Το όνομά της αποδίδεται στους πρώτους κατοίκους του νησιού, τους Φοίνικες. Προέρχεται είτε από τη λέξη Ουσύρα, που σημαίνει ευτυχής, είτε από τη λέξη Συρ, που σημαίνει βράχος. Ο Όμηρος την αποκαλεί Συρίη ενώ το καθολικό δόγμα των κατοίκων της της χάρισε, τον 17ο αιώνα, και τον χαρακτηρισμό «νησί του Πάπα» – «L’isola del Papa».
Η αρχοντική και πανέμορφη Σύρος γειτνιάζει με πολλά νησιά των Κυκλάδων, ενώ η πρωτεύουσά της, η Ερμούπολη, είναι και έδρα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Υπήρξε ναυτικό, βιομηχανικό και πολιτιστικό κέντρο του νέου ελληνικού κράτους και αναπτύχθηκε ιδιαίτερα μετά το 1826, όταν εγκαταστάθηκαν στο νησί πρόσφυγες από τα Ψαρά, τη Χίο, την Κρήτη και τη Μικρά Ασία. Όπως δείχνουν ευρήματα από τις περιοχές Χαλανδριανή και Καστρί, η Σύρος είχε κατοικηθεί ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους.
Σήμερα είναι ένα από τα πιο ανεπτυγμένα, οικονομικά και τουριστικά, νησιά της Ελλάδας, με ζωή, ειδικά στην Ερμούπολη, έντονη όλο τον χρόνο.
Το βόρειο μέρος της ονομάζεται Απάνω Μεριά, είναι ορεινό και κατοικείται από ελάχιστους κατοίκους. Βράχια, σπηλιές, μικρά γεφύρια προσκαλούν τους περιηγητές στην εξερεύνηση της «άλλης» Σύρου και στην απόλαυση των βόρειων παραλιών της, που είναι ιδανικές για ηρεμία και απομόνωση. Τα περισσότερα χωριά με τουριστική ανάπτυξη και οι πιο γνωστές παραλίες της Σύρου είναι στο νότιο τμήμα της – όπως οι πολυτραγουδισμένες Γαλησσάς, Ντελαγκράτσια και άλλες – ενώ η πρωτεύουσα Ερμούπολη είναι στα ανατολικά.
Στον ιστορικό οικισμό της Άνω Σύρου θα βολτάρετε στα γραφικά κυκλαδίτικα σοκάκια με το μπουζούκι του Μάρκου Βαμβακάρη να αντηχεί ακόμα. Η προτομή του κοσμεί την πλατεία, κι εσείς μην παραλείψετε μία επίσκεψη και στο μουσείο του.
Στα φημισμένα και αρχοντικά Βαπόρια θα ζήσετε τη μεγαλοπρέπεια του νησιού, ενώ οι βόλτες στην Ερμούπολη θα οδηγήσουν τα βήματά σας σε δρόμους στρωμένους με μάρμαρο, καλαίσθητα νεοκλασικά και «ορόσημα» της Σύρου, όπως το Δημαρχείο και το θέατρο Απόλλων.
Φυσικά κανείς δεν φεύγει από τη Σύρο χωρίς να πάρει μαζί του το φημισμένο συριανό λουκούμι αλλά και τις διάσημες χαλβαδόπιτες.