Είναι ό,τι καλύτερο σε μια ζεστή μέρα, ο ιδανικός τρόπος να παίρνουν αέρα τα πόδια μας και να παλεύουμε την κάψα του καλοκαιριού.
Τα σορτσάκια δεν αποδεικνύονται ωστόσο εξίσου φιλικά στην τσέπη μας, όπως θα μπορούσε τουλάχιστον να υποθέσει κάποιος.
Γενικά μιλώντας, το σορτς δεν είναι φτηνότερο από ένα παντελόνι, παρά το πρόδηλο γεγονός ότι το ένα χρειάζεται πολύ λιγότερο ύφασμα για να φτιαχτεί από το άλλο.
Με το μάτι να το δεις, το σορτς δεν καλύπτει παρά τη μισή επιφάνεια ενός παντελονιού. Κι έτσι μοιάζει κάπως παράδοξη η κοντινή τιμή τους, άλλη μια δυστροπία της αγοράς θα έλεγε κανείς.
Είναι όμως έτσι;
Πώς κοστολογείται ένα σορτς
Δεν είναι ότι οι φίρμες των ρούχων προσπαθούν να ξεγελάσουν τους καταναλωτές, ανεβάζοντας τις τιμές των σορτς.
Η τιμή είναι και πάλι μια συνάρτηση του κόστους παραγωγής. Το σορτς χρειάζεται μεν λιγότερο ύφασμα, όχι όμως τόσο λιγότερο όσο θα φανταζόταν κανείς.
Παράγοντες της αγοράς αποκαλύπτουν πως ένα σορτς που σταματά πάνω από το γόνατο χρειάζεται μόλις 1/5 λιγότερο ύφασμα από ένα κανονικό παντελόνι. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί το σορτς έχει ενσωματωμένο μπόλικο ύφασμα, είναι απλώς ραμμένο στο πάνω μισό του ρούχου. Και το πάνω μισό είναι και το ακριβότερο τμήμα, καθώς φέρει όλα τα διακοσμητικά και χρηστικά χαρακτηριστικά, αυτά που απαιτούν και το περισσότερο ύφασμα.
Σορτς και παντελόνια είναι ίδια και απαράλλακτα, σε όρους κατασκευής πάντα, στο επάνω τμήμα τους. Εκεί υπάρχουν οι τσέπες, οι θηλιές για τη ζώνη, οι πιέτες, το λάστιχο της μέσης κ.λπ.
Αυτά καταναλώνουν τη μεγαλύτερη ποσότητα υφάσματος και αυτά απαιτούν τις περισσότερες εργατοώρες για να φτιαχτεί ένα παντελόνι. Κοντό ή μακρύ.
Από το επάνω τμήμα προκύπτει και το ουσιαστικό κόστος κατασκευής του ρούχου. Το βαμβάκι, ας πούμε, σε ένα μπλουτζίν δεν αντιπροσωπεύει παρά ένα ελάχιστο ποσοστό του κόστους του.
Κοστίζει σίγουρα περισσότερο ο άνθρωπος που θα το ράψει από την πρώτη ύλη. Κι αυτός θα χρειαστεί τον ίδιο περίπου χρόνο είτε δουλεύει σε ένα μακρύ παντελόνι είτε σε μια βερμούδα.
Η σχεδιάστρια που μίλησε για την παραδοξότητα
Τα φώτα της μας δίνει εδώ η Eunice Lee, σχεδιάστρια στη φίρμα αντρικών ρούχων Unis New York.
«Η ποσότητα του υφάσματος που χρησιμοποιείς για το σορτς δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο διαφορετική μεταξύ σορτς και παντελονιού», είπε χαρακτηριστικά στο Esquire, «ένα παντελόνι μπορεί να χρειάζεται 1,6 γιάρδες υφάσματος [1,46 μέτρα], ενώ το ίδιο σε σορτς θα χρειαστεί 1,3 γιάρδες [1,18 μέτρα]».
Και συνεχίζει: «Ας πούμε, στη θεωρία, πως το ύφασμα κοστίζει 10 δολάρια τη γιάρδα. Μιλάμε μόλις για 3 δολάρια διαφορά στο κόστος του υφάσματος. Η διαφορά στο ύφασμα δεν είναι δραστική, γιατί το περισσότερο ύφασμα χρειάζεται στο πάνω τμήμα του παντελονιού, όχι στα πόδια».
Η ίδια επιβεβαιώνει πως όλη η δουλειά σε ένα παντελόνι είναι το πάνω κομμάτι του. «Όλα συμβαίνουν στο πάνω τμήμα. Σε όρους κοψίματος και ραψίματος, όλα τα περίπλοκα πράγματα συμβαίνουν επάνω. Η τιμή σχετίζεται με την εργασία και το κόστος αυτής της εργασίας. Και η εργασία είναι η ίδια, ανεξάρτητα αν είναι κοντό ή μακρύ το πόδι».
Μας λέει μάλιστα να κάνουμε το πείραμα και μόνοι μας. Να πάρουμε ένα παντελόνι και ένα σορτς και να τα γυρίσουμε ανάποδα. Θα δούμε πως όλες οι δύσκολες ραφές είναι στο πολύπλοκο άνω τμήμα τους. Τα πόδια δεν έχουν παρά μια απλή και ευθεία ραφή.
«Αυτή η περίτεχνη κατασκευή, αυτή η ντελικάτη λεπτομέρεια, αυτό είναι το κόστος. Το πόδι του παντελονιού είναι το ευκολότερο τμήμα να ράψεις».
Πέρα από το δίπολο ακριβό-φτηνό
Κανείς δεν αμφιβάλει ότι το φάσμα της μόδας είναι εκτεταμένο και η τελική τιμή ενός προϊόντος σχετίζεται με την εικόνα που προωθεί η εκάστοτε μάρκα. Εδώ όμως μιλάμε για ένα καθαρά τεχνικό ζήτημα, αυτό της τιμολόγησης.
Μακρυμάνικα και κοντομάνικα πουκάμισα επίσης δεν έχουν σημαντικές διαφορές στην τιμή τους. Και ο λόγος είναι ξανά ο ίδιος. Στα μακρυμάνικα πουκάμισα υπάρχει βέβαια η μανσέτα και κάποιες φορές οι περίτεχνες ραφές της μπορούν να εκτοξεύσουν την τιμή.
Το παντελόνι φέρει ωστόσο όλα τα βασικά του χαρακτηριστικά στο επάνω τμήμα, αυτό που συναντάμε και σε ένα σορτς.
Συμβαίνει όμως και το άλλο κάποιες φορές, ένα σορτς να κοστίζει περισσότερα από ένα παντελόνι. Εδώ παρεισφρέουν οι λεγόμενοι «αόρατοι παράγοντες» της αγοράς, συνθήκες όπως το πού και πώς φτιάχτηκε το ρούχο, τα έξοδα για διαφήμιση και σίγουρα το λογότυπο που έχει στην ετικέτα του.
H τελική τιμή διαμορφώνεται εξάλλου όχι μόνο από το κόστος παραγωγής, αλλά ακόμα και από το εταιρικό μοντέλο που ακολουθεί η εκάστοτε επιχείρηση.
Το λιγότερο δεν σημαίνει πάντα και φτηνότερο
Έχουμε συνηθίσει είναι η αλήθεια στην καθημερινότητά μας ότι το περισσότερο κοστίζει και πιο πολλά. Το βλέπουμε στις διαφορετικές συσκευασίες του ίδιου προϊόντος, στο μέγεθος του ποτηριού καφέ που πίνουμε κάθε πρωί, στα μενού των φαστ φουντ.
Όταν αγοράζεις λιγότερη ποσότητα από κάτι, περιμένεις αυτό το κάτι να είναι και πιο φτηνό. Κοινή λογική το λένε, μόνο που το θέμα με τα σορτς και τα παντελόνια δεν εντάσσεται εδώ.
Όχι απλώς γιατί το σορτς χρειάζεται εξίσου πολύ ύφασμα για να φτιαχτεί, αλλά γιατί το πραγματικό κόστος εδράζεται σε άλλους παράγοντες, όπως είπαμε. Οι εργατοώρες για την παραγωγή του είναι ο αποφασιστικός παράγοντες και οι διαφορές με ένα μακρύ παντελόνι είναι μικρές.
Εξίσου σημαντικός, αν όχι σημαντικότερος, είναι και ο παράγοντας της ίδιας της φίρμας. Η ψυχολογία μελετά εδώ και χρόνια την καταναλωτική συμπεριφορά και έχει υποδείξει επανειλημμένως πως είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε ακριβότερα κάτι αν θεωρήσουμε πως είναι πολυτελές.
Τείνουμε να αποτιμούμε με θετικό πρόσημο τα αγαθά που φέρουν αναγνωρίσιμα εταιρικά σήματα. Και μιας και προσλαμβάνουμε τα μη luxury προϊόντα ως κατώτερα συνήθως, είμαστε έτοιμοι να διακρίνουμε και όλα τα αρνητικά τους.
Ακόμα χειρότερα, «η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι αποφασιστικός παράγοντας για το αν ένα άτομο θα αγοράσει ένα ακριβό προϊόν που ενδέχεται να μην μπορεί να πληρώσει», καταλήγει μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Journal of Experimental Social Psychology».
Κι έτσι όταν αγοράζεις ένα σορτς, πληρώνεις πολλά περισσότερα από την ποσότητα υφάσματος που χρησιμοποιήθηκε. Πράγματα απτά, όπως το κόστος παραγωγής, και πράγματα άυλα και απροσδιόριστα, όπως η προστιθέμενη αξία της φίρμας.
Αυτά τα δεύτερα πράγματα δεν υπακούουν στους συνήθεις νόμους της ορθολογικής καταναλωτικής συμπεριφοράς. Ούτε και στις προσδοκίες μας.
«Υπάρχει μια προσδοκία στην τιμή όταν μιλάμε για κοντά παντελόνια και κοντομάνικα πουκάμισα», υπογραμμίζει η σχεδιάστρια Lee, «ειδικά γιατί κάτι σαν το σορτς δεν μοιάζει με αντικείμενο που θα επενδύσεις πάνω του, όπως ένα χειμωνιάτικο παλτό ή ένα ζευγάρι μπότες. Αλλά δεν εδράζεται εδώ η τιμή, όλα έχουν να κάνουν με τη διαδικασία».
Η τιμή του σορτς ποτέ δεν είχε να κάνει με το λιγότερο ύφασμα ή το μικρότερο μέγεθός του…