότι αυτή η υπόθεση εξιχνιάστηκε σε συνεργασία με το εξωτερικό αφού ο δράστης αντάλλασσε μηνύματα μέσα από πλατφόρμα διαδικτυακής επικοινωνίας, την οποία χρησιμοποιούν συχνά οι παιδόφιλοι για να μην εντοπίζονται εύκολα».
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τους ερευνητές του τμήματος, μια άλλη «πηγή» δραστών είναι οι προπονητές και οι δάσκαλοι σε αθλήματα και ειδικά στα πιο «ατομικά» όπως η ιππασία ή το τένις, ενώ δράστες έχουν βρεθεί και σε παιδικές κατασκηνώσεις.
Παιδική πορνογραφία στο dark web
Το έγκλημα που έχει στο στόχαστρο τα παιδιά και χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για τους σκοπούς του είναι πιο μεγάλο σε όγκο εγκλημάτων, τα οποία σύμφωνα με τους ερευνητές είναι και αρκετά δύσκολες υποθέσεις. Όπως λέει με πλήρη επίγνωση για τη δουλειά που κάνει ο κος Βασιλαράς: «Καταρχάς το δύσκολο είναι να κατηγοριοποιήσεις και να βλέπεις όλο αυτό το υλικό. Είναι μαρτύριο να το βλέπεις. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να το δούμε μέχρι τέλους».
Σύμφωνα με διεθνή στατιστικά στοιχεία, συνήθως οι θύτες ξεκινώντας την περιήγησή τους σε πορνογραφικό υλικό από την ηλικία των 13 ετών, σταδιακά εθίζονται και αργότερα αναζητούν μη νόμιμες πηγές για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους», περιγράφει το μηχανισμό μύησης στο σκοτεινό διαδίκτυο ο κος Βασιλαράς και συνεχίζει: «Όταν φτάσεις σε αυτό το επίπεδο μπαίνεις πια στο deep web, σε κλειστές ομάδες που ανταλλάσσουν πληροφορίες. Στη συνέχεια ο δράστης “βουτάει” στο dark web. Σε πολλές περιπτώσεις οι υποθέσεις έρχονται σε εμάς μετά από ένα-δύο χρόνια και ο θύτης μπορεί να έχει αλλάξει υπολογιστή μέχρι τότε. Εμείς θα πάρουμε στα χέρια μας την ηλεκτρονική συσκευή, αλλά και πάλι θα βρούμε την άκρη μέσα από τους λογαριασμούς που έχει ανοίξει κι από άυλα δεδομένα».
Όταν οι δράστες φτάσουν στον τελικό, σκοτεινό προορισμό τους, το υλικό που θα αρχίσουν να βλέπουν θα είναι από στημένα/κινηματογραφημένα πορνογραφικά βίντεο με παιδιά μέχρι ερασιτεχνικό υλικό και “online live” βιασμούς παιδιών. Στην Ελλάδα δεν φαίνεται προς ώρας να έχουμε τέτοια παιδιά θύματα. Να σημειωθεί επίσης ότι πολλές φορές οι δράστες «ψαρεύουν» τα παιδιά μέσα από χώρους συνομιλίας “chat rooms” διαδραστικών παιχνιδιών.
Τα μαύρα συναισθήματα των ερευνητών
«Στην αρχή έκλαιγα»
«Τα παιδιά που κακοποιούνται και εμφανίζονται σε αυτά τα βίντεο ξεκινάνε από βρέφη» λέει σοκαρισμένη και μόνο που το επαναφέρει στη μνήμη της η κα Χαρίση και περιγράφει πως ζει η ίδια αυτές τις στιγμές της πρώτης θέασης: «Η εικόνα δεν φεύγει ποτέ. Αν μάλιστα μάθεις ότι το παιδί μπορεί να έχει καταλήξει μετά από μια τέτοια πράξη, δυσκολεύεσαι πολύ να συνέλθεις.
»Την πρώτη φορά που είδα κάτι τέτοιο ένιωσα πολύ άσχημα, σε σημείο να μην μπορώ να συνεχίσω την δουλειά μου. Θυμάμαι πόσο πολύ έκλαιγα όταν πρωτοξεκίνησα να δουλεύω σε τέτοιες υποθέσεις. Φανταστείτε ένα βρέφος να κακοποιείται. Μπορείτε; Τόσα χρόνια μετά, κι ακόμα όταν βλέπω τέτοιες υποθέσεις αρχίζω να κάνω εικόνα ότι πρόκειται για το δικό μου το παιδί. Είναι τρέλα.
»Για παράδειγμα, στην θάλασσα, πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να κοιτάζει τριγύρω μήπως υπάρχει κάποιος να τα φωτογραφίζει. Το έχω δει αυτό να συμβαίνει σε υποθέσεις που αναλάβαμε. Στην πραγματικότητα, ακόμα δεν τα αντέχω όλα αυτά. Κανένας μας δεν τα αντέχει». Όπως προσθέτει ο κος Βασιλαράς «υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι ερευνητές τέτοιων υποθέσεων αισθάνονται άβολα ακόμα και με τους οικείους τους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ερευνητή να είναι συγκλονισμένος από αντίστοιχη υπόθεση, να μου περιγράφει το πώς ψυχικά ζορίστηκε όταν έπρεπε να φροντίσει το παιδί του, κάνοντας εικόνα αυτά που είχε αντικρίσει στην εργασία του».
»Για την διαχείριση των συναισθημάτων του προσωπικού, και εφαρμόζοντας ευρωπαϊκές πρακτικές, εναλλάσσουμε το προσωπικό που ασχολείται με τέτοιου είδους υποθέσεις, έχοντας και την απαραίτητη ψυχολογική υποστήριξη από ψυχολόγο της Υπηρεσίας. Βλέπουμε πολλές φορές ότι μόλις οι ίδιοι οι προϊστάμενοί μας αντικρύσουν αυτό το υλικό, παγώνουν. Θα μπορούσε κανείς να μοιραστεί αυτές τις εικόνες με την οικογένειά του; Δεν υπάρχεις λόγος να το κάνεις. Την ίδια στιγμή αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της ευθύνης μας. Και εκεί που συγκλονιζόμαστε με αυτά που βλέπουμε την ίδια στιγμή έχουμε το άγχος μη μας ξεφύγει κάτι. Όταν βλέπουμε ότι ο δράστης ή η δράστιδα τελικά τιμωρείται με την ανώτατη ποινή δεν μπορείτε να φανταστείτε τι δικαίωση νιώθουμε. Και η αλήθεια είναι ότι για να επιλύσεις τέτοιου είδους υποθέσεις πρέπει αφού τις αποδομήσεις, να τις ξανασυνθέσεις με χρονική αλληλουχία προκειμένου να αποτυπωθεί η έκταση της κακοποίησης.
Η πιο σκληρή ανάμνηση για το τέλος
Την ανάμνησή του, αυτή που συμπυκνώνει όλη τη ουσία της βαθιάς αρρώστιας των παιδόφιλων αλλά και των βιωμάτων των ερευνητών, ο κος Βασιλαράς μας την έχει αφήσει για το τέλος.
«Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την υπόθεση ενός δάσκαλου μουσικής, ο οποίος ύστερα από καταγγελία ανήλικης μαθήτριας για ασελγείς πράξεις, διαπιστώθηκε να διατηρεί κλειδωμένο υλικό πορνογραφίας ανηλίκων, το οποίο παρά τις προσπάθειες των ερευνητών δεν είχε διακριβωθεί μέχρι εκείνη την στιγμή. Όταν κατά την αποδόμηση του κατασχεμένου υλικού, ήρθε στο φως μια ασυνήθιστη αλληλουχία 32 χαρακτήρων, όπου έξι γράμματα επαναλαμβανόταν, μια ερευνήτρια με γνώσεις μουσικής διαπίστωσε ότι πρόκειται για νότες από την γνωστή μελωδία “Ωδή στη χαρά” από την ένατη συμφωνία του Μπετόβεν. Στη συνέχεια, με δεδομένο αυτό δημιουργήθηκε λεξικό αποτελούμενο με νότες που θα μπορούσε να παίζει σε οποιοδήποτε σημείο του πληκτρολογίου από την συγκεκριμένη μελωδία και καταφέραμε να αποκρυπτογραφήσουμε το υλικό. Να σημειωθεί ότι η εν λόγω μελωδία είναι από τα πρώτα τραγούδια που μαθαίνουν τα παιδιά κατά την ενασχόλησή τους με το πιάνο και το αρμόνιο και κάθε φόρα που τυχαίνει να ακούμε την αντίστοιχη μελωδία, μας έρχονται εικόνες από την υπόθεση».