Το καλό κλίμα που επικρατεί στον Ολυμπιακό ως κλειδί της επιτυχίας του, υπέδειξε ο Γιώργος Πρίντεζης, σε συνέντευξή του στον ΟΤΕ TV ενώ τόνισε πως σαν ταυτότητα, οι «ερυθρόλευκοι» είναι… εφτάψυχοι. Ο διεθνής φόργουορντ απαντώντας σε όλα τα ερωτήματα δήλωσε:
Για το τρίποντο της νίκης στον τέταρτο προημιτελικό: «Εκείνη τη στιγμή έχω την αίσθηση ότι χρειάζομαι ένα Losec για να ηρεμήσει το στομάχι από την πίεση. Τίποτε περισσότερο. Νιώθεις χαρά για τη νίκη της ομάδας και την πρόκριση στο Final Four, αλλά μέχρι εκεί. Για εσάς το τρίποντο είναι κάτι ωραίο και το καταλαβαίνω. Εμείς ως αθλητές πρέπει να συνεχίσουμε. Η καθημερινότητα αλλάζει. Ο διακόπτης γυρίζει και κοιτάμε το επόμενο παιχνίδι».
Για τις οδηγίες στην τελευταία επίθεση: «Η εντολή ήταν να βρούμε το καλύτερο δυνατό σουτ. Αισθανόμουν πως θα μου ερχόταν η μπάλα. Ήμουν μόνος μου, έκανα δύο βήματα πίσω, σούταρα και το έβαλα. Ο Θεός έβαλε το χεράκι του και μπήκε! Αυτό που θυμάμαι ήταν ότι έφυγε καλά η μπάλα. Δεν ήθελε και πολύ. Μέσα σε ένα δευτερόλεπτο θα ήξερα αν θα έμπαινε ή όχι. Είχα δει τον χρόνο, τη γραμμή του τριπόντου δεν την είδα. Ήθελα να κάνω ένα σουτ που θα ήταν το καλύτερο δυνατό, υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις».
Για τη σύγκριση με το νικητήριο στην Κωνσταντινούπολη: «Το κάθε σουτ έχει τη βαρύτητά του. Και τα δύο ήταν στο τέλος του αγώνα. Προχθές είχαν προηγηθεί και πέντε… κοτρόνες! Ήταν λίγο περίεργα με τη Μπαρτσελόνα. Και τα δύο ήταν σημαντικά σουτ και ευτυχώς μπήκαν. Είναι ένα σημαντικό σουτ, όμως μην ξεχνάς πως αν δεν μπει, από Άη Γιώργης γίνεσαι… αϊ σιχτίρ».
Για το σπριντ του Γιώργου Αγγελόπουλου: «Ήταν πολύ βελτιωμένος στο σπριντ μετά το τρίποντο σε σχέση με το 2012 στην Πόλη! Εκεί δεν είχε τόσο άμεση αντίδραση!».
Για το Final Four: «Δεν έχει σχέση με τα προηγούμενα. Η ΤΣΣΚΑ είναι υποψιασμένη, έχει την πιο σταθερή ομάδα και σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε ότι τους έχουμε. Η ΤΣΣΚΑ είναι το φαβορί, έχει τέσσερις φορές μεγαλύτερο μπάτζετ, όμως αυτά δεν παίζουν ρόλο. Ο Κιριλένκο μπορεί να δώσει πολλά σε άμυνα κι επίθεση. Έχει αρχίσει και βρίσκει ρυθμό…».
Για τους υπόλοιπους φόργουορντ της ομάδας: «Ο Μπρεντ κάνει την πιο καλή σεζόν της καριέρας του. Είναι ένας παίκτης που μπορεί να σου κάνει 3-4 πράγματα πολύ καλά σε κάθε ματς. Ο Αγραβάνης έχει ενεργό ρόλο στο ροτέισον, παλεύει και το μέλλον είναι δικό του. Όσο για τον Παπαπέτρου, είναι ο πιο ταλαντούχος της ομάδας σε αυτή την ηλικία. Μπορεί να σουτάρει, να καρφώσει. Εγώ στην ηλικία του το μόνο που έκανα ήταν αριστερή ντρίμπλα και πήδαγα σαν… κατσίκι!».
Για το κλίμα στα αποδυτήρια: «Είμαστε μια πολύ καλή παρέα κι αυτό είναι πολύ βασικό συστατικό. Αυτό βγαίνει κατά ένα ποσοστό στο γήπεδο, εύχομαι να βγει και στο τέλος. Ως ομάδα η ταυτότητά μας είναι πως είμαστε εφτάψυχοι. Πιστεύω πως ακόμα και με την πιο καλή ομάδα του κόσμου να παίξουμε, θα το παλέψουμε. Κι αυτό εντυπωσιάζει τους προπονητές των άλλων ομάδων».
Για τα συναισθήματά του για τον Ολυμπιακό: «Υποστήριζα τον Ολυμπιακό από μικρός. Γούσταρα που ήμουν εδώ, όμως ποτέ δεν ήμουν ο κάφρος που θα χαιρόμουν με ήττα του Παναθηναϊκού ή θα έβριζα αντίπαλο».
Για την αντιπαλότητα με τον Παναθηναϊκό: «Την ατμόσφαιρα πάντα τη δυναμιτίζει η μειονότητα. Πολλοί καλοί φίλοι μου είναι Παναθηναϊκοί, με διαρκείας. Έχω μιλήσει με πολλούς Παναθηναϊκούς που ξέρουν μπάσκετ. Δυστυχώς επικεντρωνόμαστε σε μία μειονότητα 100 ατόμων. Με τους παίκτες του Παναθηναϊκού είμαστε μια χαρά και μιλάμε μεταξύ των αγώνων».
Για το πως ξεκίνησε μπάσκετ: «Είχα παίξει τένις και τερματοφύλακας στην Ηλιούπολη. Όταν έπιασα μπάλα του μπάσκετ για πρώτη φορά, όμως, στον Αστέρα Αγίου Δημητρίου, κατάλαβα ότι… εδώ είμαστε. Η πρώτη μπασκετική μου εικόνα ήταν οκτώ χρονών στην πρώτη προπόνηση στον Αστέρα Αγίου Δημητρίου. Η δεύτερη το 1997 με το Πρωτάθλημα Ευρώπης στη Ρώμη και η τρίτη το 2000 στην πρώτη μου προπόνηση 15,5 ετών εδώ με προπονητή τον Ηλία Ζούρο».
Για το αγαπημένο του χόμπι: «Είχα έναν φίλο που έπαιζε μπουζούκι και μου άρεσε η ιδέα. Το στιλ με τα τατουάζ δεν ταιριάζει ακριβώς, αλλά εντάξει!».
Για το αγαπημένο του τραγούδι: «Το “Δεν κάνω τον σπουδαίο, είμαι παιδί γενναίο’’. Όμως δεν ξέρω αν είναι το αντιπροσωπευτικό μου κομμάτι».
Για το αν θα παντρευτεί τη Βιβή Τσιάμη: «Κάποια στιγμή, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα γίνει κι αυτό! Είναι δύσκολη η ζωή των συζύγων των αθλητών, διότι πρέπει να αντέχουν τα νεύρα, την κούραση, τα ταξίδια. Ειδικά όταν υπάρχουν και… κουτσούβελα, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα».
Πηγή: gazzetta.gr