Στο μέγα δίλημμα Πελέ ή Μαραντόνα πρέπει επιτέλους να προστεθεί και το «Πουλάκι», όπως σήμαινε αυτό το παρατσούκλι «Γκαρίντσα» που πήρε αυτό το ασθενικό παιδάκι με τα στραβά κανιά που έμελλε να αποδείξει πως το ποδόσφαιρο είναι τέχνη.
Και μάλιστα υψηλή!
Απρόβλεπτος και άπιαστος, ένας σωστός χορευτής του γηπέδου, ο Μανέ, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι από το πραγματικό του όνομα Μανουέλ Φρανσίσκο Ντος Σάντος, δεν προοριζόταν να παίξει μπάλα.
Γεννήθηκε με σπονδυλική στήλη σαν ελβετικός σουγιάς και το ένα πόδι πολύ κοντύτερο από το άλλο. Χρειάστηκε τόσες και τόσες εγχειρίσεις μόνο για να περπατήσει. Εκείνος ήθελε όμως να παίξει μπάλα. Και θα έπαιζε, πετώντας στα σκουπίδια όλα τα εναντίον του προγνωστικά.
Η πορεία του ανεπανάληπτη. «Ο Γκαρίντσα ήταν παίκτης φαινόμενο. Χωρίς αυτόν δίπλα μου δεν θα είχα κερδίσει ποτέ 3 Παγκόσμια Κύπελλα», έλεγε ο Πελέ για τον συμπαίκτη του που κατέκτησε 2 Μουντιάλ (1958, 1962), αυτόν τον άφταστο Βραζιλιάνο που αναρωτιόνταν οι εφημερίδες «Από ποιον πλανήτη κατάγεται;».
Έβδομος καλύτερος παίκτης του 20ού αιώνα μάς λέει πως ήταν η FIFA. Αν μιλάμε όμως για ντρίμπλες, δύσκολα θα βρεις άλλον να τις απολαμβάνει τόσο σαδιστικά! Μέγας τεχνίτης, η φαντασία και η φινέτσα του ξεπερνιόταν μόνο από αυτή την αθεράπευτη αγάπη του για ντρίμπλες.
Και για αλκοόλ φυσικά, το μεγάλο του πάθος ή το μεγαλύτερο δεινό του. Και για γυναίκες. Πολλές γυναίκες. Και εξίσου πολλά παιδιά. Αλκοολικός και αυτοκαταστροφικός, ο Γκαρίντσα ήταν πολλά πράγματα ταυτοχρόνως. Αν και όλα ξεκινούσαν και τελείωναν στη στρογγυλή θεά.
Λέγανε ότι ο Γκαρίντσα είχε την ντρίμπλα του θεού με την μπάλα στα πόδια. Αυτή ήταν η μεγάλη του κληρονομιά στο άθλημα, να απολαμβάνεις να τυραννάς τον αντίπαλο, χαρίζοντας θέαμα με τα καντάρια στην εξέδρα.
Για πάμε…