Δεν είναι πολλές οι πολυκατοικίες που έχουν όνομα. Μπορούμε να πούμε, σχεδόν, με βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει καμία άλλη πέρα από την συγκεκριμένη, που να αποτελεί ταυτόχρονα και σημείο αναφοράς για την αρχιτεκτονική σε ολόκληρη την Αθήνα.
Στη συμβολή της Αραχώβης με τη Θεμιστοκλέους, λοιπόν, και πάνω στην κεντρική πλατεία των Εξαρχείων, η Μπλε Πολυκατοικία εγείρεται το 1933, κοντεύοντας, σήμερα, να κλείσει σχεδόν έναν αιώνα ζωής. Έκτοτε, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της πόλης, «μεγαλώνοντας» με αυτή και παίζοντας ενεργό ρόλο σε διάφορα σημαντικά γεγονότα.
Τι κι αν σήμερα το μπλε που είχε επιμεληθεί ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς έχει ξεθωριάσει και έχει δώσει την θέση του, σε ένα ξεθωριασμένο και ωχρό λευκό; Η ύπαρξή της και μόνο θα θυμίζει σε όλους τις ένδοξες στιγμές που «έζησε» σε μια Αθήνα που, δυστυχώς, έχει εξαφανιστεί.
Η αρχιτεκτονική και η πρωτοτυπία της «Μπλε»
Ανάμεσα στα τότε χαμηλά σπίτια ή διώροφα νεοκλασικά κεραμοσκεπή κτήρια, τους χωματόδρομους και τα μικρομάγαζα των Εξαρχείων, ο επιχειρηματίας Κωστής Αντωνόπουλος οραματίζεται το εξαώροφο κτήριο που έμελλε από τότε και στο εξής να αποτελέσει σύμβολο της αρχιτεκτονικής της δεκαετίας του ’30 αλλά και σημείο αναφοράς για ολόκληρη την Αθήνα.
Δημιουργήθηκε, λοιπόν, μεταξύ 1932-1933 μετά από «παραγγελία» της οικογένειας Αντωνόπουλου, από δύο σπουδαίους, για την εποχή, «τεχνίτες». Η αρχιτεκτονική της, για την οποία και έγινε διάσημη, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου και φέρει την υπογραφή του Κούλη (Κυριακούλη) Παναγιωτάκου, ενός εκ των σημαντικότερων εκπροσώπων της γενιάς του ’30.
Στην ουσία πρόκειται για δύο ξεχωριστά κτήρια, με δύο εισόδους, τα οποία ενώνονται μεταξύ τους μέσω του φωταγωγού και ενός δώματος στον τελευταίο όροφο. Εκτός από την εξωτερική της όψη, που αδιαμφισβήτητα κέρδιζε τις εντυπώσεις με την επιβλητικότητα και τον δυναμισμό της, ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε και στους εσωτερικούς κοινόχρηστους χώρους (διαδρόμους, σκάλες, θυρωρείο κ.α.).
Χαρακτηριστικότερο όλων το εντευκτήριο που λειτουργούσε στο δώμα –αργότερα αυτό κατεδαφίστηκε για να δημιουργηθούν εκ νέου επιπλέον επτά διαμερίσματα, φτάνοντας στο σύνολο τον αριθμό 39. Τέλος, στα αρχικά σχέδια του Παναγιωτάκου υπήρχε και η εκπόνηση πισίνας, η οποία, ωστόσο, δεν κατασκευάστηκε ποτέ.
Σταθμός για την σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική η «Μπλε» αποτελεί από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αρχιτεκτονικής του μοντέρνου κινήματος, που γίνεται διακριτό μέσα από τον δυναμικό σχεδιασμό της, την εναλλαγή των εσοχών και εξοχών και το χαρακτηριστικό, έντονο μπλε. Γενικότερα, αποτέλεσε παράδειγμα πρωτοτυπίας για τα μέχρι πρότινος δεδομένα στο σχεδιασμό της αθηναϊκής πολυκατοικίας.
Μάλιστα, ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας και διακοσμητής του Bauhaus και του Μοντερνισμού Le Corbusier «υπέγραψε» στην είσοδο της πολυκατοικίας «C’est tres beau» (είναι πολύ όμορφη), εντυπωσιασμένος από το έργο του Κούλη Παναγιωτάκου.
Το έντονο μπλε, στο οποίο, οφείλει και την ονομασία της, εμπνεύστηκε ο διακεκριμένος Έλληνας ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς, ο οποίος «έσπασε» το χαρακτηριστικό αυτό της χρώμα με λευκό και λίγη τερακότα.
Οι διάσημοι ένοικοί της
Μια ολόκληρη γειτονιά μέσα σε μία πολυκατοικία. Έτσι θα μπορούσε να περιγραφεί, για τα δεδομένα της εποχής, η λειτουργία της Μπλε πολυκατοικίας ή «μιάς γειτονιάς καθ’ ύψος», όπως αναφέρει στο βιβλίο της «Η Μπλε Πολυκατοικία», η Μάρω Καρδαμίτση- Αδάμη, αρχιτέκτων και ομότιμη καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και ανιψιά του κυρίου Παναγιωτάκου.
Αποτελούμενη από 32 διαμερίσματα -τεράστιος αριθμός για την συγκεκριμένη δεκαετία- λειτουργούσε ως ένα είδος «κλειστής κοινωνίας» μέσα στην κοινωνία της τότε Αθήνας, με το εντευκτήριο στο δώμα να λειτουργεί ως σημείο συνάντησης των ενοίκων της.
Το στίγμα τους σε αυτή, μάλιστα, έχουν αφήσει και σπουδαίες προσωπικότητες της καλλιτεχνικής και πολιτικής σκηνής της Αθήνας, καθώς αποτέλεσε στέγη πολλών εκπροσώπων της νεότερης ιστορίας της πόλης.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η «εθνική μας φωνή» Σοφία Βέμπο και ο χαρισματικός Δημήτρης Χορν, το κορυφαίο θεατρικό ζευγάρι Κατίνα Παξινού και Αλέξης Μινωτής, η δημοσιογράφος και συγγραφέας Λιλή Ζωγράφου, η κόρη του Ιωάννη Μεταξά, ο Φρέντυ Γερμανός, ο Λεωνίδας Κύρκος και ο συγγραφέας Ρένος Αποστολίδης.
Ο ενεργός της ρόλος στην ιστορία της πόλης
Καθόλου συμβολική δεν είναι η παρουσία της «Μπλε» στην ιστορία της πόλης. Ίσα ίσα, υπήρξε πιο ενεργή από ποτέ, συμβάλλοντας στα τεκταινόμενα όσο καμία άλλη.
Πιο χαρακτηριστικά, κατά την διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε το «στρατηγείο» της αντικατασκοπικής οργάνωσης «Μίδας» καθώς και επιτελείο για την ομάδα του αξιωματικού Γιάννη Τσιγάντε. Επιπλέον, στοιχεία αναφέρουν ότι την εποχή των Δεκεμβριανών έγιναν τρεις απόπειρες για την ανατίναξή της από τους μαχητές της ΕΛΑΣ.
Το τέλος μιας εποχής
Το όνομά της ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο και με το ζαχαροπλαστείο Φλοράλ Patisserie Deluxe, στο ισόγειό της, όπου έδιναν ραντεβού για τον καφέ και το γλυκό τους εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής.
Δεν ήταν λίγες οι φορές, μάλιστα, που υπήρξε «πρωταγωνίστρια» στον ελληνικό κινηματογράφο, καθώς αποτέλεσε το σκηνικό για τα γυρίσματα αγαπημένων ταινιών όπως «Ο Ζηλιαρόγατος» με τον Βασίλη Λογοθετίδη, «Ο Σταμάτης και ο Γρηγόρης» με τους Νίκο Σταυρίδη και Μίμη Φωτόπουλο, καθώς και για την επιτυχημένη ελληνική σειρά της σύγχρονης ελληνικής τηλεόρασης «Λόγω Τιμής».
Μεταγενέστερα, άνθρωποι της διανόησης το είχαν καθιερώσει σε σημείο αναφοράς τους, ηθοποιοί πραγματοποιούσαν εδώ τις συναντήσεις τους, συγγραφείς βάζανε σε μία σειρά τις σκέψεις τους για το επόμενο βιβλίο τους. Όλα αυτά μέχρι το Floral, στην πιο σύγχρονη εκδοχή του, να κατεβάσει ρολά το 2016 και μαζί μ’ αυτό να ξεχαστεί και η συμβολή της «Μπλε» στον πολιτισμό της πόλης.
Σήμερα, παρόλο που έχει συμπεριληφθεί στο Αρχείο Νεοτέρων Μνημείων, περισσότερο απογοητευτική θα έλεγε κανείς πως είναι η εικόνα της, με αφίσες και συνθήματα να έχουν γεμίσει το ισόγειο και την είσοδό της.
Παραμελημένη και πιο «εξαθλιωμένη» από ποτέ, δεν θυμίζει σε καμία περίπτωση το «κόσμημα» της πλατείας Εξαρχείων, της καλλιτεχνικής γειτονιάς της πόλης, που αποτέλεσε σημείο αναφοράς της Αθήνας για πολλές δεκαετίες.