Η εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα και των αμφιλεγόμενων διατάξεων που αφορούν θέματα διαφθοράς υποχρεώνουν τα δικαστήρια να αναζητούν νομική φόρμουλα για να μην τιναχτούν στον αέρα υποθέσεις οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί σκάνδαλα.
Η υπόθεση Siemens είναι μια από αυτές με την εισαγγελέα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, Ελένη Σκεπαρνιά να υποχρεώνεται σε συμπληρωματική πρόταση καθώς με τον νέο Ποινικό Κώδικα μεταβάλλεται σε πλημμέλημα το αδίκημα της ενεργητικής δωροδοκίας την ώρα που οι υπάλληλοι του ΟΤΕ δεν θεωρείται ότι ανήκουν, πλέον, στο δημόσιο. Η πολύκροτη υπόθεση στην οποία φέρονται να διακινήθηκαν μίζες εκατομμυρίων μετά από 14 χρόνια που βρίσκεται στο «μικροσκόπιο» της δικαιοσύνης, όπως εκτιμούν νομικοί, κινδυνεύει με ξαφνικό θάνατο λόγω του νέου Ποινικού Κώδικα και των «διατάξεων-πλυντήριο» που αφήνουν στο απυρόβλητο τους πρωταγωνιστές.
Η εισαγγελέας της έδρας στη συμπληρωματική πρότασή της διατύπωσε την άποψη πως παραμένει «ζωντανό» το αδίκημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος αποφεύγοντας, με αυτό τον τρόπο την πλήρη κατάρρευση της υπόθεσης. Είναι ενδεικτικό πως η εισαγγελική λειτουργός πρότεινε την απαλλαγή, λόγω παραγραφής, του αδικήματος της δωροδοκίας ή της δωροληψίας και για τους 32 κατηγορουμένους για τους οποίους στην πρώτη αγόρευση της, πριν δηλαδή εφαρμοστεί ο νέος Ποινικός Κώδικας, είχε εισηγηθεί ενοχή γεγονός που τους έφερνε αντιμέτωπους ακόμη και με ισόβια κάθειρξη.
Η εισαγγελέας διευκρίνισε πως αν και προέκυψαν στοιχεία ότι τελέστηκε η δωροδοκία των υπαλλήλων του ΟΤΕ από τα στελέχη της Siemens, ο νέος Κώδικας καταργεί το άρθρο 263Α και πλέον ο ΟΤΕ (όπως οι υπόλοιπες ΔΕΚΟ, οι Τράπεζες και οι ΜΚΟ) έπαψε να ανήκει στις εταιρείες του Δημοσίου και συνεπώς και οι υπάλληλοι του δεν θεωρούνται δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά εργαζόμενοι σε ιδιωτική εταιρεία. Έτσι, σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό το κακούργημα της δωροδοκίας έχει μετατραπεί σε πλημμέλημα για τους κατηγορουμένους και έχει παραγραφεί αν και η συμπεριφορά των κατηγορουμένων «είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα είναι αξιόποινες». Η εισαγγελέας άφησε αιχμές σε βάρος του νομοθέτη αποδίδοντας του ότι δεν συνεκτίμησε το γεγονός πως «ο δωροδοκών τον υπάλληλο είναι ο ισχυρός κρίκος της αλυσίδας διαφθοράς, όπως των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών για να εκμαυλίζουν υπαλλήλους».
Ωστόσο, όπως τόνισε η παραγραφή του βασικού αδικήματος της δωροδοκίας δεν αποτελεί λόγω εξάλειψης και για το κακούργημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος και ζήτησε την ενοχή 22 από τους συνολικά 54 κατηγορούμενους για τα «μαύρα ταμεία» της Siemens. Στην πράξη αυτό σημαίνει πως η εισαγγελέας εισηγήθηκε την πλήρη απαλλαγή επιπλέον 10 κατηγορουμένων σε σχέση με την αρχική της πρόταση , πριν την εφαρμογή των νέων διατάξεων.
Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος της εφημερίδας «Δημοκρατία» ο οποίος αναφέρει: «Με σφραγίδα ΣΥΡΙΖΑ οι απαλλαγές για τη Siemens» και υπότιτλο «Σε πλημμελήματα μετατρέπει ο νέος Ποινικός Κώδικας τη δωροδοκία, βγάζοντας λάδι τους κατηγορούμενους» ενώ και η εφημερίδα «Καθημερινή» στηλιτεύει τις νέες ρυθμίσεις επισημαίνοντας πως η εισαγγελέας ζητεί για τους κατηγορούμενους στην υπόθεση Siemens την «ενοχή μόνο για ξέπλυμα».
Τι έγινε στην υπόθεση Μυτιληναίου – Νέζη
Πριν από λίγες ημέρες οι επιπτώσεις της εφαρμογής του νέου Ποινικού Κώδικα φάνηκαν και σε μια ακόμη υπόθεση αυτή με πρωταγωνιστές τον πρόεδρο του Ομίλου Μυτιληναίου, Ευάγγελο Μυτιληναίο και τον άλλοτε ισχυρό άνδρα της ΔΕΗ, Στέργιο Νέζη οι οποίοι κάθισαν στο εδώλιο κατηγορούμενοι για υπόθεση που συνδέεται με «μίζα» 250.000 ευρώ. Ο εισαγγελέας της έδρας, Νίκος Δεληδήμος στην πρόταση του διατύπωσε διαφορετικό σκεπτικό εκφράζοντας τη θέση πως ο κατηγορούμενος Στέργιος Νέζης είναι υπάλληλος του Δημοσίου.
«Υποστήριξαν ότι μια επιχείρηση που διορίζει πρόεδρο από το δημόσιο και είτε ανθεί είτε βουλιάζει και οι υπάλληλοι της πληρώνονται από το κράτος δεν είναι Δημόσια επειδή έχει το ΑΕ στο τέλος… Μάλλον εννοούν άνευ ευθύνης!» ανέφερε χαρακτηριστικά ο εισαγγελικός λειτουργός με το δικαστήριο τελικά να μην τιμωρεί τον επιχειρηματία Ευάγγελο Μυτιληναίο και τον Στέργιο Νέζη για τη δωροδοκία-δωροληψία, λόγω παραγραφής.
Ωστόσο, οι δικαστές έκριναν ένοχο, χωρίς κανένα ελαφρυντικό, τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και του επέβαλαν κάθειρξη πέντε ετών, με αναστολή και την καταβολή εγγύησης 100.000 ευρώ. Παράλληλα, το δικαστήριο διέταξε τη δέσμευση και κατάσχεση 250.000 ευρώ, ποσό που φέρεται κατά την κατηγορία, να ήταν η «μίζα» που δόθηκε, το 2003, για να αναλάβει η ΜΕΤΚΑ, συμφερόντων Μυτιληναίου, έργο της ΔΕΗ στο Λαύριο.