Τι θόρυβο κάνει άραγε ένας πόλεμος όταν ξεκινά; Προφανώς κανέναν αν δεν υπάρχει ένα αυτί να τον ακούσει και μια πένα να τον καταγράψει.
Η ιστορία και η ζωή της βρετανίδας δημοσιογράφου Clare Hollingworth είναι συναρπαστική. Η 105 ετών σήμερα Βρετανίδα χάραξε μια πορεία στη δημοσιογραφία με κύρια χαρακτηριστικά το ήθος και την ακρίβεια στην καταγραφή γεγονότων. Η Hollingworth θα μείνει στην ιστορία γιατί πρώτη μετέφερε την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το Σεπτέμβριο του 1939. Η γυναίκα που χρειάστηκε να βάλει το ακουστικό κοντά στα τανκς για να πείσει ότι έλεγε την αλήθεια.
Γεννημένη στις 10 Οκτωβρίου 1911, σε μια εποχή που οι γυναίκες δημοσιογράφοι ήταν ελάχιστες, το πάθος και η αγάπη της για τη δημοσιογραφία την έκαναν αμέσως να ξεχωρίσει και να βρεθεί στην καρδιά σημαντικών γεγονότων: κάλυψε τον πόλεμο στην Αφρική, την Αλγερία, το Άντεν της Υεμένης, καθώς και τον πόλεμο ανάμεσα στις στρατιωτικές δυνάμεις της Ινδίας και του Πακιστάν.
Όλες οι δημοσιογραφικές επιτυχίες της ήταν αποτέλεσμα της επιθυμίας της να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Κουβαλώντας στις αποστολές μόνο μια οδοντόβουρτσα, μια γραφομηχανή και ένα πιστόλι για την ασφάλειά της κατάφερνε να έχει τις καλύτερες δημοσιογραφικές πηγές, γι΄ αυτό και είχε κατηγορηθεί από την MI5 ότι ήταν μυστικός πράκτορας για την κυβέρνηση της Πολωνίας.
Το λαβράκι του Β’ Παγκοσμίου
Ήταν το καλοκαίρι του 1939 όταν προσελήφθη στην εφημερίδα Daily Telegraph. Ο ζήλος της να είναι ο ανταποκριτής μεγάλων γεγονότων ήταν μεγάλος και έτσι δεν άργησε να ζητήσει από το αφεντικό της να τη στείλει στην Πολωνία για να καλύψει τις διαπραγματεύσεις με την Γερμανία.
Όταν έφτασε στη χώρα δανείστηκε το αυτοκίνητο του βρετανού πρόξενου ώστε να μπορεί να κάνει με άνεση το ρεπορτάζ της στα σύνορα της Πολωνίας με τη Γερμανία. Επιστρέφοντας μια μέρα στο ξενοδοχείο της παρατήρησε ότι ο άνεμος είχε σηκώσει τα βαριά σακιά που οριοθετούσαν τα σύνορα. «Ξαφνικά μια μεγάλη ριπή του ανέμου παρέσυρε τα σακιά» είχε πει χαρακτηριστικά, αποκαλύπτοντας χιλιάδες τανκς της Βέρμαχτ που είχαν παραταχθεί σε θέση μάχης.
Αμέσως κάλεσε τον φίλο της Robin Hankey, γραμματέα στη βρετανική πρεσβεία της Βαρσοβίας. «Robin» ξεκίνησε να λέει, «ο πόλεμος άρχισε». Εκείνος δεν την πίστεψε αφού οι δύο κυβερνήσεις βρίσκονταν ακόμα σε διαπραγματεύσεις. Έτσι η Clare αναγκάστηκε να βγάλει το ακουστικό του τηλεφώνου έξω από το παράθυρο ώστε να ακούσει ο Hankey τον ήχο των τανκς.
Το νέο δεν άργησε να διαδοθεί. Ήταν Σεπτέμβριος του 1939 και η ναζιστική Γερμανία είχε εισβάλλει στην Πολωνία. Με μία σαρωτική στρατιωτική επιχείρηση, από ξηρά και αέρα, ο ναζιστικός στρατός αιφνιδίασε τους Πολωνούς και μέσα σε μια εβδομάδα είχε διαλύσει σχεδόν την άμυνα τους. Στο τέλος του μήνα η Βαρσοβία θα παραδοθεί. Είναι η επίθεση που θα σημάνει την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. «1.000 τανκς μπήκαν στα πολωνικά σύνορα. Δέκα μεραρχίες έτοιμες για το δυνατό χτύπημα» ήταν ο τίτλος της Telegraph στο ρεπορτάζ που σημάδεψε τη ζωή της Clare Hollingworth.
Άλλη μία δημοσιογραφική επιτυχία της ήταν η αποκάλυψη της εξαφάνισης και αυτοεξορίας του Κιμ Φίλμπι στη Μόσχα, με τον οποίο κάλυπταν μαζί τα πολεμικά γεγονότα στη Βηρυττό, εκείνη για τον Guardian και εκείνος για τον Observer. Ο Άγγλος δημοσιογράφος είχε κυρίως κερδίσει τη φήμη του ως ένας από τους μεγαλύτερους κατασκόπους του 20ου αιώνα, που δρούσε υπέρ της Σοβιετικής Ένωσης στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως όμως στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
Η Clare ήταν εκείνη που αποκάλυψε ότι ο Φίλμπι, που είχε εξαφανιστεί τον Ιανουάριο του 1963, είχε επιβιβαστεί σε σοβιετικό φορτηγό πλοίο που βρισκόταν στη Βηρυτό. Χρειάστηκε τρεις μήνες για να πείσει η βρετανή δημοσιογράφος τον αρχισυντάκτη της να δημοσιεύσει το ρεπορτάζ, το οποίο τελικά «θάφτηκε» στην έβδομη σελίδα της εφημερίδας, προκαλώντας όμως αίσθηση. Λίγο μετά τη δημοσιοποίηση της είδησης η κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι ο Φίλμπι είχε αυτοεξοριστεί στη Μόσχα.
Η υπερήλικας που ακόμη πιστεύει ότι κάνει ρεπορτάζ
Η Clare παντρεύτηκε δύο φορές στη ζωή της και έχει μια θετή κόρη από το δεύτερο γάμο της με τον Geoffrey Hoare, ο οποίος απεβίωσε το 1965. Από το 1980 ζει στο Χονγκ Κονγκ και είναι τιμώμενο μέλος του κλαμπ Ξένων Ανταποκριτών της περιοχής.
Πέρσι γιόρτασε τα 104α γενέθλιά της και δυστυχώς η κατάσταση της υγείας της δεν είναι πλέον καθόλου καλή. Ο δημοσιογράφος του Independent Robert Fisk, που την επισκέφτηκε πέρσι στο Χονγκ Χονγκ, για να συνομιλήσει με τη δημοσιογράφο-θρύλο, μιλάει για μια γυναίκα με ασθενή πλέον όραση, στιγμιαίες αναλαμπές στη μνήμη της, για μια γυναίκα που ακόμα πιστεύει ότι κάνει ρεπορτάζ.
«Έχω υπάρξει τυχερή. Δουλεύω σκληρά» λέει και ανακοινώνει ότι έγραψε το τελευταίο της άρθρο μία μέρα πριν, σε μια από τις παραισθήσεις της, που έρχονται και φεύγουν στην καθημερινότητά της. Όταν ο δημοσιογράφος τη ρωτά αν ξέρει ότι έβγαλε το μεγαλύτερο λαβράκι του αιώνα εκείνη απαντά: «Κάτι έχω καταλάβει» και έπειτα γελά και ζητάει ένα ποτήρι κόκκινο κρασί.
Η μνήμη έρχεται και φεύγει. «Είναι απίστευτο, είμαι 104» λέει σε μια προσωρινή αναλαμπή. Γιατί όμως επέλεξε να γίνει δημοσιογράφος; «Μου ζήτησαν να το κάνω. Το ευχαριστιόμουν. Είναι ωραίο να είσαι υπεύθυνος για τόσα πράγματα. Καταλαβαίνεις;» λέει απευθυνόμενη στον Robert Fisk.
Και πώς βλέπει το μέλλον των εφημερίδων; «Οι εφημερίδες θα καταλήξουν στον υπολογιστή» λέει, επισημαίνοντας πόσο κακό μπορεί να είναι αυτό για τη δημοσιογραφία. «Γιατί είναι κακό αυτό;» ρωτάει ο Fisk και η απάντηση είναι αποστομωτική. «Γιατί πρέπει να νιώθεις το χαρτί».