Ένας από τους χάκερ με την ισχυρότερη φήμη στον πλανήτη για τη δράση του ήταν ο Κέβιν Μίτνικ. Ο διάσημος Αμερικανός κατάφερε να εισβάλει τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και υποκλέπτοντας δεδομένα. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Φωτογραφίες-Βίντεο: Γιάννης Κέμμος Καταδικάστηκε σε φυλάκιση για ηλεκτρονικά εγκλήματα και κατοχή πλαστών στοιχείων, ενώ στο διάστημα της δικαστικής του περιπέτειας απέκτησε υποστηρικτές, και θεωρήθηκε από πολλούς ως ο μεγαλύτερος χάκερ. Έχοντας πλέον επιστρέψει στη νομιμότητα αυτή τη στιγμή, διατηρεί μία από τις σημαντικότερες εταιρείες κυβερνοασφάλειας, ενώ συχνά παραδίδει ομιλίες για την ασφάλεια στο διαδίκτυο. Ο Φάνης Κασίμης υπήρξε ο σημαντικότερος ελληνικός χάκερ έως και το 2012. Άνδρες της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος τον συνέλαβαν την 1η Μαρτίου του 2012. Μία ημερομηνία που ο ίδιος αδυνατεί να διαγράψει από τη μνήμη του. Ο «Κόνδορ», όπως ήταν το ψευδώνυμό του κινήθηκε στα όρια της παρανομίας, χωρίς κανένα οικονομικό όφελος. Σήμερα παρέχει τις γνώσεις του σε εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ναυτιλιακές, δικηγορικά γραφεία και άλλους φορείς υψηλού οικονομικού ενδιαφέροντος. «Με την άδεια των εταιρειών χακάρουμε τα συστήματά τους για να μπορέσουμε να εντοπίσουμε πιθανά κενά ασφαλείας», λέει εξηγώντας σχετικά με τη σημερινή, νόμιμη πλέον, δραστηριότητά του, πριν του ζητήσω να μου μιλήσει για τη στιγμή της σύλληψής του… «Τότε λοιπόν βρισκόμουν στο Ναύπλιο οικογενειακώς», λέει καθώς γυρίζει τέσσερα και κάτι χρόνια πίσω. «Εργαζόμουν σε ένα εργοστάσιο μαρμάρων. Θυμάμαι ότι εμφανίστηκαν δύο κύριοι και με αναζήτησαν. Ο ένας από τους δύο με ρώτησε: «Έχεις ίντερνετ στο σπίτι σου; Ποιος ασχολείται;» «Η μητέρα μου», απάντησα εγώ. «Αποκλείεται η μητέρα σου να κάνει αυτά που ερευνούμε εμείς. Οπότε καταλαβαίνεις γιατί ήρθαμε», ανταπάντησε. Όταν φτάσαμε στο σπίτι με περίμεναν διάφορα στελέχη της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, μαζί με το διοικητή της Ασφάλειας Ναυπλίου, παρουσία εισαγγελέα. Κατάσχεσαν μηχανήματα και διάφορα άλλα πράγματα που βρήκαν. Στη συνέχεια με οδήγησαν στην ασφάλεια του Ναυπλίου για κατάθεση, ενώ την επόμενη μέρα με είχε καλέσει ο Μανώλης Σφακιανάκης στο γραφείο του. Έτσι, ξεκίνησα για την Αθήνα για να πάω στη ΓΑΔΑ να μιλήσω προσωπικά μαζί του. Θυμάμαι όταν άνοιξε την πόρτα του γραφείου του και μου έδωσε το χέρι, με αγκάλιασε και μου είπε: «Δεν είμαστε αντίπαλοι, είμαστε στο ίδιο στρατόπεδο». «Πώς είμαστε στο ίδιο στρατόπεδο, ενώ με συλλαμβάνεις;», εξέφρασα την απορία μου. Έμεινα πέντε ώρες στο γραφείο του. Εκείνος με προέτρεψε να χρησιμοποιήσω τις γνώσεις μου, για να ανοίξω δική μου εταιρεία προστασίας των διαφόρων εταιρειών από τους κυβερνοεγκληματίες. Θυμάμαι πολύ έντονα πως τον είχα ρωτήσει γιατί με συνέλαβε, τη στιγμή που οι περισσότεροι hacker του εξωτερικού συνεργάζονται με τις κρατικές υπηρεσίες. Για παράδειγμα η τουρκική red hack είναι απευθείας συνδεδεμένη με τις κρατικές υπηρεσίες της Τουρκίας. Στην Ελλάδα όμως ποτέ δεν σκέφτηκε κάποιος ότι θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε με το κράτος. Όταν μάλιστα τέθηκε στο τραπέζι το συγκεκριμένο ενδεχόμενο, η απάντηση ήταν ότι θα μπορούσαμε να καταδικαστούμε ακόμα και για κατασκοπεία, και πώς ήταν δυνατόν να συζητάμε για συνεργασία».
«Εάν κλείσω το indymedia θα καεί η Αθήνα»
«Μία ακόμα απορία την οποία είχα, ήταν γιατί ο κύριος Σφακιανάκης συνέλαβε εμένα κι όχι τους διαχειριστές του indymedia, μέσα στο οποίο γράφονται πολλά. Το μόνο που κάναμε ήταν να προασπίζουμε τα ιντερνετικά συμφέροντα της Ελλάδας. Η απάντησή του ήταν ότι «Εάν κλείσω το indymedia, την επόμενη ημέρα θα καεί όλη η Αθήνα». «Τώρα που με συνέλαβες δεν φοβάσαι μην τυχόν πέσει το δίκτυο σε όλη την Αθήνα σε αντίποινα;», τον ρώτησα μεταξύ σοβαρού και αστείου. «Αυτό που απάντησε ήταν ότι είχα το μέλι μπροστά μου και δεν βούτηξα το δάχτυλό μου στο βαζάκι. Δεν πείραξα ποτέ ούτε ένα ευρώ. Υπάρχουν μάλιστα πολλές αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες όταν εντοπίζαμε κενά στο τραπεζικό σύστημα, ενημερώναμε τους διαχειριστές τη στιγμή που όλοι οι hacker του πλανήτη εκμεταλλεύονται ανάλογες καταστάσεις για να βγάλουν λεφτά. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που τώρα είμαι απέναντί σου. Εάν είχαμε κλέψει χρήματα, η αντιμετώπιση απέναντί μας θα ήταν εντελώς διαφορετική. Αιτιολογώντας μάλιστα τη σύλληψή μου, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι τον τελευταίο καιρό είχαμε γίνει πολύ αλαζόνες. Είχαμε τη δύναμη και τις γνώσεις να λυγίσουμε οποιοδήποτε πληροφοριακό σύστημα», λέει ο Φάνης. Εκείνος και η ομάδα του ποτέ δεν επιδίωξε να βγάλει χρήματα με όπλο το hacking. «Ξεκινήσαμε να στήνουμε την ομάδα μας, ως παρέα φίλων και όχι ως τρομοκρατική οργάνωση όπως κάποιοι προσπάθησαν να μας προσάψουν. Δεν σκεφτόμαστε να κάνουμε κάτι παράνομο. Σκεφτείτε μάλιστα ότι οι εκτιμήσεις της εποχής ανέφεραν ότι είμαστε μία καλά οργανωμένη ομάδα εγκληματιών με αρχηγό, υπαρχηγό και εκτελεστικά μέλη».
Απαντώντας στα χτυπήματα ξένων χωρών και κυρίως της Τουρκίας
«Εν πάσει περιπτώσει όμως, την εποχή που ξεκινήσαμε, βρισκόταν σε εξέλιξη η υπόθεση Οτσαλάν. Διάφοροι χάκερ γειτονικών χωρών είχαν εισβάλλει σε ελληνικές ιστοσελίδες. Θελήσαμε να αμυνθούμε και να απαντήσουμε στις επιθέσεις τους. Έτσι αναπτύξαμε τη δράση μας. Δεν καταστρέψαμε, δεν πήραμε λεφτά, καθότι δεν ήταν αυτός ο σκοπός μας. Αυτό που θέλαμε να διαπιστώσουμε ήταν κυρίως εάν μπορούσαμε να αντεπεξέλθουμε και να απαντήσουμε στις προκλήσεις». «Τα πιο συχνά χτυπήματα εκείνης της εποχής είχαν στόχο κυβερνητικές ιστοσελίδες, καθώς και μεγάλες ιστοσελίδες ειδησεογραφικού περιεχομένου αλλά και εταιρείες μεγάλου βεληνεκούς. Θυμάμαι ότι είχαν μπει στο υπουργείο Εξωτερικών, προβάλλοντας μήνυμα της ομάδας Red Hack της Τουρκίας». «Το μόνο που μας ένοιαζε ήταν να χτίσουμε τη φήμη μας. Ήταν καθαρά επίδειξη δύναμης και γνώσεων. Φαντάσου ότι δεν χρησιμοποιούσαμε το μέγιστο της κρυπτογράφησης και προστασίας που θα μπορούσαμε. Δεν θεωρούσαμε ότι κάνουμε κάτι κακό. Κάποιοι προσπάθησαν να μας εντάξουν σε πολιτικά κόμματα. Πολλοί είπαν ότι ήμαστε το μακρύ χέρι της Χρυσής Αυγής. Ωστόσο ποτέ δεν ταυτιστήκαμε με κόμματα. Καμία σχέση δεν θέλαμε, ούτε θέλουμε να έχουμε μαζί τους.
Η αρχή της διαδρομής και ο πρώτος Amstrad
Περιγράφοντας την αρχή της διαδρομής, ο ίδιος λέει πως από τότε που θυμάται τον εαυτό μου… συναναστρεφόταν με υπολογιστές. «Ο πατέρας μου στα 13 μου είχε φέρει έναν Amstrad CPC 474 με κασέτα, ο οποίος είχε ως μοναδική γλώσσα προγραμματισμού τη Basic One. Δεδομένου ότι τα παιχνίδια δεν με κάλυπταν την εποχή εκείνη, ήθελα να αναπτύξω τις γνώσεις μου. Αυτό που επιδίωκα ήταν να δίνω εντολή στον υπολογιστή κι εκείνος να εκτελεί για λογαριασμό μου». «Διάβασα και ξενύχτησα πολύ καιρό. Ασχολήθηκα με τον προγραμματισμό, αργότερα ήρθε στη ζωή μας το ίντερνετ και σταδιακά γνώρισα κάποια άτομα, τα οποία είχαν επίσης διάθεση για προγραμματισμό. Με τον καιρό καταλήξαμε να ασχολούμαστε με αυτό που ονομάζεται hacking. Θυμάμαι ότι είχαν γίνει και ορισμένα χτυπήματα στην Αμερική εκείνη την περίοδο, τα οποία μας επηρέασαν. Ιδιαίτερη εντύπωση όμως μας είχε κάνει το γεγονός ότι κάποιοι μπήκαν στο υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ, τη στιγμή που στην Ελλάδα βρισκόμαστε ακόμα στην εποχή των καλωδίων και δεν είχαμε ιδέα από hacking». «Μας άρεσε όλο αυτό. Σταδιακά η περιέργεια μας ώθησε να μάθουμε τι ήταν το hacking. Υπήρχε κάποιο χάπι; Κάποια ειδική γνώση που μπορούσαμε να λάβουμε την ίδια στιγμή και να γίνουμε πανίσχυροι hacker την αμέσως επόμενη ημέρα;», περιγράφει ο Φάνης Κασίμης. Ζητώντας του περισσότερες πληροφορίες για το darknet το χώρο στον οποίο φιλοξενούνται ιστοσελίδες με κρυπτογραφημένο περιεχόμενο και παράνομες δραστηριότητες, εξηγεί ότι όλες οι συναλλαγές γίνονται με bitcoin, εξασφαλίζοντας απόλυτη ανωνυμία στις συναλλαγές μέσω διαδικτύου. Ως τάση η οποία εκδηλώνεται ιδιαίτερα έντονα τον τελευταίο καιρό στο darknet, ο Φάνης παρουσιάζει το Tor, με το οποίο όπως λέει στο βίντεο που ακολουθεί έχει γίνει μεγάλος ντόρος, χωρίς να είναι κάτι καινούργιο, όπως πολλοί πιστεύουν.
Το δίκτυο που δημιουργήθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ
«Πρόκειται για ένα underground δίκτυο. Δεν έχει καμία σχέση με το φανερό ίντερνετ που όλοι γνωρίζουμε, αλλά για ένα δίκτυο που δημιουργήθηκε από το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου με σκοπό να ανταλλάσσουν κρυπτογραφημένες συνομιλίες μεταξύ τους οι ένοπλες δυνάμεις της Αμερικής», εξηγεί.
Το Tor και η δράση του Εσκομπάρ
Λέγεται ότι το συγκεκριμένο δίκτυο -στην αρχική του μορφή- παραβιάστηκε από άτομα που είχαν δοσοληψίες με την ομάδα του Πάμπλο Εσκομπάρ και το καρτέλ ναρκωτικών της Κολομβίας, το οποίο έστελνε μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης στην Αμερική, με σκοπό να μπορούν οι ναρκέμποροι να επικοινωνούν κρυπτογραφημένα μεταξύ τους. «Σε κάθε περίπτωση οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έχουν πλέον παγιδεύσει κόμβους του Tor με σκοπό την αντιμετώπιση των κυβερνοεπιθέσεων και του ηλεκτρονικού εγκλήματος», σημειώνει ο Φάνης Κασίμης.
Ναρκωτικά, όπλα και συμβόλαια θανάτου μέσω διαδικτύου
«Ένα από τα διάσημα ηλεκτρονικά καταστήματα του Τor ήταν το Silkroad, το οποίο πωλούσε μεταξύ άλλων ναρκωτικά και όπλα καινούργια ή μεταχειρισμένα. Η συγκεκριμένη σελίδα ωστόσο δεν υφίσταται πλέον, δεδομένου ότι την κατέβασε το FBI». Ο ίδιος τονίζει ότι οι σελίδες στο darknet είναι σαν τη Λερναία Ύδρα. «Όσα κεφάλια και αν κοπούν, θα γεννηθούν ακόμα τόσα και πολλά περισσότερα». «Επί της ουσίας το Tor δίνει το χώρο για ανάπτυξη εγκληματικών δραστηριοτήτων σε χάκερ, οι οποίοι πωλούν παράνομες υπηρεσίες και πληρώνονται σε ηλεκτρονικό νόμισμα Bitcoin. Μέσω Τor μπορεί να προμηθευτεί κανείς ανθρώπινα όργανα, όπλα και πλαστές ταυτότητες ή κλεμμένες πιστωτικές κάρτες, αλλά και κλεμμένα αυτοκίνητα. Ακόμα και συμβόλαια θανάτου εκπληρώνονται μέσω Tor», εξηγεί στο βίντεο που ακολουθεί ο Φάνης Κασίμης.
Συζητώντας για το ρόλου του ίντερνετ, επισημαίνει ότι λειτουργεί όπως και το μαχαίρι. Μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει για να κόψει το ψωμί, αλλά και για να σκοτώσει. «Ακούσαμε για παράδειγμα ότι η Ρωσία εισχώρησε στα αποτελέσματα των ΗΠΑ και άλλαξε το εκλογικό αποτέλεσμα. Όλα είναι πιθανά να συμβούν. Άλλωστε ο κυβερνοπόλεμος είναι υπαρκτός μεταξύ των κρατών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η υπόθεση Stuxnet, στην οποία ένα απλό malware εισχώρησε σε πυρηνικό εργοστάσιο και το διέλυσε σε μία προσπάθεια των ΗΠΑ να σαμποτάρουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν». Δείτε όλα τα θέματα του Weekend