Ο Ιανουάριος του 1994 δεν είναι ένας συνηθισμένος Ιανουάριος. Σημαδεύτηκε από ένα έγκλημα αποτρόπαιο. Ένα έγκλημα φρικτό που έκανε μια ολόκληρη κοινωνία να ζητά όχι απλά την τιμωρία του ενόχου αλλά την κεφαλή του επί πίνακι.
Λίγες ώρες μετά την έλευση της νέας χρονιάς, αποκαλύπτεται πως ένας πατέρας, βίασε και στη συνέχεια σκότωσε τον εξάχρονο γιό του. Είναι από τις ελάχιστες φορές (αν όχι η μοναδική) που τα ΜΜΕ στο σύνολο τους καταργούν κάθε τεκμήριο αθωότητας και καταδικάζουν οριστικά και αμετάκλητα, έναν κατηγορούμενο πριν η υπόθεση φτάσει στο δικαστήριο.
Η ομολογία του Μανώλη Δουρή δεν αποτελεί «ελαφρυντικό» για τον Τύπο της εποχής. Πολλά είναι τα παραδείγματα υποθέσεων που αποκαλύπτεται στο τέλος πως οι ομολογίες ήταν προϊόν ασφυκτικών πιέσεων. Αλλά όλα αυτά εκείνες τις ημέρες ήταν… ψιλά γράμματα. Υπήρχε μια ολόκληρη χώρα που διψούσε για το αίμα του ενόχου και τα ΜΜΕ το πρόσφεραν απλόχερα.
Ακόμα και σήμερα που έχουν περάσει τόσα χρόνια υπάρχουν πολλοί και έγκριτοι νομικοί, που τονίζουν πως η υπόθεση Δουρή είναι από τις πλέον σκοτεινές στα εγκληματολογικά χρονικά της Ελλάδας ξεκαθαρίζοντας πως υπάρχουν στοιχεία που αγνοήθηκαν.
Για πολλούς ο Δουρής ήταν ένα αδίστακτο κτήνος για κάποιους άλλους, ωστόσο, ήταν ένας φτωχοδιάβολος που σήκωσε τον σταυρό ενός φρικτού εγκλήματος που ουδέποτε έκανε.
Ο Μανώλης Δουρής και ένα φρικτό έγκλημα
«Ένας περίεργος και κακότροπος άνθρωπος». Έτσι περιέγραφαν τον Μανώλη Δουρή οι συγχωριανοί του, στην Ερμιόνη Αργολίδας. Ένας άνθρωπος που δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα και η συμπεριφορά του ήταν -τουλάχιστον- ύποπτη και «έσερνε» μαζί του διάφορες φήμες.
Πραγματικά, ο 40χρονος τότε Μανώλης Δουρής ήταν ένας άνθρωπος για τον οποίο ακούγονταν πολλά αλλά είχε και πολλά ψυχολογικά προβλήματα τα οποία είχαν ξεκινήσει από νεαρή ηλικία. Όταν πολέμησε στην Κύπρο την περίοδο της τουρκικής εισβολής τα προβλήματα αυτά επιδεινώθηκαν και ο Δουρής έγινε ένα αγρίμι. Είδε πολλές σφαγές και πολλές φορές νοσηλεύτηκε σε νοσοκομεία. Είχε αποκτήσει το «σύνδρομο της Κύπρου», όπως αποφάνθηκαν οι γιατροί.
Μετά τον πόλεμο, παντρεύεται κάνει επτά παιδιά και ζει με την οικογένεια του στην Ερμιόνη. Τα όσα ακούγονταν στην μικρή τοπική κοινωνία, άρχισαν να απασχολούν ολόκληρη την ελληνική κοινωνία προπαραμονές πρωτοχρονιάς του 1994. Ο 6χρονος γιος της οικογένειας, Νικόλας, βγαίνει να παίξει στο χωριό. Δε θα επιστρέψει ποτέ στο σπίτι του.
Οι γονείς του, ολόκληρο το χωριό και η αστυνομία ψάχνουν να τον βρουν. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς αποκαλύπτεται το φρικτό έγκλημα. Ο Μανώλης Δουρής ήταν αυτός που βρίσκει (σε ένα σημείο που αν και είχε ερευνηθεί κανείς δεν το είχε εντοπίσει νωρίτερα) το άψυχο και φρικτά κακοποιημένο σώμα του μικρού Νικόλα.
Ολόκληρη η Ελλάδα συμπαραστέκεται στο δράμα του πατέρα που μπροστά στις κάμερες δείχνει να καταρρέει.
Μια ομολογία που «πάγωσε» μια ολόκληρη χώρα
Λίγες ώρες μετά την έλευση του νέου έτους τα πάντα ανατρέπονται. Ο Μανώλης Δουρής, σύμφωνα με την αστυνομία, πέφτει σε αντιφάσεις και ομολογεί πως αυτός ήταν που χτύπησε, βίασε και στη συνέχεια έκρυψε το πτώμα του γιου του καθώς νευρίασε πολύ επειδή άργησε να γυρίσει στο σπίτι.
Το κλίμα αλλάζει. Όλοι ζητάνε την παραδειγματική τιμωρία του δράστη. Τα ΜΜΕ κάνουν λόγο για «ανθρωπόμορφο κτήνος», «υποκριτικό τέρας», για έναν «ελεεινό άνθρωπο». Τότε ήταν που η ιδιότυπη ομερτά της κλειστής τοπικής κοινωνίας, «σπάει» και οι συγχωριανοί αρχίζουν να μιλάνε για μια προβληματική οικογένεια και για έναν πατέρα που εξέδιδε τα παιδιά του για να παίρνει λεφτά και να καλοπερνάει ο ίδιος.
«Δε καταλάβαινα τι είχα κάνει αλλά ούτε πώς το είχα κάνει. Ήταν σα να ήμουν σε ένα όνειρο, σε έναν εφιάλτη. Αυτή η αρρώστια με οδήγησε σε αυτές τις απάνθρωπες πράξεις» είχε ομολογήσει ο Δουρής on camera στη δημοσιογράφο του Mega, Ελίζα Καλλίτση.
Κάθε πρόσωπο τεκμαίρεται αθώο μέχρι να αποδειχθεί νόμιμα η ενοχή του. Για την περίπτωση ομολογίας του δράστη, δεν υπάρχει καμιά απολύτως εξαίρεση, όπως προβλέπει ο δημοσιογραφικός κώδικας δεοντολογίας. Ο Δουρής, όμως, έχει καταδικαστεί πριν καν δικαστεί.
Το ίδιο έγινε και στο πρωτόδικο δικαστήριο. Στις 23 Νοεμβρίου 1994, το Κακουργιοδικείο της Κορίνθου καταδικάζει τον Δουρή σε ποινή φυλάκισης 1 έτους για ασέλγεια, κάθειρξης 20 ετών για βιασμό και ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Στη δίκη αλλά και πριν, ο Δουρής αναιρεί την ομολογία του, αρνείται πως αυτός σκότωσε το παιδί του και με δηλώσεις του αφήνει να εννοηθούν διάφορα σενάρια. Τίποτα απ’ όλα αυτά, όμως, δεν έχει πλέον σημασία.
Ο άγραφος νόμος της φυλακής και μια προδιαγεγραμμένη αυτοκτονία
Όταν γίνεται γνωστό πως ο Δουρής θα μεταφερθεί στις φυλακές της Τρίπολης, οι τρόφιμοι απειλούν με εξέγερση. Οι αρχές τελικά τον μεταφέρουν στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Κέρκυρας. Στη διάρκεια της μεταφοράς ξυλοκοπείται άγρια, κακοποιείται και βιάζεται από τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Όταν βγαίνει από την κλούβα της αστυνομίας τα πλάνα των τηλεοπτικών καμερών δείχνουν έναν άνθρωπο πρησμένο από το ξύλο. Ο Δουρής είχε πέσει θύμα του άγραφου νόμου που εφαρμόζουν οι βαρυποινίτες σε περιπτώσεις παιδοκτονιών. Μέσα σε δύο χρόνια ο Δουρής αλλάζει τέσσερα διαφορετικά σωφρονιστικά ιδρύματα.
Τελικά, στις 24 Φεβρουαρίου 1996 ο Δουρής βρίσκεται κρεμασμένος με το καλώδιο της τηλεόρασης μέσα στο κελί του στις φυλακές της Τρίπολης. Ο φάκελος κλείνει οριστικά.
Τα σκοτεινά σημεία μιας φρικτής υπόθεσης
Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν ο Δουρής αυτοκτόνησε από τις τύψεις ή από την κακοποίηση που δεχόταν καθημερινά. Όπως κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν ο Δουρής είναι πράγματι ο δράστης της φρικτής αυτής ανθρωποκτονίας ή ένας από τους δράστες ή απλά του φόρτωσαν ένα έγκλημα που ποτέ δεν έκανε για να προστατευτούν άλλα πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση.
Το μόνο σίγουρο είναι πως το πόρισμα από τα εγκληματολογικά εργαστήρια της Ελληνικής Αστυνομίας, θα μπορούσε να είναι από μόνο του η αφορμή για να ερευνηθεί η υπόθεση. DNA του πατέρα βρέθηκε πάνω στο άψυχο κορμάκι του Νικόλα. Δεν ήταν το μόνο, όμως. Αταυτοποίητο μέχρι και σήμερα DNA που δείχνει ξεκάθαρα σεξουαλική αρρωστημένη πράξη, σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, βρέθηκε στο 6χρονο παιδί.
Η οικογένεια του Δουρή ακόμα και σήμερα αρνείται πως εκείνος είναι ο δράστης. Ο γιος του, Δημήτρης, είχε πει πως δράστης ήταν ένας «άλλος άνθρωπος από το χωριό που είχε ασελγήσει σε πάρα πολλά παιδάκια. Αλλά εκείνος είχε χρήματα και τον κάλυπταν». Κάτι αντίστοιχο έχει ισχυριστεί και η σύζυγός του Δουρή, Γεωργία, την οποία ο Δουρής μέσα σε ένα από παραληρήματα που είχε την είχε κατηγορήσει ως δράστη του εγκλήματος από κοινού με τον εραστή της. Εκείνη, ωστόσο, ποτέ δεν έφυγε από το πλευρό του.
Ο διορισμένος δικηγόρος (αφού κανείς άλλος δεν δεχόταν να τον αναλάβει) του Δουρή, Βασίλης Καρύδης, υποστηρίζει πως ο πελάτης του ήταν τελικά αθώος και πως υπό την πίεση της κοινής γνώμης αλλά και των ΜΜΕ, το δικαστήριο δεν εξέτασε όπως θα έπρεπε όλα τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή του.
«Από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης των εγκληματολογικών εργαστηρίων μπορεί να τεθεί εν αμφιβόλω η ταυτότητα του δολοφόνου του παιδιού. Μπορεί άλλος να είναι ο βιαστής κι άλλος ο δολοφόνος», είχε εκτιμήσει εκείνη την περίοδο, σε συνέντευξη του στην Ελευθεροτυπία, ο καθηγητής εγκληματολογίας και μετέπειτα υπουργός Δημόσιας Τάξης, Γιάννης Πανούσης.