Ξύπνημα από νωρίς, παρά το γεγονός ότι είναι Κυριακή, καφεδάκι στο σπίτι στα γρήγορα, ομπρέλα, καρεκλάκια, ψυγειάκι με φρούτα και σάντουιτς στο πορτ μπαγκάζ και φύγαμε για την παραλία. Ήμασταν διατεθειμένοι να κάνουμε μια διαδρομή 2,5 περίπου ωρών για να φτάσουμε κάπου όπου πραγματικά θα απολαύσουμε την ηρεμία και τη δροσιά της καθαρής θάλασσας, μακριά από τον χαμό της Αθήνας. Αμ, δε!
Το πλάνο προέβλεπε να ξεκινήσουμε νωρίς, να φτάσουμε σχετικά νωρίς σε μια παραλία σχετικά απομακρυσμένη, να απολαύσουμε ολόκληρη την ημέρα εκεί και να γυρίσουμε αργά στα σπίτια μας. Κι όλα αυτά, διότι σαν παρέα αποφεύγουμε σαν τον διάολο το λιβάνι της ασφυκτικά γεμάτες παραλίες της Αθήνας, με τις ξαπλώστρες που είναι τοποθετημένες η μία κυριολεκτικά πάνω στην άλλη και ασφυκτικά γεμάτες με κόσμο, αλλά και τα μπιτς μπαρ, που στήνουν με το ζόρι ένα ολοήμερο πάρτι στο οποίο ποτέ δεν περνούσαμε καλά.
Προορισμός ήταν η Εύβοια και μια πανέμορφη παραλία, γνωστή και σε ελεύθερους κατασκηνωτές, όπου για να φτάσεις πρέπει να ακολουθήσεις μια εξαιρετική διαδρομή μέσα μέσα από τα πεύκα και τα έλατα. Ο πρώτος στόχος, να φτάσουμε νωρίς, επιτεύχθηκε, και γύρω στις 10 στήναμε ήδη τις ομπρέλες στην παραλία. Τριγύρω επικρατούσε ηρεμία, οι κατασκηνωτές είχαν βγει από τις ζεστές σκηνές και απολάμβαναν το δροσερό νερό της θάλασσας. Όλα έμοιαζαν ιδανικά και ήμασταν πολύ ικανοποιημένοι με την επιλογή μας να κάνουμε όλη αυτή τη διαδρομή, θεωρώντας ότι η ημέρα θα μας αποζημιώσει.
Οι πρώτες βουτιές είχαν ήδη γίνει και πίναμε -χαλαρά αυτή τη φορά- τον δεύτερο καφέ της ημέρας. Μέσα στην ηρεμία και την ανεμελιά, τους ήχους της φύσης και της θάλασσας. Κι άλλος κόσμος άρχισε να καταφτάνει, αρχικά πολυπληθείς οικογένειες που έκαναν αισθητή την παρουσία τους στο χώρο. Γιαγιά, μαμά, μπαμπάς, παιδιά, θείοι και δεν ξέρω κι εγώ τι, κουβαλώντας ένα ολόκληρο σπιτικό. Και βέβαια φουσκωτά παιχνίδια που απλώθηκαν σε όλη την παραλία. Η μεγάλη παραλία γέμισε ξαφνικά από τις παιδικές φωνές, που διασκέδαζαν με την ψυχή τους. Και τις φωνές των γονέων, που τα κυνηγούσαν σε κάθε τους βήμα. Οκ, δικαίωμά τους, δεν μπορείς να πεις και τίποτα εδώ!
Γύρω στις 12:00, έκαναν την εμφάνισή τους οι παρέες νεαρών. Θορυβώδεις κι αυτές, αλλά με τρόπο διαφορετικό. Με τη μουσική τους και τις δυνατές φωνές τους, άρχισαν να διαμορφώνουν κάπως το κλίμα της υπόλοιπης ημέρας. Οι μπάλες και οι ρακέτες βγήκαν από τις τσάντες και, με εξαίρεση τις ξαπλώστρες, το περιβάλλον γύρω δεν διέφερε ιδιαίτερα από εκείνο το οποίο είχαμε προσπαθήσει να αποφύγουμε από το πρωί. Συμβιβαστήκαμε με την ιδέα, συζητώντας ότι ο δικός μας τρόπος χαλάρωσης δεν συνάδει απαραίτητα με τον υπολοίπων και άρα θα έπρεπε να το δεχτούμε. Απλώς δεν θα ξαναρχόμασταν για μπάνιο στη συγκεκριμένη παραλία. Θα μέναμε όσο αντέχαμε και όταν ο θόρυβος τριγύρω θα μας κούραζε, απλώς θα σηκωνόμασταν και θα φεύγαμε. Στα 35 μας είχαμε ήδη γεράσει, όπως λέγαμε μεταξύ σοβαρού και αστείου. Ήταν δικό μας το πρόβλημα και όχι των υπολοίπων.
Μέχρι που ένας θόρυβος μας έκανε όλους να γυρίσουμε τα κεφάλια μας. Ένα τζιπ έμπαινε μέσα στην παραλία με το λεπτό χαλικάκι, αφήνοντας τα σημάδια από τις ρόδες στο πέρασμά του. Ο «μάγκας» ήθελε να κάνει φιγούρα με το όχημά του και θεώρησε εντελώς φυσιολογικό να το παρκάρει δίπλα στις ομπρέλες με τις πόρτες ανοιχτές και τη μουσική στο τέρμα για να διασκεδάσει την παρέα του που είχε φτάσει νωρίτερα με Παντελίδη και Πάολα, αδιαφορώντας παντελώς για τους υπόλοιπους.
Άλλες παρέες είχαν… οριοθετήσει τον χώρο τους στην παραλία με πέτρες τοποθετημένες τριγύρω από τα πράγματά τους, με αποτέλεσμα για να διασχίσεις μια απόσταση να πρέπει να κάνει διάφορα ζιγκ ζαγκ έξω από τον «χώρο» τους. Κάποιος μάλλον τους είπε ότι η έννοια της ιδιοκτησίας ισχύει και στην παραλία, με τη λογική όποιος πρόλαβε πήρε.
Και πάνω εκεί που έλεγες ότι τα πράγματα δεν μπορούσαν να γίνουν χειρότερα, καπνοί άρχισαν να σηκώνονται στην παραλία και η μυρωδιά από τα ψητά έφτανε μέχρι τη μύτη σου. Παραπέρα, κανά δυο παρέες είχαν φανταστεί την ημέρα ως ένα πικ νικ στην παραλία, είχαν κουβαλήσει τις ψησταριές τους και τα κρεατικά τους και έψηναν μπριζόλες, σουβλάκια και λουκάνικα! Πάντα συνοδεία μουσικής. Ε, όχι, δεν έχουμε γεράσει τόσο. Άλλοι έχουν πρόβλημα σεβασμού στον διπλανό τους.
Η κατάσταση τριγύρω ήταν τόσο κωμικοτραγική, η ιδέα της χαλαρής Κυριακής στην παραλία είχε αποδειχθεί φιάσκο και όλοι κοιταζόμασταν προσπαθώντας να καταλάβουμε πώς θα αντιδράσουμε. Να πας να κάνει παρατήρηση; Ε, και; Θα σε αγνοήσουν. Μπορεί και να τσακωθείς κιόλας. Κανείς δεν μιλούσε. Δυσφορία έβλεπες και σε άλλες παρέες τριγύρω για το όλο κλίμα που είχε δημιουργηθεί, αλλά μέχρι εκεί.
Η ώρα ήταν 15:00 και η εκδρομή μας τελείωνε άδοξα. Μια τελευταία βουτιά, τα μπογαλάκια μας στο αμάξι και πίσω για το σπίτι. Τόσο μελάνι έχει χυθεί για τους γραπτούς και άγραφους κανόνες καλής συμπεριφοράς στην παραλία, αλλά φαίνεται ότι ορισμένα πράγματα δεν αλλάζουν ή τουλάχιστον απαιτούν πολύ χρόνο ακόμη για να εμπεδωθούν. Ο σεβασμός στη διαφορετικότητα των άλλων παραμένει έννοια άγνωστη για ορισμένους που θεωρούν ότι τα πάντα γύρω τους τους ανήκουν απλά έτσι. Και αρνούμαι να δεχτώ το επιχείρημα ότι ήταν λάθος η επιλογή της συγκεκριμένης παραλίας, διότι αυτά δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν πουθενά.
Το αποτέλεσμα, εν κατακλείδι, ήταν ότι σε αυτή την περίπτωση οι άλλοι είχαν κερδίσει, εμείς είχαμε χάσει λόγω της επιλογής μας να μην αντιδράσουμε και ο χώρος ήταν πλέον και επίσημα δικός τους…