Τέτοια εποχή πριν 15 χρόνια, ο Αντριάνο Λέιτε Ριμπέιρο ήταν στην κορυφή του κόσμου. Ηταν ένας ποδοσφαιριστής με τον ίδιο εκπληκτικό συνδυασμό εκπληκτικής ταχύτητας, εντυπωσιακής δύναμης, άψογης τεχνικής και -επιβεβαιωμένου στο Pro Evolution- τρομερού σουτ όπως ο αυθεντικός Ρονάλντο, προκαλώντας ενθουσιασμό σε πολύ κόσμο. Η φόρμα του με την Πάρμα στις αρχές της σεζόν 2003-04, όταν είχε 8 γκολ σε 9 ματς της Serie A, ήταν αρκετή για να του εξασφαλίσει με ακριβή μεταγραφή στην Ιντερ, όπου φαινόταν ότι προοριζόταν για να γίνει ένας από τους σπουδαιότερους σταρ του παιχνιδιού. Εδειχνε αναπόφευκτο.
Κι όμως, παρά το γεγονός ότι οι Νερατζούρι κατέκτησαν τέσσερα πρωταθλήματα στα χρόνια του Αντριάνο, η δική του είναι ακόμη μια “what if?” ιστορία. Επειτα από αρκετά χρόνια με έναν τρόπο ζωής που μάλλον δεν ταιριάζει με έναν sportsman του κορυφαίου επιπέδου, περνάει πλέον τον περισσότερο χρόνο του στο σπίτι στην Barra da Tijuca, ένα προάστιο της αστικής τάξης στα δυτικά του Ρίο Ντε Τζανέιρο. Μερικές φορές επισκέπεται φίλους στο Vila Cruzeiro, τη φαβέλα στο βόρειο Ρίο όπου μεγάλωσε. Τότε είναι που δείχνει πιο χαρούμενος, κάνοντας βόλτες με τα μηχανάκια με τους φίλους του και χαρίζοντας Big Macs στα παιδιά που ζουν εκεί.
Ο Αντριάνο είναι πλέον 36 αλλά εξακολουθεί να θυμίζει παιδί, έστω ένα παιδί που συμπεριφέρεται πλέον ελαφρώς καλύτερα σε σχέση με ό,τι συνήθιζε. «Κάνει κάποια πάρτι που και που, αλλά είναι πολύ πιο ήρεμα από ό,τι συνηθιζόταν», λέει ο μηχανικός Κάρλος Αλμέιδα, ένας από τους γείτονες του. «Συνήθιζαν να προκαλούν πανικό, με δεκάδες άτομα συνεχώς να έρχονται και να φεύγουν, με συνέπεια οι γείτονες να κάνουν παράπονα. Εχει χαλαρώσει πλέον. Είναι καλό παιδί τώρα».
Αυτό μπορεί να μην ακούγεται σαν κάποια αξιόλογη ωρίμανση, αλλά είναι μια θετική αλλαγή για έναν παίκτη που κάποτε ήταν γνωστός επειδή έπινε πολύ, επειδή είχε περισσότερα από ένα επεισόδια με την αστυνομία, επειδή κάποτε φωτογραφήθηκε με ένα χρυσό AK-47. Οι φίλοι του υποστηρίζουν ότι μπορεί ακόμη να κάνει ένα comeback στο ποδόσφαιρο, δύο χρόνια μετά την τελευταία εμφάνιση του με την Miami United, ομάδα χαμηλότερης κατηγορίας, αλλά φαίνεται ότι ελάχιστα γνωστά κλαμπ τον πιστεύουν. Μπορεί να έχει ηρεμήσει στα πάρτι του, αλλά η κοιλιά που τόσο υπερήφανα δείχνει στο Instagram, “προδίδει” ότι ο Αντριάνο δεν ενδιαφέρεται και τόσο πολύ για να προπονηθεί σκληρά ώστε να δώσει την καριέρα του το εντυπωσιακό φινάλε που θα άξιζε.
Το να παραμείνει στον ίσιο δρόμο για πολύ καιρό, άλλωστε, θα ήταν κάτι εξαιρετικά δύσκολο για έναν striker του οποίου η πνευματική διάθεση, σύμφωνα με τους κοντινούς φίλους του, απέχει πολύ από αυτή που είχε όταν απέφευγε χωρίς έλεγχο τους τρομοκρατημένους αμυντικούς και εξαπέλυε κεραυνούς από μακρινές αποστάσεις. Η αυτοπεποίθηση και η δύναμη που έδειχνε στα καλύτερα του χρόνια ως ποδοσφαιριστής, έχουν αντικατασταθεί από την αμφιβολία και τον λήθαργο. Τι πήγε τόσο στραβά, επομένως, για τον Αντριάνο, έναν τόσο δυνατό επιθετικό και “εκτελεστή” στο peak του παιχνιδιού του, ώστε να ονομαστεί L’Imperatore -ο Αυτοκράτορας- από τα ιταλικά ΜΜΕ;
Υπάρχει ένα γεγονός που επηρέασε όσο κανένα άλλο τον Αντριάνο, μετατρέποντας τον από διάδοχο του Ρονάλντο σε σκιά του εαυτού του. Ηταν ο θάνατος του πατέρα του. Στη Λίμα, στις 25 Ιουλίου 2004, ο Αντριάνο σκόραρε το γκολ της δραματικής ισοφάρισης στον τελικό του Κόπα Αμέρικα, με τη Βραζιλία να νικάει τελικά την Αργεντινή στη διαδικασία των πέναλτι, με τον ίδιο να εκτελεί εύστοχα το πρώτο. Μετά το τέλος του ματς, μόνο για έναν ήθελε να μιλήσει. «Αυτός ο τίτλος ανήκει στον πατέρα μου», είπε. «Είναι ο σπουδαίος φίλος μου στη ζωή, ο σύντροφος μου. Χωρίς αυτόν δεν είμαι τίποτα».
Ο πατέρας του, Αλμίρ, αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας και εννιά μέρες μετά τη στιγμή δόξας του γιου του στο Περού, πέθανε από ανακοπή της καρδιάς, σε ηλικία 45 ετών. Ηταν σαν να χτύπησε ένα τρένο τον 22χρονο σέντερ φορ. «Ο Αντριάνο είχε έναν πατέρα που τον πρόσεχε πολύ και τον διατηρούσε στο σωστό δρόμο», είπε σε μια συνέντευξη του πέρυσι ο Χαβιέρ Ζανέτι. «Αλλά μετά έγινε κάτι που δεν φανταζόταν κανείς. Δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από Βραζιλία και του είπαν ότι ο πατέρας του πέθανε. Τον είδα να κλαίει. Πέταξε το τηλέφωνο και άρχισε να ουρλιάζει. Από εκείνη την ημέρα, ο Μάσιμο Μοράτι και εγώ, αποφασίσαμε να τον έχω σαν αδερφό μου και να τον προστατεύω».
Αμέσως μετά το τέλος εκείνου του τελικού του Κόπα Αμέρικα, ο προπονητής της Βραζιλίας, Κάρλος Αλμπέρτο Παρέιρα, ήταν σοκαρισμένος με το πόσο καλά είχε παίξει ο Αντριάνο. «Θα γράψει ιστορία στο ποδόσφαιρο», είπε ο Παρέιρα. «Θα παίξει στα επόμενα τρία Μουντιάλ, σίγουρα». Τελικά, η καριέρα του Αντριάνο σύντομα θα κατέρρεε. Μπορεί να πήγαινε σε πάρτι κάθε βράδυ, αλλά δεν είχε πολλούς λόγους για να πανηγυρίσει. «Εκείνη την εποχή ένιωθα χαρούμενος μόνο όταν έπινα», είπε σε μια συνέντευξη του το 2017. «Μπορούσα να κοιμηθώ μόνο αν είχα πιει. Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι και οι συμπαίκτες μου στην Ιντερ πρόσεχαν ότι ήμουν σε hangover όταν πήγαινα για προπόνηση. Και επειδή φοβόμουν ότι θα πάω πολύ αργά, δεν κοιμόμουν και πήγαινα μεθυσμένος για προπόνηση. Κοιμόμουν στο ιατρείο του προπονητικού κέντρου και η Ιντερ έπρεπε να λέει στους δημοσιογράφους ότι είχα μυικά προβλήματα».
Οσο κι αν προσπαθούσαν, οι συμπαίκτες του δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν όσο ήθελαν. «Επαιζε ποδόσφαιρο, έβαζε γκολ και έδειχνε στον ουρανό, αφιερώνοντας τα στον πατέρα του», είπε ο Ζανέτι. «Αλλά έπειτα από εκείνο το τηλεφώνημα, τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Ο Ιβάν Κόρντομπα πέρασε ένα βράδυ μαζί του και του έλεγε “Αντρι, είσαι ένας συνδυασμός του Ρονάλντο και του Ιμπραΐμοβιτς. Καταλαβαίνεις ότι θα μπορούσες να γίνεις ο καλύτερος ποδοσφαιριστής όλων;”. Ποτέ δεν καταφέραμε, όμως, να τον βγάλουμε από την κατάθλιψη του».
Ο Αντριάνο ακόμη δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί ξανά στο παιχνίδι του, όταν η μεγαλύτερη ευκαιρία της καριέρας του, παρουσιάστηκε δύο χρόνια μετά. Λίγες μέρες πριν η Βραζιλία ταξιδέψει στη Γερμανία για το Μουντιάλ 2006, ένα τουρνουά για το οποίο ήταν το φαβορί χάρη στο τρομερό επιθετικό ταλέντο με τους Ροναλντίνιο-Κακά-Αντριάνο, το “μήνυμα” ήταν σαφές. «Ηταν σε ένα κλαμπ ονόματι Quebra Mar, εκεί όπου θα γινόταν μελλοντικά το Ολυμπιακό Πάρκο του Ρίο», ένας από τους πιο στενούς του φίλους είπε στο FourFourTwo. «Ημασταν όλοι ενθουσιασμένοι για τον Αντριάνο, περιμέναμε ότι θα έβγαινε πρώτος σκόρερ στη Γερμανία, θα κατακτούσε το Μουντιάλ και θα έφερνε το τρόπαιο στη φαβέλα. Ηταν ακόμη κυρίως ντροπαλός, ήσυχος, αλλά για εμάς ήταν ένας hero in the making».
Η τοποθεσία είχε επιλεγεί επειδή είχε θεωρηθεί ασφαλές για αυτούς από τον κύκλο του Αντριάνο που είχαν προβλήματα με τις Αρχές λόγω των ναρκωτικών. Κάποιοι ήταν στην Comando Vermelho, τη μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση της Βραζιλίας. Ο Αντριάνο τους ήξερε από την παδική του ηλικία, όταν έπαιζαν ξυπόλητοι ποδόσφαιρο στους δρόμους του Vila Cruzeiro. Αλλά καθώς αυτός μεγάλωνε για να γίνει ο Αυτοκράτορας, πολλοί από τους παλιούς φίλους του μπήκαν στον κόσμο του εγκλήματος και ένας από τους πιο στενούς φίλους είχε εμπλακεί σε μια μοιραία ανταλλαγή πυροβολισμών με τους αστυνομικούς.
Τέτοιο δράμα, επηρέαζε τον Αντριάνο ψυχολογικά και συναισθηματικά. «Η κατάθλιψη και το αλκοόλ είναι μέρη της ζωής του από εκείνες τις ημέρες», συνεχίζει ένας παιδικός του φίλος, ο οποίος προτιμάει να παραμείνει ανώνυμος. «Και τώρα είναι πιο μοναχικός από ποτέ. Ο λογαριασμός του στο Instagram μπορεί να τον δείχνει με κόσμο συνεχώς δίπλα του, αλλά είναι μόνος. Είναι πολύ ήσυχος. Εχασε εδώ και πολύ καιρό την χαρά του να παίζει ποδόσφαιρο».
Το Μουντιάλ 2006 θα έπρεπε να εδραιώσει το status του Αντριάνο ως ένας από τους σπουδαίους, αλλά τελικά ήταν σκιά του εαυτού του. Σκόραρε δύο φορές, κόντρα σε Αυστραλία και Γκάνα, αλλά σχεδόν δεν ακούμπησε την μπάλα στον αποκλεισμό της Βραζιλίας από τη Γαλλία στον προημιτελικό. Ο Αντριάνο ήταν μόλις 24 ετών, αλλά θα ακολουθούσαν μόλις 12 επιπλέον συμμετοχές στην εθνική ομάδα και 156 σε επίπεδο συλλόγων. Ηταν ήδη η αρχή του τέλους. Ο Αυτοκράτορας πέτυχε μόνο 6 γκολ για την Ιντερ το 2006-07 και ξεκίνησε με τον ίδιο ρυθμό και το 2007-08. Αντιλαμβανόμενος ότι ο striker χρειαζόταν μια αλλαγή σκηνικού, ο Μοράτι τον έστειλε στη Βραζιλία με άδεια άνευ αποδοχών. Προπονήθηκε με την Σάο Πάουλο και τελικά συμφώνησε να αγωνιστεί εκεί ως δανεικός μέχρι το τέλος της σεζόν. Εβαλε δύο γκολ στο ντεμπούτο του και οι οπαδοί ενθουσιάστηκαν αμέσως.
Τα πράγματα, όμως, στράβωσαν γρήγορα. Αποβλήθηκε για κουτουλιά στον πλάγιο μπακ της Σάντος, Ντομίνγκος, μετά τιμωρήθηκε με πρόστιμο από το κλαμπ επειδή άργησε στην προπόνηση και είχε και ένα άσχημο επεισόδιο με ένα φωτογράφο. Επέστρεψε νωρίς στην Ιντερ αλλά ήταν ξανά στη Βραζιλία το 2009, με μεγαλύτερη επιτυχία αυτή τη φορά αφού έβαλε 19 γκολ καθώς η Φλαμένγκο κατακτούσε το πρώτο πρωτάθλημα έπειτα από αναμονή 17 χρόνων. Η Ρόμα αποφάσισε να ποντάρει πάνω του και τον επανέφερε στην Ευρώπη, με τη θητεία του όμως να ολοκληρώνεται έπειτα από μόλις επτά μήνες και οκτώ συμμετοχές. Η τελευταία σπουδαία στιγμή του Αντριάνο ήρθε με την Κορίνθιανς το 2011. Υπέγραψε τον Μάρτιο και για ακόμη μία φορά τον είδαν σαν τον διάδοχο του Ρονάλντο, ο οποίος μόλις είχε αποσυρθεί. Σύντομα, όμως, αναγκάστηκε να μείνει εκτός για πολλούς μήνες λόγω τραυματισμού στον αχίλλειο τέντονα. Και αφού δεν μπορούσε να προκαλέσει φόβο στους αντίπαλους αμυντικούς και τερματοφύλακες, ο Αντριάνο για ακόμη μία φορά επικεντρώθηκε στο άλλο πάθος του: Τα πάρτι.
Ενας φίλος, ονόματι Φαλκάο, θυμάται για εκείνη την περίοδο… «Ο Αντριάνο έπινε κυρίως μπύρα. Το αλκοόλ ήταν ό,τι χρειαζόταν. Υπήρχαν όλα τα ποτά, γυναίκες που δεν είχαμε δει ποτέ ξανά και μια αίσθηση ότι όταν επιστρέψει θα κάνει και πάλι εκπληκτικές εμφανίσεις, αν και ήταν σαφέσταρα υπέρβαρος και σε κατάθλιψη. Κάποιες φορές τα πάρτι ήταν στο διαμέρισμα του, αλλά η Κορίνθιανς τσέκαρε το τι γινόταν εκεί, οπότε μερικές φορές πηγαίναμε σε κλαμπ. Ενα πρωί, η Κορίνθιανς είχε προγραμματίσει φυσιοθεραπεία για τον Αντριάνο στο σπίτι του, αλλά το έχασε γιατί ήμασταν ακόμη έξω από την προηγούμενη βραδιά».
Και τελικά, όταν ο Αντριάνο επιτέλους επέστρεψε έπειτα από απουσία έξι μηνών, πέτυχε το πρώτο του γκολ με την Κορίνθιανς: Το νικητήριο επί της Ατλέτικο Μινέιρο στις καθυστερήσεις, φέρνοντας την ομάδα του μια ανάσα από την κατάκτηση του τίτλου. Ενα γκολ που πανηγύρισε έξαλλα, σηκώνοντας και τη φανέλα του, για να δείξει ένα όχι και τόσο γυμνασμένο σώμα. Οπως και να έχει, το γκολ ήταν αρκετό για να “κερδίσει” κάθε οπαδό της Κορίνθιανς που ήταν σκεπτικός σχετικά με την απόκτηση του. Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, όμως, ο Αυτοκράτορας δέχθηκε νέο “χτύπημα”. Εχοντας φύγει από ένα κλαμπ του Ρίο τις πρωινές ώρες, ο Αντριάνο κατηγορήθηκε από την 20χρονη Αντριέν Πίντο ότι κατά λάθος την πυροβόλησε στο χέρι της, ενώ έπαιζε μεθυσμένος με το όπλο του σωματοφύλακα του. Λίγες μέρες μετά άλλαξε την εκδοχή της, λέγοντας ότι ήταν η ίδια που πάτησε τη σκανδάλη. Οπως και να έχει, ο Αντριάνο ήταν και πάλι πρωτοσέλιδο για τους λάθους λόγους.
Τώγρα, έπειτα από λίγα χρόνια μακριά από τα γήπεδα, υπάρχει χρόνος για μια ανέλπιστη επιστροφή; Ο Λέο Μόουρα, συμπαίκτης του στη Φλαμένγκο, πιστεύει ακόμη ότι ο Αντριάνο μπορεί να κάνει ένα comeback με την Ρούμπρο-Νέγρο. «Νιώθω ότι θέλει να παίξει ξανά», ο Μόουρα λέει στο FFT. «Μπορεί να είναι λίγο εκτός φόρμας, αλλά έχει κόψει τις κακές συνήθειες και αξίζει μια ευκαιρία για να ολοκληρώσει την καριέρα του όπως πρέπει». Ο προπονητής της Βραζιλίας πάντως, Τιτέ, δεν είναι τόσο σίγουρος ότι η επιστροφή στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι η απάντηση. Ο 57χρονος ήταν ο προπονητής του Αντριάνο στην Κορίνθιανς και έχει πει ότι νιώθει πως ο σέντερ φορ τυγχάνει άδικης αντιμετώπισης από τα ΜΜΕ και πως οι φίλοι του τον πιέζουν να ξαναπαίξει, ανεξάρτητα από το πώς είναι ο ίδιος πνευματικά.
Η παρουσία του Αυτοκράτορα σε ένα ματς της Κορίνθιανς τον Αύγουστο προκάλεσε φήμες για επιστροφή, αλλά ο πρόεδρος Αντρές Σάντσες, ο οποίος είχε υπογράψει τον Αντριάνο πριν λίγα χρόνια, γρήγορα έσβησε τη φωτιά: «Απλά έκανε μια φιλική επίσκεψη, είναι πάντα καλοδεχούμενος εδώ». Παρά τις χαμένες ευκαιρίες και τις λάθος αποφάσεις του, στη Βραζιλία ακόμη αγαπούν πολύ τον Αντριάνο και θέλουν να τον δουν να τελειώνει από το ποδόσφαιρο με ωραίο τρόπο. Δεν μπορεί να ισχυριστεί, φυσικά, ότι υπήρξε πρότυπο επαγγελματία πάντα, αλλά σίγουρα οι συνθήκες δεν ήταν υπέρ του.
«Ποτέ δεν έβλαψα κανέναν», είπε το 2017. «Το μόνο άτομο που έβλαψα είμαι εγώ»…
Πηγή: gazzetta.gr