Κίτρινο ή πράσινο; Ποιο είναι το πραγματικό χρώμα που έχει το μπαλάκι; Αυτό είναι ένα ερώτημα που ταλανίζει όσους ασχολούνται με το τένις, ένα άθλημα που έχει εκτιναχθεί σε δημοτικότητα τα τελευταία χρόνια, χάρη στους μεγάλους αστέρες όπως ο Ρότζερ Φέντερερ, ο Ράφα Ναδάλ, ο Νόβακ Τζόκοβιτς και εσχάτως ο Στέφανος Τσιτσιπάς, που έχει στρέψει τα βλέμματα των Ελλήνων στα κορτ.
Από το 2018, λοιπόν, αυτή η σημαντική διαμάχη διαίρεσε πολλούς από τους φίλους του αθλήματος. Εκείνος που καθόρισε το σημερινό χρώμα στο μπαλάκι δεν ήταν κάποιος διοργανωτής, ή κατασκευαστής, αλλά η τηλεόραση και μάλιστα ο διάσημος (για το περίφημο ντοκιμαντέρ του Planet Earth), Βρετανός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Ατένμπορο.
Το άθλημα γεννήθηκε στην Αγγλία, ως εξέλιξη της υπαίθριας αθλοπαιδιάς της αριστοκρατίας, γνωστής και ως lawn tennis, που σύμφωνα με όλα τα συγκλίνοντα τεκμήρια και τις ανάλογες πηγές, εφευρέθηκε το 1870. Αλλά, και το lawn tennis οφείλει τη γέννησή του στο γαλλικό παιχνίδι jeu de paume (κατά κυριολεξία «παιχνίδι παλάμης»). Κατά την εξέλιξή του, το μπαλάκι αρχικά ήταν κατασκευασμένο από φελλό, μαλλί, έως και πραγματικές ανθρώπινες τρίχες, έως ότου καταλήξει στην ιδεώδη μορφή του: λαστιχένια, καλυμμένη από λευκή, ή μαύρη τσόχα, φτιαγμένη από σφικτά πλεγμένες μάλλινες ίνες.
Για περίπου έναν αιώνα, τα μπαλάκια του τένις ήσαν λευκά, ή μαύρα, μέχρι το 1972, οπότε άρχιζαν να παίρνουν το γνωστό φωσφορίζον χρώμα τους. Στα τέλη του ’60 ξεκίνησε η έγχρωμη τηλεοπτική αναμετάδοση των αγώνων του Γουίμπλετον και τότε ο Ατένμπορο εργαζόταν ως επικεφαλής σκηνοθέτης των μεταδόσεων. Η απευθείας και γεμάτη χρώμα μετάδοση των αγώνων έδιναν στον τηλεθεατή την εντύπωση πως ζούσε πραγματικά την ατμόσφαιρα των περίφημων αγώνων, μέχρι όμως τη στιγμή που το λευκό μπαλάκι πλησίαζε τη λευκή γραμμή του γηπέδου.
Μπροστά σε αυτό το πρόβλημα, η Διεθνής Ομοσπονδία Τέννις (ITF) παρήγγειλε μελέτες για να διαπιστωθεί ποιο θα ήταν το καταλληλότερο χρώμα που θα έπρεπε να έχει το μπαλάκι, ώστε να γίνεται αντιληπτό καλύτερα από το μάτι και του τηλεθεατή. Τα συμπεράσματα ήταν πως το κίτρινο είναι το πιο κατάλληλο χρώμα και το 1972 κυκλοφόρησε μία εγκύκλιος, επιτάσσοντας πως τα μπαλάκια οφείλουν να έχουν ομοιόμορφη περιφέρεια και να είναι κίτρινα, ή λευκά. Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες στην παρακολούθηση, το Γουίμπλετον δεν άλλαξε την παράδοσή του αμέσως και μέχρι το 1986 όλοι οι αγώνες του παίζονταν μόνον με λευκά μπαλάκια.
Το 1991, η εφημερίδα Chicago Tribune δημοσίευσε ένα άρθρο για την «επιστροφή της λευκής μπάλας» στο τένις, καθώς οι κατασκευαστές ουδέποτε σταμάτησαν να παράγουν τα λευκά μπαλάκια -έστω και σε πολύ μικρότερες ποσότητες- και πολλοί αθλούμενοι «νοσταλγοί, ή και συλλέκτες» προτιμούσαν να παίζουν με αυτά. Δεν συμφωνούσαν όλοι με αυτό το άρθρο: ο Αμερικανός παλαίμαχος άσσος των χωμάτινων γηπέδων, Γκραντ Γκόλντεν, τόνισε πως η «επιστροφή του λευκού» είναι ανώφελη γιατί «το κίτρινο μπαλάκι είναι τέλειο».
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, το διακριτό χρώμα της μπάλας του τένις επισήμως ονομάζεται «οπτικό κίτρινο» από την ITF, όμως σε άλλες ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες περιγράφεται και ως «φωσφορίζον κίτρινο», ή «ηλεκτρικό λάιμ».
Αυτή η διαφορά στην ονομασία οδήγησε και σε μία πραγματική διαμάχη στο διαδίκτυο, προκαλώντας και το μεγάλο περιοδικό The Antlantic να εμβαθύνει στο θέμα, εξετάζοντάς το υπό το πρίσμα της θεωρίας των χρωμάτων και της φιλοσοφίας της αντίληψης, συναρτώντας το και με διάσημο πρόβλημα του «χρώματος του Φορέματος», που αφορά την αντιληπτικότητα των ανθρώπινων αισθήσεων και τη διττή ερμηνεία που μπορούν να δώσουν για ένα χρώμα.
Η διαμάχη αυτή έλαβε τέτοια διάσταση, που ενέπλεξε ακόμη και τους διάσημους αστέρες του αθλήματος, με τον Φέντερερ να αναρωτιέται δημοσίως στα social media «είναι κίτρινα, έτσι δεν είναι;». Παρά την επίσημη θέση και ορισμό της ΙΤF, το ζήτημα παραμένει ανοικτό και δεν έχει υπάρξει τελειωτική απάντηση. Εκτός εάν κάποιος είναι οπαδός του Ελβετού αστέρα και πιστεύει πως είναι κίτρινο, ή είναι θαυμαστής του Ναδάλ και θεωρεί πως πλησιάζει περισσότερο στο πράσινο.
Όπως και να έχει, το βασικό τόσο για τον Φέντερερ όσο και για τον Ναδάλ, όπως και για όλους τους οπαδούς του αθλήματος, είναι ότι το μπαλάκι που χρησιμοποιείται είναι όσο πιο εμφανές γίνεται για το ανθρώπινο μάτι.