Στο ρυθμό των προκριματικών εκλογών ζει η Αμερική καθώς οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων αναμετρώνται για το ποιος θα διεκδικήσει την θέση του επόμενου προέδρου. Ήδη σε δύο Πολιτείες, την Αϊόβα και το Νιού Χαμσάιρ, η διαδικασία των προκριματικών έχει ολοκληρωθεί, δίνοντας μια αμυδρή εικόνα για την αποδοχή των υποψηφίων από τους πολίτες. Οι πρώτες αυτές αναμετρήσεις, μάλιστα, δίνουν συνήθως στους νικητές το μομέντουμ για να κερδίσουν το χρίσμα του κόμματός τους, λόγω της στιγμής που διεξάγονται. Στο εκλογικό ημερολόγιο, ακολουθούν η Νεβάδα και η Νότια Καρολίνα για να φτάσουμε στην 1η Μαρτίου και την «Σούπερ Τρίτη», όποτε και διεξάγονται αναμετρήσεις σε έναν μεγάλο αριθμό Πολιτειών. Ο εκλογικός πυρετός στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, θα κορυφωθεί το Νοέμβριο και συγκεκριμένα στις 8 του μηνός, όποτε και διεξάγονται οι προεδρικές εκλογές. Μέχρι την ανάδειξη του νέου προέδρου των ΗΠΑ, όμως, έχουμε πολύ δρόμο ακόμη. Όσο περνούν οι μέρες, ο αγώνας των διεκδικητών για το χρίσμα του κόμματος κορυφώνεται, με τους υποψηφίους να καταφεύγουν σε διάφορα μέσα προκειμένου να χτυπήσουν τους αντιπάλους τους και να πείσουν το εκλογικό σώμα. Στον αγώνα αυτό, σημαντικό ρόλο παίζουν, όπως και σε άλλες χώρες φυσικά, τόσο τα ΜΜΕ που πολλά εξ αυτών δηλώνουν ανοιχτά ποιον υποψήφιο στηρίζουν, όσο και τα συμφέροντα και οι επιχειρηματίες που κρύβονται πίσω από τη χρηματοδότηση της κάθε καμπάνιας. Από την άλλη, όπως θα δούμε παρακάτω, οι υποψήφιοι εκτός από τις τηλεοπτικές τους εμφανίσεις και τα ντιμπέιτ, δίνουν τη μάχη και στο διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα. Οι ίδιοι, τέλος, δεν φαίνονται ιδιαίτερα συγκρατημένοι στις δηλώσεις τους, καθώς έχουν πιαστεί ακόμη και να ψεύδονται, κάτι που βέβαια δεν το κάνουν όλοι με την ίδια ζέση. Ας τα δούμε, όμως, αναλυτικά…
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Ιδιαίτερα κρίσιμος είναι ο ρόλος των ΜΜΕ για την προβολή των υποψηφίων και τη δημοφιλία που αποκτούν μεταξύ των ψηφοφόρων. Έτσι, θα περίμενε κανείς, τα μίντια να δίνουν ανάλογο χρόνο σε όλους τους διεκδικητές του χρίσματος, κι αν όχι ανάλογο, τουλάχιστον να προσπαθούν αν ισο-μοιράζουν το ποσοστό προβολής του καθενός. Ωστόσο, όπως καταδεικνύει πλήθος δημοσιευμάτων, κάθε άλλο παρά κάτι τέτοιο συμβαίνει. Ας αρχίσουμε με το μιντιακό φαινόμενο των εκλογών αυτών που δεν είναι άλλος από τον ρεπουμπλικανό Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κατάφερε να βρίσκεται στο επίκεντρο των ΜΜΕ, με τις προκλητικές δηλώσεις του για τους μεξικανούς μετανάστες που «είναι όλοι βιαστές», για τους Μουσουλμάνους οι οποίοι θα πρέπει σύσσωμοι να διωχθούν από τις ΗΠΑ, αλλά και για τις άκρως σεξιστικές δηλώσεις του για τις γυναίκες και το ρόλο του φύλου τους. Μπορεί ορισμένοι να ανέμεναν ότι τέτοιες δηλώσεις και μάλιστα με την προβολή που είχαν, θα έπλητταν την εικόνα του Τραμπ, αλλά στην πραγματικότητα συνέβη το εντελώς αντίθετο. Όπως κατέδειξε η Washington Post, όσο μεγαλύτερη ήταν η κάλυψη των δηλώσεων Τραμπ από τα ΜΜΕ -ανεξάρτητα από το αν ήταν θετική ή αρνητική- τόσο πιο μεγάλη ήταν η δημοφιλία του στις δημοσκοπήσεις. Όταν όμως και άλλοι υποψήφιοι προχώρησαν σε αμφιλεγόμενες δηλώσεις και τα Μέσα έστρεψαν το ενδιαφέρον πάνω τους, τα ποσοστά του Τραμπ άρχισαν αναλόγως να συρρικνώνονται. Το πόρισμα της εφημερίδας ήταν λοιπόν ξεκάθαρο: Κάθε προβολή του Τραμπ -όσο αρνητική κι αν είναι-, στην πραγματικότητα το μόνο που κάνει είναι να τον βοηθά ή για να το θέσουμε διαφορετικά: Η κακή δημοσιότητα για τον Τραμπ είναι καλύτερη από την καθόλου και οι προκλητικές δηλώσεις του πουλάνε! Βάσιμα θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Τραμπ αξίζει την προβολή που απολαμβάνει, καθώς οι απόψεις του βρίσκουν σύμφωνο ένα μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικάνων. Εάν τα ΜΜΕ δεν προέβαλαν τις απόψεις ενός τόσο μεγάλου ποσοστού της αμερικανικής κοινωνίας, τότε βάσιμα θα κατηγορούνταν για προνομιακή μεταχείριση. Κι όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει με άλλους υποψηφίους! Ο Μπέρνι Σάντερς έχει καταφέρει να κοντράρει στα ίσα το μεγάλο φαβορί των Δημοκρατικών, τη Χίλαρι Κλίντον, έχοντας μεγάλος μέρος των ψηφοφόρων του κόμματος στο πλάι του. Ακόμη και πριν τις πρώτες προκριματικές εκλογές, ο Σάντερς απολάμβανε σε εθνικό επίπεδο μεγαλύτερη δημοφιλία από τον Τραμπ, μεταξύ των ψηφοφόρων. Ωστόσο, ο τηλεοπτικός χρόνος που λάμβανε άγγιζε το 0,4% (!) σε σύγκριση με αυτόν του Τραμπ, όπως είχε δείξει ο βρετανικός Guardian. Ευθύνη γι’ αυτό είχαν και οι λογής-λογής «ειδικών» που προέβλεπαν ότι ο Σάντερς θα ήταν μια «διασκεδαστική» εναλλακτική η οποία όμως γρήγορα θα σαρωνόταν από το μεγαθήριο Κλίντον. Και σε αυτή την περίπτωση όμως, δεν δικαιολογείται το γεγονός ότι ο Τραμπ είχε φτάσει σε σημείο να απολαμβάνει μεγαλύτερη προβολή από τα ΜΜΕ, ακόμη και από το άθροισμα όλων των δημοκρατικών υποψηφίων, σύμφωνα με την Washington Post!
Η χρηματοδότηση των υποψηφίων
Τα τεράστια ποσά χρηματοδότησης προς συγκεκριμένους υποψηφίους από επιχειρηματικά και άλλα συμφέροντα έχουν βρεθεί ουκ ολίγες φορές στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης. Ωστόσο, οι φετινές προκριματικές εκλογές αποδεικνύουν ότι παρότι τα χρήματα παίζουν ρόλο στην πολιτική, τα οφέλη που μπορούν να αποφέρουν σε δημοτικότητα είναι μάλλον περιορισμένα, τουλάχιστον σε πρώτη ανάγνωση. Για παράδειγμα, μέχρι τα τέλη του Δεκεμβρίου ο Τζεμπ Μπους ήταν πρωταθλητής μεταξύ των υποψηφίων στις δαπάνες για διαφήμιση, έχοντας ξοδέψει σχεδόν 30 εκατ. δολάρια! Κι όμως, η δημοτικότητά του όπως καταγραφόταν στις δημοσκοπήσεις, ανέβηκε κατά μόλις 5 ποσοστιαίες μονάδες. Στον αντίποδα, ο Τραμπ πλήρωσε τα λιγότερα μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων για διαφήμιση κι όμως είδε τα ποσοστά του να εκτοξεύονται, κάτι που βέβαια ίσως οφείλεται και στο ρόλο που έπαιξαν τα Μίντια και μάλιστα αφιλοκερδώς… Ο μόνος από το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων που πράγματι είδε αποτέλεσμα με τα 10 εκατ. δολάρια που ξόδεψε μέχρι το Δεκέμβρη ήταν ο Μάρκο Ρούμπιο. Πώς μεταφράστηκε η αύξηση των κονδυλίων για διαφήμιση άλλαξε τα δημοκοπικά ποσοστά των ρεπουμπλικάνων υποψηφίων από το Σεπτέμβριο μέχρι το Δεκέμβριο… Από την άλλη, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα των δωρεών στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, όπου η καμπάνια του Μπέρνι Σάντερς κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω από 2,2 εκατ. δολάρια, σπάζοντας το αντίστοιχο ρεκόρ του Μπάρακ Ομπάμα. Παρότι μάλιστα ο μέσος χρηματοδότης του Σάντερς προσέφερε μόλις 25 δολάρια για την καμπάνια, ο υποψήφιος κατάφερε να κερδίσει την Χίλαρι, σύμφωνα με τους New York Times.
Τα ψέματα των υποψηφίων
Όπως σε όλες τις χώρες, έτσι και στις ΗΠΑ, η λέξη ψέμα είναι ταυτισμένη με τον πολιτικό κόσμο. Κι ενώ η διάψευση των δεσμεύσεων και υποσχέσεων είναι κοινός τόπος, που όμως χρειάζεται καιρός για να αποδειχτεί, τα ψέματα που οι πολιτικοί ξεστομίζουν κατά τη διάρκεια των προεκλογικών εμφανίσεων, είναι εύκολο να διαφανούν. Ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την ανίχνευση των αναληθειών που οι αμερικανοί πολιτικοί ξεστομίζουν, δημιούργησε ήδη από το 2007, η Tampa Bay Times. Πρόκειται για τον ιστότοπο PolitiFact, ο οποίος ελέγχει και δημοσιοποιεί κατά πόσο αληθεύουν δηλώσεις πολιτικών. Αν και σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι έχουν πιαστεί να ψεύδονται, φαίνεται πως ορισμένοι το συνηθίζουν περισσότερο από άλλους: Παρότι το PolitiFact έχει κατηγορηθεί για φιλελεύθερη προδιάθεση, εντούτοις οι ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι φαίνεται πως ψεύδονται 3 φορές συχνότερες από τους Δημοκρατικούς, σύμφωνα με σχετική έρευνα των New York Times. Οι δηλώσεις των υποψηφίων κατατάσσονται σε 6 κατηγορίες: «αληθής», «κατά κύριο λόγο αληθής», «ημι-αληθής», «κατά βάση ψευδής», «ψευδής» και «φωτιά στα μπατζάκια» (ήτοι καραμπινάτο ψέμα). Τον τελευταίο χαρακτηρισμό λαμβάνουν δηλώσεις που όχι μόνο είναι ψευδείς, αλλά και καταφανώς γελοίες. Σύμφωνα με το PolitiFact, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, ο Τραμπ ηγούνταν με διαφορά στην κατηγορία. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος υποψήφιος δεν είναι ο μεγαλύτερος ψεύτης, καθώς το site επιφυλάσσει την τιμή αυτή για τον Μπεν Κάρσον, επίσης υποψήφιο με τους Ρεπουμπλικάνους. Με όσες δηλώσεις του καταπιάστηκε το PolitiFact, περίπου το 80% εξ αυτών κρίθηκαν σαν «κατά βάση ψευδές» ή και χειρότερα. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον Τζεμπ Μπους, Κρις Κρίστι και Κάρλι Φιορίνα ήταν μόλις στο 32%. Αξιοσημείωτο είναι ωστόσο ότι οι πολίτες δεν δείχνουν να νοιάζονται γι’ αυτό, καθώς οι δύο τελευταίοι υποψήφιοι ανακοίνωσαν τον τερματισμό της εκστρατείας τους μετά τις απογοητευτικές τους επιδόσεις. Καλύτερα φαίνεται να είναι τα πράγματα στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, όπου ο μέσος όρος για όλους τους υποψήφιους είναι μόλις στο 32%. Κανείς μεταξύ των Μπέρνι Σάντερς και Χίλαρι Κλίντον δεν μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο του πιο ειλικρινούς πολιτικού μεταξύ τους, καθότι και οι δύο λαμβάνουν παρόμοια ποσοστά! Αξιοσημείωτο, αν και άσχετο με τις τρέχουσες προκριματικές εκλογές, είναι το πολιτικό πρόσωπο που μπορεί να περηφανεύεται για το μεγαλύτερο βαθμό ειλικρίνειας, ξεπερνώντας ακόμη και τον Μπάρακ Ομπάμα, στο PolitiFact: Δεν είναι άλλος από τον Μπιλ Κλίντον, τον πρόεδρο εκείνο που συνέδεσε τη θητεία του με το σκάνδαλο Λεβίνσκι και τα δημόσια ψέματα που αποκαλύφθηκαν σε ολόκληρο την υφήλιο!
Η μάχη στα κοινωνικά δίκτυα
Σε ιδιαίτερα κρίσιμο στοιχείο για την επιτυχία των υποψηφίων εξελίσσεται η μάχη που δίνουν στα κοινωνικά δίκτυα για την προβολή των ίδιων και των θέσεών τους. Κι εάν όλοι θα περίμεναν ότι εκεί το όνομα Τραμπ θα κυριαρχεί, η αλήθεια είναι ίσως ελαφρώς διαφορετική. Ναι μεν ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί βάσιμα να στεφθεί «βασιλιάς του Twitter», ωστόσο απέχει αρκετά από το να είναι ο μοναδικός που εκμεταλλεύεται τον κόσμο του διαδικτύου. Την πολιτική κατάσταση όπως διαμορφώνεται στον κόσμο του διαδικτύου και στα social media, επιχειρεί να καταγράψει το έγκυρο τεχνολογικό site cnet.com, συγκεντρώνοντας τα στατιστικά στοιχεία για κάθε υποψήφιο. Με την τελευταία καταμέτρηση να είναι στις 8 Φεβρουαρίου, ας δούμε πώς τα πηγαίνουν λοιπόν οι υποψήφιοι: Twitter και Facebook Όσον αφορά τους followers σε Twitter και Facebook, ο νικητής είναι ο Τραμπ, με πάνω από 5 εκατ. followers κι άλλα τόσα likes. Όμως η Κλίντον τον ακολουθεί κατά πόδας με σχεδόν 5 εκατ. ακολούθους στο Twitter. Στη δεύτερη θέση πίσω από τον Τραμπ στο Facebook, βρίσκεται ο Κάρσον ως ο μοναδικός υποψήφιος (εκτός του Τραμπ) που κατορθώνει να ξεπερνά τα 5 εκατ. likes. YouTube και Instagram Οι υποψήφιοι διατηρούν λογαριασμούς στο YouTube προκειμένου να αναρτούν εκεί ανακοινώσεις και διαφημιστικά σποτ. Τις περισσότερες εγγραφές στο λογαριασμό του έχει ο Σάντερς με 92.420 χρήστες. Ο αριθμός αυτός σχεδόν διπλασιάζεται αν συμπεριλάβει κανείς το δεύτερο, επίσης επαληθευμένο λογαριασμό του, που αριθμεί 80.019 χρήστες. Από την άλλη, στο Instagram «βασιλεύει» ο Τραμπ με κάτι λιγότερο από 1 εκατομμύριο ακολούθους. Reddit Οι υποψήφιοι δεν μπορούν να διατηρούν νήματα στο Reddit, όμως οι υποστηρικτές τους έχουν τη δυνατότητα αυτή. Όλοι οι διεκδικητές του χρίσματος έχουν τουλάχιστον ένα «θρεντ» αφιερωμένο σε ειδήσεις και συζήτηση για τους ίδιους. Ορισμένοι μάλιστα έχουν θρεντς για να συσπειρώνουν τους υποστηρικτές ή ακόμη και για να συγκεντρώνουν χρήματα μέσω δωρεών! Κρίνοντας από τους εγγεγραμμένους στα θρεντς, το Cnet ανακηρύσσει πανάξιο νικητή τον Μπέρνι Σάντερς και μάλιστα με μεγάλη διαφορά, καθώς οι εγγραφές αγγίζουν το αστρονομικό νούμερο των 176.815 χρηστών. Αυτό εξηγείται πιθανότατα και από την τεράστια δημοφιλία του γερουσιαστή του Βερμόντ στα νεανικά κοινά. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend