Η μεταγραφή του Λουίς Φίγκο από την Μπαρτσελόνα στη Ρεάλ Μαδρίτης το 2000 αποτελεί ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο στην κόντρα των δύο «γιγάντων» του ευρωπαϊκού αθλητισμού. Το Netflix, που εδώ και μήνες προετοίμαζε ντοκιμαντέρ που θα ερευνά πως ακριβώς έγινε η μετακίνηση του Πορτογάλου μεσοεπιθετικού από τους «μπλαουγκράνα» στη «βασίλισσα», έδωσε στη δημοσιότητα το τρέιλερ.
Ήδη μέσα σε μερικές ώρες το βίντεο έχει εκατομμύρια views στον λογαριασμό του ισπανικού Netflix και έχει προκαλέσει αδημονία ενόψει της επίσημης διάθεσής του προς τους συνδρομητές της πλατφόρμας στις 25 Αυγούστου.
Στο ντοκιμαντέρ μιλούν όλοι οι πρωταγωνιστές. Ο Πορτογάλος άλλοτε σούπερ σταρ, ο τότε και νυν πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης, Φλορεντίνο Πέρεθ, που έκανε πραγματικότητα τη μεταγραφή, ενώ ξεχωρίζει και η παρουσία του αρχηγού της Μπαρτσελόνα εκείνη την εποχή και πολύ καλού φίλου του Φίγκο και πλέον προπονητή της Μάντσεστερ Σίτι, Πεπ Γκουαρδιόλα.
Επιπλέον, μιλούν κι άλλα πρόσωπα «κλειδιά» στην «Υπόθεση Φίγκο», όπως ο τότε πρόεδρος της Μπάρτσα, Τζουάν Γκασπάρ κι ο θρύλος του πορτογαλικού ποδοσφαίρου Πάουλο Φούτρε. Μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει και η τοποθέτηση του εκπροσώπου του Λουίς Φίγκο το 2000, Ζοσέ Βέιγκα.
Ο Φίγκο πήγε από την Σπόρτινγκ Λισαβόνας στην Μπαρτσελόνα το 1995. Ήταν μια από τις τελευταίες μεταγραφές του σπουδαίου Γιόχαν Κρόιφ ως προπονητής των «μπλαουγκράνα». Γρήγορα ο Πορτογάλος αγαπήθηκε από το κοινό του «Καμπ Νόου». Έμεινε πέντε χρόνια όπου έλαμψε με συμπαίκτες όπως ο Ρονάλντο, ο Ριβάλντο, ο Ζιοβάνι, ο Γκουαρδιόλα και άλλοι.
Ακολούθως πήρε τη μεταγραφή στη Ρεάλ Μαδρίτης προκαλώντας την οργή των οπαδών της Μπαρτσελόνα που στο πρώτο του παιχνίδι ως αντίπαλος στο «Καμπ Νόου» του πέταξαν ένα κομμένο κεφάλι γουρουνιού κι ένα μπουκάλι ουΐσκι, μεταξύ άλλων αντικειμένων.
Παρέμεινε στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου» πέντε χρόνια προτού πάρει μεταγραφή στην Ίντερ, όπου πέρασε τα τέσσερα τελευταία χρόνια της τεράστιας καριέρας του, στη διάρκεια της οποίας έγραψε 127 συμμετοχές και 32 γκολ με την εθνική Πορτογαλίας, την οποία οδήγησε στον τελικό του EURO 2004, χάνοντας από την εθνική Ελλάδας.