«Καμπανάκι» για τον κίνδυνο εξαφάνισης αρκετών γλωσσών κρούει μία νέα διεθνή διεπιστημονική μελέτη, σύμφωνα με την οποία περισσότερες από 1.500 γλώσσες -περίπου το ένα πέμπτο (20%) των 7.000 γλωσσών του πλανήτη- μπορεί να μη μιλιούνται πια πάνω στη Γη έως το τέλος του αιώνα μας. Κατά μέσο όρο, τουλάχιστον μία ομιλούμενη γλώσσα του πλανήτη μπορεί να εξαφανίζεται κάθε μήνα έως το 2100.
Πιο αναλυτικά, οι ερευνητές από διάφορα επιστημονικά πεδία (βιολόγοι, μαθηματικοί, γλωσσολόγοι κ.ά.), με επικεφαλής την καθηγήτρια Εξελικτικής Βιολογίας Λίντελ Μπρόμχαμ του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα Οικολογίας και Εξέλιξης «Nature Ecology & Evolution», εξέτασαν τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν χιλιάδες γλώσσες με βάση 51 παράγοντες (νομική αναγνώριση μίας γλώσσας, δημογραφικά χαρακτηριστικά των χρηστών της, κεντρικές εκπαιδευτικές πολιτικές της χώρας, κλιματική αλλαγή και άλλα περιβαλλοντικά δεδομένα, κοινωνικο-οικονομικοί δείκτες κ.ά.). Συμπέραναν ότι η απώλεια των γλωσσών αναμένεται να πενταπλασιαστεί έως το 2100 σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα.
«Βρήκαμε ότι, χωρίς άμεση παρέμβαση, η απώλεια των γλωσσών μπορεί να τριπλασιαστεί μέσα στα επόμενα 40 χρόνια. Και έως το τέλος του τρέχοντος αιώνα 1.500 γλώσσες μπορεί πια να έχουν σταματήσει να μιλιούνται», δήλωσε η Μπρόνχαμ. Όπως είπε, από τις συνολικά περίπου 7.000 αναγνωρισμένες γλώσσες του πλανήτη, σχεδόν οι μισές είναι απειλούμενες με εξαφάνιση.
Έρευνα: Ο παράγοντας που βοηθά τις κυρίαρχες γλώσσες να λειτουργούν σαν οδοστρωτήρες πάνω στις άλλες μικρότερες
Όσο αυξάνεται το μορφωτικό επίπεδο και η διάρκεια των ετών εκπαίδευσης τόσο εντείνεται η απειλή εξαφάνισης αρκετών γλωσσών. Γι’ αυτό, οι ερευνητές επισημαίνουν την ανάγκη όχι ασφαλώς να μπει «φρένο» στη μόρφωση, αλλά να υποστηριχτεί η δίγλωσση υποχρεωτική εκπαίδευση, με στόχο την ενίσχυση των αυτοχθόνων γλωσσών εντός του εκπαιδευτικού συστήματος.
Ακόμη, σύμφωνα με τη μελέτη, όσο περισσότεροι δρόμοι υπάρχουν σε μία περιοχή, συνδέοντας τις πόλεις με τις πιο απομακρυσμένες περιοχές μίας χώρας, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για τις τοπικές γλώσσες που μιλιούνται από μικρούς πληθυσμούς, καθώς αυτό, όπως είπε η Μπρόνχαμ, «βοηθά τις κυρίαρχες γλώσσες να λειτουργούν σαν οδοστρωτήρες πάνω στις άλλες μικρότερες γλώσσες».
Πρόσθεσε ότι «όταν μία γλώσσα χάνεται ή “κοιμάται”, όπως λέμε για τις γλώσσες που δεν μιλιούνται πια, χάνουμε τόσα πράγματα από την ανθρώπινη πολιτισμική ποικιλότητα. Κάθε γλώσσα είναι έξοχη με τον τρόπο της. Πολλές γλώσσες που προβλέπεται να χαθούν μέσα σε αυτόν τον αιώνα έχουν ακόμη ικανούς ομιλητές, συνεπώς δεν έχει χαθεί η ευκαιρία να επενδύσουμε στην υποστήριξη των κοινοτήτων τους προκειμένου να αναζωογονήσουμε τις αυτόχθονες γλώσσες και να τις διατηρήσουμε για τις μελλοντικές γενιές».
Μερικοί πιο απαισιόδοξοι επιστήμονες, πάντως, δεν αποκλείουν ότι στην αρχή του 22ου αιώνα έως το 90% των σημερινών γλωσσών μπορεί πια να μη μιλιούνται από κανέναν, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Εδώ θα δείτε τη σχετική επιστημονική δημοσίευση.