Αν δεν είχε ζήσει ποτέ ο Φέλιξ Χόφμαν, η σύγχρονη ιατρική θα ήταν ολότελα διαφορετική, όπως και η ανθρώπινη κοινωνία.
Γιατί δεν θα είχε ούτε την ασπιρίνη ούτε την ηρωίνη, τη ζωή και τον θάνατο λες, σαν να είναι οι δύο όψεις ενός ευλογημένου ή καταραμένου νομίσματος.
Η θαυματουργή ασπιρίνη έσωσε εκατομμύρια ζωές και η ηρωίνη διεκδίκησε τον δικό της ζοφερό φόρο στον άνθρωπο, κι όλα αυτά από έναν χημικό που ήθελε απλώς να ανακουφίσει τους πόνους του πατέρα του από την αρθρίτιδα.
Και τα δύο προϊόντα του Χόφμαν ήταν ωστόσο άμεσα εγγεγραμμένα στο επιστημονικό παράδειγμα των τελών του 19ου αιώνα, όταν οι χημικοί προσπαθούσαν τώρα να συνθέσουν νέες ουσίες με ευεργετικές ιδιότητες και ιατρική χρήση, εκεί που λίγο πρωτύτερα το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να απομονώνουν τις δραστικές ουσίες από τα φυτικά αγαθά.
Πλέον μπορούσαν να τροποποιούν τις δραστικές ουσίες και να εκτελούν περίπλοκες χημικές αντιδράσεις στους μυριάδες οργανικούς παράγοντες που παράγονταν ως προϊόντα ή υποπροϊόντα της βιομηχανίας συνθετικών βαφών, ένας κλάδος που αναπτύχθηκε τον 19ο αιώνα και ήταν ιδιαιτέρως ακμαίος στη Γερμανία.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα γεννηθεί ένα από αυτά τα φάρμακα που άλλαξαν μεμιάς τη μοίρα της ανθρωπότητας, από έναν χημικό που έπιασε δουλειά σε μια μικρή γερμανική εταιρία βαφών και χρωμάτων που ήθελε να ασχοληθεί πια και με τα φάρμακα.
Από τα εργαστήρια της Bayer έμελλε να βγει η πανάκεια και η πανούκλα και αμφότερες να έχουν μέσα τους πολύ Φέλιξ Χόφμαν…
Ο Χόφμαν γεννήθηκε το 1868 μέσα σε βιομηχανική οικογένεια της Γερμανίας. Ο ευκατάστατος πατέρας του ήταν γνωστός κατασκευαστής του Λούντβιγκσμπουργκ και στο εργοστάσιό του θα μεγαλώσει ο μικρός Φέλιξ, αναπτύσσοντας μεγάλη αγάπη για τη μηχανική και τη χημεία.
Τον κέρδισε τελικά η φαρμακευτική, κι έτσι θα περάσει από αρκετά φαρμακεία της χώρας για να αποκτήσει εμπειρία, πριν εγκατασταθεί στο Μόναχο για να σπουδάσει. Το 1893 ολοκληρώνει και το διδακτορικό του, ξανά με άριστα, όπως και σε όλη τη λαμπρή ακαδημαϊκή του πορεία. Και οι περγαμηνές του ήταν τέτοιες που δεν θα περνούσαν απαρατήρητες από τον καθηγητή του και νομπελίστα χημείας λίγο αργότερα (1905), Άντολφ φον Μπάιερ, που τον ξαποστέλνει για δουλειά σε μια ασήμαντη εταιριούλα για να αποκτήσει εμπειρία.
Το εργοστάσιο βαφών της Bayer δηλαδή, που είχε μόλις αρχίσει να δίνει μεγαλύτερο βάρος στον φαρμακευτικό τομέα της ιδρύοντας δύο νέα τμήματα: ένα για την έρευνα και ανάπτυξη νέων φαρμάκων και ένα για τη δοκιμή τους.
Και πράγματι το 1894 ο φέρελπις χημικός περνά το κατώφλι της Bayer στο Έλμπερφελντ της Γερμανίας, έχοντας πάντα στο μυαλό του τους ανυπόφορους πόνους του πατέρα του. Αυτός δεν θέλει να απομονώνει ουσίες και να πειραματίζεται με τη σύνθεσή τους, αλλά να φτιάχνει αποτελεσματικά φάρμακα για να βοηθήσει τον συνάνθρωπο και τις σωματικές ή ψυχολογικές παθολογίες του.
Τρία χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1897 συγκεκριμένα, αρχίζει να πειραματίζεται με την ακετυλομάδα προσπαθώντας να βελτιώσει τη δραστικότητα και να απαλείψει τις αντενδείξεις της. Η ιδέα της ακετυλίωσης των μορίων είχε ήδη δουλέψει για την Bayer και τα πρώτα της φαρμακευτικά προϊόντα, την αναλγητική φαινακετίνη και κάποια αντιπυρετικά και αντιφλεγμονώδη της. Τα περισσότερα ήταν μάλιστα ακετυλιωμένα οξέα των ουσιών που χρησιμοποιούνταν στις συνθετικές βαφές! Όπως θα θυμόταν εξάλλου ο Χόφμαν 20 χρόνια αργότερα, οι χημικοί της Bayer εργάζονταν με βάση το ένστικτό τους και τη «μύτη» τους για ανακαλύψεις.
Εκείνος είχε βέβαια τον δικό του στόχο, τους φριχτούς ρευματισμούς του πατέρα του, κι έτσι στράφηκε στο σαλικυλικό οξύ, ένα παυσίπονο που κυκλοφορούσε εμπορικά ήδη από το 1874, είχε ωστόσο άφθονες παρενέργειες. Ήταν αποφασισμένος να απαλείψει το σαλικυλικό νάτριο από τις αντενδείξεις του κι έτσι ακετυλίωσε το σαλικυλικό οξύ, την ουσία που συνταγογραφούσε ο Ιπποκράτης ως παυσίπονο στους ασθενείς του ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ.
Ο σπουδαίος έλληνας γιατρός είχε βρει πως η ιτιά περιέχει ικανές ποσότητες σαλικυλικού οξέος, κάτι που γνώριζαν και οι Αιγύπτιοι ήδη από τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., και τη χορηγούσε για ανακούφιση πονοκεφάλων, πόνων και πυρετού. Με φλοιό και φίλια ιτιάς θεράπευαν άλλωστε άλγη και πυρετούς από την κλασική αρχαιότητα ως τον Μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους, αν και κανείς δεν μπορούσε να την αναδημιουργήσει συνθετικά.
Ο Γάλλος Σαρλ Φρεντερίκ Ζεράρ κάτι πήγε να κάνει το 1853, τόσο το δικό του συνθετικό ασετυλσαλικυλικό οξύ όμως όσο και πολλών ακόμα δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, καθώς δεν ήταν ούτε καθαρό ούτε σταθερό.
Αυτό που κυκλοφορούσε στην αγορά, αυτό που έπαιρνε ο πατέρας Χόφμαν από την Heyden της Δρέσδης δηλαδή, είχε ένα κάρο παρενέργειες, όπως χρόνιο ερεθισμό στο στομάχι που ξετίναζε όσους το λάμβαναν σε τακτική βάση. Αυτό ήταν το μεγάλο στοίχημα της φαρμακολογίας, ποιος θα φτιάξει μια συνθετική μορφή του οξέος που να είναι φιλική στο στομάχι.
Τα κατάφερε ο Ζεράρ, ενώνοντας σαλικυλικό οξύ και χλωρίδιο του ακετυλίου, δεν κατάλαβε όμως τι έχει φτιάξει, θεωρώντας την αντίδραση περίπλοκη και πρακτικά ανεκμετάλλευτη…
Όχι όμως και ο Χόφμαν, που βρήκε έναν νέο τρόπο να κάνει την ουσία ασφαλή για κατάποση διαρκείας. Η δική του μορφή σαλικυλικού οξέος ήταν σταθερή και καθαρή. Και το ημερολόγιο έγραφε 10 Αυγούστου 1897 όταν στέλνει περιχαρής το δημιούργημά του στο τμήμα δοκιμών, αν και εκεί κάθε άλλο παρά ενθουσιάζονται.
Επικεφαλής στο τμήμα των δοκιμών ήταν ο καθηγητής Χάινριχ Ντρέζερ, ενώ διευθυντής του τμήματος έρευνας ο διακεκριμένος πανεπιστημιακός Αρτούρ Άιχενγκριν, ο οποίος θύμωσε κάποια στιγμή με τους αρκετούς μήνες κωλυσιεργίας των δοκιμαστών και πήρε την κατάσταση στα χέρια του.
Το φάρμακο κρίνεται τελικά ικανοποιητικό και βγαίνει στην αγορά τον Ιανουάριο (ή τον Μάιο, κατά άλλες πηγές) του 1899, σε μορφή σκόνης. Το λευκό χάπι που ξέρουμε σήμερα ως ασπιρίνη δεν θα κυκλοφορούσε πριν από το 1915. Ντρέζερ, Άιχενγκριν και Χόφμαν ήταν οι τρεις άνθρωποι πίσω από την ασπιρίνη, το φάρμακο που έφερε λυσσαλέες μάχες μεταξύ τους για την πατρότητα. Ο Ντρέζερ υπέγραψε μάλιστα μόνος τη σχετική μελέτη για την ασπιρίνη, διεκδικώντας την πατρότητα και αποσπώντας τα πνευματικά δικαιώματα του νέου φαρμάκου, αν και τελικά αναγνώρισε ότι η ασπιρίνη δεν ήταν δική του δημιουργία, αποδίδοντάς τη στον νεαρό Χόφμαν.
Το όνομα του Άιχενγκριν απαλείφθηκε εντελώς από την ιστορία της ασπιρίνης στη δεκαετία του 1930, καθώς ήταν εβραίος και το περιβάλλον στο εσωτερικό της Bayer δεν ήταν ιδιαιτέρως φιλικό στη θρησκευτική ανοχή. Η ιστορία της Bayer και το πόσο υποστήριξε εξάλλου τους Ναζί είναι και γνωστή και επαρκώς καταγεγραμμένη, ενώ και ο Άιχενγκριν διώχθηκε από το Γ’ Ράιχ και δεν μπορούσε να συνεχίσει τη μάχη για την πατρότητα. Η ίδια η Bayer απολογήθηκε επισήμως για τον ρόλο της στο Ολοκαύτωμα το 1995, έστω και με αρκετές δεκαετίες καθυστέρηση…
Η ασπιρίνη καθιέρωσε την Bayer παγκοσμίως (παρά το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να την πατεντάρει, καθώς το ακετυλοσαλικυλικό οξύ κυκλοφορούσε ήδη στην αγορά), έκανε τον Χόφμαν αστέρι της φαρμακολογίας και διευθυντή (σε άλλο τμήμα όμως), ανακουφίζοντας και τον πατέρα του από τους χρόνιους γαστρεντερικούς πόνους…
Η σχέση Ντρέσερ και Χόφμαν παραμένει αντικείμενο διερεύνησης και η εμπλοκή του καθενός τους στην ιστορία της ασπιρίνης και του δεύτερου σκευάσματος που θα έβγαινε από τα χέρια τους ελέγχεται ακόμα από τους ιστορικούς. Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, Ντρέσερ πειραματιζόταν ανεξαρτήτως με τα οπιοειδή, την κωδεΐνη και την ισχυρότερη μορφίνη, και το πώς επηρέαζαν τον ρυθμό της αναπνοής και έβαλε τώρα τον καλό του υπάλληλο να κάνει τα μαγικά του με τις δύο ουσίες. Να απαλείψει ξανά τις ανεπιθύμητες παρενέργειές τους, κοντολογίς.
Ο Χόφμαν του παρέδωσε τη διακετυλομορφίνη, την ηρωίνη δηλαδή, μια ουσία που εντυπωσίασε το τμήμα δοκιμών. Το μόνο πρόβλημα; Το γεγονός ότι υπήρχε ήδη στον κόσμο από το 1874 από τον βρετανό χημικό Τσαρλς Ρόμλι Άλντερ Ράιτ, ο οποίος δεν είχε μπει ωστόσο στον κόπο να την κατοχυρώσει εμπορικά.
Χωρίς να είναι ακόμα γνωστή η εξαιρετικά εθιστική της φύση, η Bayer άρχισε να τη διαφημίζει επιθετικά και να την πουλά ως πανάκεια για όλα, από τον απλό βήχα μέχρι τις ωδίνες της γέννας και τα φριχτά τραύματα του πολέμου. Ακόμα και ως αναισθητικό για εγχειρίσεις χρησιμοποιούνταν, αλλά και ως ψυχοφάρμακο για πάσα ψυχιατρική νόσο και ψυχολογική διαταραχή.
Η ηρωίνη παρουσιάστηκε θριαμβευτικά σε επιστημονικές επιθεωρήσεις και ιατρικά συνέδρια και κρίθηκε δέκα φορές αποτελεσματικότερη από τη μορφίνη στην αντιμετώπιση παθήσεων που θέριζαν στην εποχή, όπως η πνευμονία και η φυματίωση. Ακόμα και ως υποκατάστατο για την απεξάρτηση από τη μορφίνη χρησιμοποιήθηκε!
Ο Ντρέζερ φρόντιζε να αποσιωπεί την εθιστική φύση της ηρωίνης, σε πλήρη αντίθεση με την εθιστικότατη μορφίνη δηλαδή, μιλώντας για μια πραγματική φαρμακευτική επανάσταση. Μέσα σε έναν χρόνο, το καινούριο σκεύασμα του Χόφμαν ήταν ανάρπαστο παγκοσμίως και μέχρι να αποδειχθούν τραγικά λανθασμένες οι διακηρύξεις της Bayer περί του ακίνδυνου της ουσίας, η φαρμακοβιομηχανία ήταν πια στην κορυφή του κόσμου.
Η ηρωίνη άρχισε να απαγορεύεται σταδιακά από το 1913, όταν η κατάσταση είχε ξεφύγει πια από κάθε έλεγχο. Ακόμα κι έτσι όμως ο κόσμος θα χρειαζόταν να περιμένει μέχρι τα τέλη της δεκαετία του 1930 για να αποκτήσει η ηρωίνη την κακή της φήμη και να απαγορευτεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου…
Ο Χόφμαν μετά τις επιτυχίες του σταμάτησε την έρευνα και πέρασε τον υπόλοιπο επαγγελματικό του βίο στο τμήμα μάρκετινγκ της Bayer, μέχρι το 1928 που αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και κατέφυγε στην Ελβετία. Πάντα μόνος, αλλά πλούσιος πια από τα δικαιώματα των ουσιών του.
Δεν είναι γνωστό γιατί μετακίνησε η Bayer τον καλύτερό της ερευνητή σε άλλο τμήμα, βγάζοντάς τον εντελώς εκτός έρευνας. Κάτι τέτοιο μοιάζει καθαρή τρέλα, εκτός κι αν υπήρχαν λόγοι που δεν έγιναν ποτέ γνωστοί.
Εξίσου περίεργο είναι και το γεγονός πως ήταν ο μόνος από την τριάδα της ασπιρίνης που δεν δημοσίευσε ποτέ τη δική του εκδοχή της ιστορίας, αφήνοντας τον μύθο να καλύψει τα πάντα.
Τα τελευταία χρόνια πάντως μερίδα ιστορικών προκρίνει τον Άιχενγκριν ως «πατέρα» της ασπιρίνης, καθώς η σύγχρονη ιστορική έρευνα φαίνεται να επιβεβαιώνει όσα αποκάλυψε ο γερμανοεβραίος χημικός στο επετειακό του άρθρο «50 χρόνια ασπιρίνη» το 1949, λέγοντας πως ήταν εκείνος ο εγκέφαλος πίσω από την ανάπτυξή της…