Τα παιδιά στην Ευρώπη αρχίζουν, κατά μέσο όρο, να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο σε ηλικία επτά ετών, αλλά μόνο ένα στα τρία παιδιά 9-12 ετών βρίσκει ότι στο Ίντερνετ υπάρχουν αρκετά καλά πράγματα, σύμφωνα με πανευρωπαϊκή έρευνα που δημοσιεύτηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η μελέτη δείχνει επίσης ότι ένα στα οχτώ παιδιά είχαν κάποια στιγμή διαδικτυακές εμπειρίες που τα αναστάτωσαν, ενώ ανέφεραν ότι δε διαθέτουν ακόμα αρκετές δεξιότητες και αυτοπεποίθηση κατά τη χρήση του Διαδικτύου.
Για να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, η Επιτροπή προκήρυξε διαγωνισμό με σκοπό να ενθαρρυνθεί η δημιουργία διαδικτυακού περιεχομένου υψηλής ποιότητας για παιδιά.
Σύμφωνα με την έρευνα EUKidsOnline, τα παιδιά αποκτούν απευθείας σύνδεση σε μικρότερη ηλικία από ποτέ. Παιδιά που σήμερα είναι 15 έως 16 χρόνων, χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά το Διαδίκτυο όταν ήταν 11, ενώ εννιάχρονα και δεκάχρονα παιδιά δήλωσαν ότι χρησιμοποίησαν το Διαδίκτυο για πρώτη φορά στα επτά τους.
Τα νεότερα παιδιά που συνδέονται στο Ίντερνετ, προέρχονται από τις σκανδιναβικές χώρες, την Εσθονία, τις Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ σε μεγαλύτερη ηλικία συνδέονται τα παιδιά από την Αυστρία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία και τη Ρουμανία.
Τα μισά από τα παιδιά συνδέονται καθημερινά, κατά μέσο όρο μιάμιση ώρα. Τα 15-16χρονα είναι ακόμα πιο ενεργοί χρήστες του Διαδικτύου, με 77% ποσοστό καθημερινής σύνδεσης.
Τα παιδιά δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο κυρίως για τα μαθήματά τους (84%) ή για να παρακολουθούν βίντεο (83%). Οι αμέσως επόμενες δημοφιλείς δραστηριότητες είναι τα παιχνίδια (74%) και η επικοινωνία μέσω μηνυμάτων (61%).
Τα παιδιά συνδέονται κυρίως στο σπίτι (85%), ενώ περισσότερα από τα μισά στην ηλικία των 13-16 ετών έχουν διαδικτυακή πρόσβαση στο υπνοδωμάτιό τους. Το σχολείο είναι ο δεύτερος πιο συνηθισμένος τόπος για πρόσβαση στο Διαδίκτυο (63%).
Τα περισσότερα παιδιά συνδέονται μέσω προσωπικού ή φορητού υπολογιστή, ενώ ένα στα τρία συνδέεται πλέον μέσω του κινητού του τηλεφώνου ή άλλης φορητής συσκευής.
Από την έρευνα προκύπτει επίσης ότι τα παιδιά αντιμετωπίζουν λιγότερους κινδύνους από ό, τι είχαν δείξει προηγούμενες έρευνες. Το 5% των παιδιών δηλώνουν ότι έχουν υποστεί διαδικτυακό εκφοβισμό (το υψηλότερο ποσοστό, 14%, σημειώθηκε στην Εσθονία και στη Ρουμανία), ενώ ένας στους οχτώ ανέφερε ότι έχει ενοχληθεί ή αναστατωθεί από κάτι που αντίκρισε σε κάποια σύνδεσή του.
Τα μισά από τα μικρότερα παιδιά παρουσιάζουν ελλείψεις σε βασικές δεξιότητες, όπως να κάνουν ρυθμίσεις ιδιωτικότητας ή να μπλοκάρουν ανεπιθύμητες επαφές.
Το 30% των νέων 11-16 ετών έχει παρουσιάσει συμπτώματα που συνδέονται με κατάχρηση του Διαδικτύου, όπως άσκοπο «σερφάρισμα», παραμέληση της παρέας με τους φίλους, ή των μαθημάτων τους εξαιτίας του χρόνου που αφιερώνουν διαδικτυακά ή επειδή είναι ευερέθιστοι όταν δεν μπορούν να είναι συνδεδεμένοι.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κέντρα για ασφαλέστερη χρήση του Ίντερνετ σε 14 χώρες μόλις προκήρυξαν έναν διαγωνισμό, το Ευρωπαϊκό Βραβείο για το καλύτερο παιδικό επιγραμμικό περιεχόμενο. Ο διαγωνισμός, που είναι ανοιχτός για παραγωγούς διαδικτυακού περιεχομένου σε δύο κατηγορίες, 12-17 ετών και ενήλικες, επιδιώκει να τονώσει την παραγωγή και τη διάδοση υψηλής ποιότητας διαδικτυακού περιεχομένου, κατάλληλου για παιδιά και νέους.
Διεξάγεται σε 14 χώρες: Βέλγιο, Τσεχική Δημοκρατία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ιταλία, Λετονία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Ισπανία. Οι νικητές και στις δύο κατηγορίες των εθνικών διαγωνισμών θα διαγωνιστούν για το Ευρωπαϊκό Βραβείο, το οποίο θα απονεμηθεί τον Ιούνιο του 2011.
Η έρευνα EUKidsOnline πραγματοποιήθηκε με περισσότερα από 23.000 παιδιά και έναν από τους γονείς τους, στις εξής χώρες: Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λιθουανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Τουρκία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Αποτελεί μέρος του έργου EUKidsOnline ΙΙ, που χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα για ασφαλέστερη χρήση του Ίντερνετ και συντονίζεται από την London School of Economics & Political Science.